Θα βγάλει η κυβέρνηση τον χειμώνα; Στο ερώτημα αυτό καταλήγουν, πλέον, όλες οι συζητήσεις τον τελευταίο μήνα. Από όταν δηλαδή στον φόβο (ή τρόμο, για πολλούς) που προκαλούν οι αχαλίνωτες αυξήσεις στις τιμές ρεύματος/φυσικού αερίου, προστέθηκαν οι αποκαλύψεις και οι φήμες για τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις: επισήμως από την ΕΥΠ και ανεπισήμως από το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator.
Η κατάσταση, δηλαδή, θυμίζει τον γνωστό πύργο τζένγκα, όπου ενώ φαίνεται στέρεα χτισμένος, αν αφαιρεθεί ένα κρίσιμο τουβλάκι, γκρεμίζεται.
Το σίγουρο είναι ότι αυτή τη φορά η κυβέρνηση είναι στριμωγμένη. Οι απαντήσεις που έδωσε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είτε ευθέως με τη δημόσια δήλωσή του όταν «έσκασαν» οι αποκαλύψεις για την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη και του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, είτε μέσω διαρροών, δεν αποδείχθηκαν επαρκείς. Κυρίως στο κρίσιμο κεντρώο ακροατήριο που τον στήριξε μετά την ανάδειξή του στην ηγεσία της ΝΔ και του έδωσε την εκλογική νίκη το 2019. Αυτό καταδεικνύουν και οι αντιδράσεις κεντρώων πολιτικών, με πρώτο τον Ευάγγελο Βενιζέλο, και (όλων!) των συνταγματολόγων. Ακόμα και όσων, εμμέσως ή αμέσως, στήριξαν τον κ. Μητσοτάκη πριν και μετά τις εκλογές του 2019, συνθέτοντας αυτό που η Κουμουνδούρου αποκαλεί «αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο».
Το ερώτημα, ωστόσο, «εάν η κυβέρνηση θα βγάλει τον χειμώνα» είναι κυρίαρχο μεν, αλλά δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολα. Κατά κοινή ομολογία, εάν υπάρξουν κι άλλες αποκαλύψεις για παρακολουθήσεις, «δύσκολα θα μπορεί να σταθεί». Το «δύσκολα», μάλιστα, γίνεται «δεν» στην περίπτωση που αυτές οι (τυχόν) αποκαλύψεις αφορούν γνωστούς πολιτικούς, δημοσιογράφους, επιχειρηματίες.
Εδώ και τρεις εβδομάδες κάποια ονόματα έχουν γίνει… talk of the town. Από τον ψίθυρο μέχρι την αποκάλυψη, όμως, η απόσταση είναι χαώδης.
Η υπόθεση εργασίας είναι πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη «θα πέσει», εάν τα παραπάνω αποδειχθούν αληθή και δουν το φως της δημοσιότητας. Το αμέσως επόμενο ερώτημα είναι «και τι θα γίνει;».
Η μία απάντηση είναι «εκλογές», όπως ζητά μόνο (προς το παρόν) ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία. Η άλλη απάντηση παραπέμπει σε διάδοχη κατάσταση, μόνο που έχει δύο παρακλάδια:
1) Εκλογή νέου προέδρου της ΝΔ από την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος και, άρα, νέου πρωθυπουργού, ο οποίος θα οδηγήσει τη χώρα στις προγραμματισμένες εκλογές τον προσεχή Ιούλιο. Η εν λόγω λύση προϋποθέτει παραίτηση του κ. Μητσοτάκη και διασφάλιση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας της ΝΔ (157 βουλευτές). Η θεματική παρέμβαση του Κώστα Καραμανλή (από την Κρήτη) θεωρήθηκε από αρκετούς ότι μπορεί να δείχνει προς αυτή τη λύση, αλλά ο κ. Μητσοτάκης την απέρριψε λίγες ώρες αργότερα (από τις Σέρρες).
Το εν λόγω σίριαλ μάλλον θα έχει κι άλλα επεισόδια, καθώς η δεξιά παράταξη διαθέτει ισχυρό ένστικτο αυτοσυντήρησης και το ενεργοποιεί όταν πρέπει. Ήδη η φήμη ότι επίκειται και παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, προκειμένου να διαμορφωθεί το εσωκομματικό «παζλ».
2) Λύση με κυβέρνηση εθνικής ενότητας και τρίτο πρόσωπο κοινής αποδοχής στον ρόλο του πρωθυπουργού, όχι κατ' ανάγκη τεχνοκράτη. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει τη στήριξη της πλειοψηφίας της ΝΔ και άλλων κομμάτων (ή ενός ακόμα, τουλάχιστον).
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει σαφές με όλους τους τρόπους ότι δεν θα στηρίξει «ούτε με ψήφο ούτε με ανοχή» μία τέτοια εξέλιξη «εθνικής ενότητας». Στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν είναι λίγοι (αντιθέτως…) αυτοί που θα συμφωνούσαν, πλην όμως τρέμουν την επανάληψη του εκλογικού 2012, όταν «ψάχναμε να βρούμε την ψήφο μας», όπως οι ίδιοι λένε, μετά την εξάμηνη κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ. Η τέλεια εξέλιξη γι' αυτούς θα ήταν «ναι, αλλά μόνο και με τον Τσίπρα μέσα», κάτι που, όμως, όπως αναφέραμε παραπάνω, απορρίπτεται από την Κουμουνδούρου.
Υπάρχει και τρίτη εκδοχή: εκλογές και κυβέρνηση συνεργασίας με πρόσημο που θα βγάλει η κάλπη. Ακόμα και οι «κουτσουρεμένες» δημοσκοπήσεις που έγιναν την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου (παρότι αποτελεί θέσφατο ότι τον Αύγουστο δεν γίνονται δημοσκοπήσεις) έδειξαν ότι η ΝΔ δέχτηκε πλήγμα από τις αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις, οι οποίες «κουμπώνουν» στην εντεινόμενη δυσφορία για τα επερχόμενα λόγω ακρίβειας/ενεργειακής κρίσης.
Ο πρωθυπουργός έκανε σαφές ότι δεν θέλει «να συρθεί» σε πρόωρες εκλογές. Αντιθέτως, κυβερνητικοί υποστηρικτές του εκτιμούν ότι αν η υπόθεση των παρακολουθήσεων δεν έχει συνέχεια και αν γίνουν κινήσεις για την ακρίβεια (κοινώς, «αν πέσει χρήμα»), θα μπορέσει να φτάσει με αξιώσεις στην κάλπη του Ιουλίου.
Προτάσσοντας δε την ανάγκη πολιτικής σταθερότητας, έναντι της αστάθειας που πλήττει σαν ιός ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (μετά την πτώση Ντράγκι έρχονται εκλογές στη Σουηδία, με την ακροδεξιά να σηκώνει, γενικώς, κεφάλι), προστρέχουν στην εκλογική αριθμητική: ξαναρίχνουν στο τραπέζι το γνωστό σενάριο για κατάργηση του εκλογικού νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση το 2019, πριν ακόμα τεθεί σε εφαρμογή, ώστε να επανέλθει το μπόνους των 50 εδρών.
Πέραν του ότι κάτι τέτοιο θα φλερτάρει με αναφορά στο βιβλίο Γκίνες, όπως αναφέρουν οι επικριτές αυτής της κίνησης, ο δισταγμός (σε επιτελείς) πηγάζει από τη μη βεβαιότητα ότι η ΝΔ θα διατηρήσει την εκλογική πρωτιά. «Θα πάμε για μαλλί και θα το δώσουμε… στον Τσίπρα;» είναι το χαρακτηριστικό λογοπαίγνιο.
Εν κατακλείδι: Το σενάριο της αναζήτησης διάδοχης κατάστασης βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη από τις αρχές Αυγούστου. Αν βρεθεί… και συμφωνηθεί, το ευρύτερο «σύστημα εξουσίας» δεν θα έχει λόγο να φοβάται για (τυχόν) νέες, κραυγαλέες αποκαλύψεις στην υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων και θα ρίξει το βάρος στην οικονομία/ακρίβεια. Αν δεν βρεθεί, όλα θα παραμένουν ανοικτά και το σημερινό Μαξίμου θα τρέμει για το «τουβλάκι» που θα γκρεμίσει τον πύργο τζένγκα. Ανά πάσα στιγμή και με οποιαδήποτε αφορμή.
Υ.Γ. Κατά τους υποψιασμένους, οι απαντήσεις θα δοθούν μέσα στο φθινόπωρο, ώστε στην προβολή της όποιας διάδοχης λύσης να λειτουργήσει πιεστικά «ο δύσκολος χειμώνας» που έρχεται.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.