Με αφετηρία του σειρά γεγονότων και κυρίως την πετρελαϊκή κρίση του 1973, ο πληθωρισμός των δεκαετιών 1970, 1980 και 1990 κυμαινόταν σε επίπεδα 15 έως και 35% σε χώρες όπως η Ελλάδα και αποτελούσε σοβαρό πρόβλημα, το οποίο εξαφανίστηκε προς το τέλος της δεκαετίας του 1990.
Ένας από τους σημαντικούς παράγοντες της μείωσης αυτής δεν ήταν τόσο οι «σφιχτές» δημοσιονομικές πολιτικές στη Δύση και η δημιουργία της ευρωζώνης, όσο η είσοδος της Κίνας στην παγκόσμια αγορά αγαθών και υπηρεσιών, με παράλληλο άνοιγμα της οικονομίας της. Θέλοντας να αποκτήσει γρήγορα κυρίαρχη θέση στην παγκόσμια αγορά το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα, εφάρμοσε μια δοκιμασμένη τακτική. Στήριξε την παγκόσμια ζήτηση με την παραγωγή πάμφθηνων, έστω και κακής ποιότητας, προϊόντων, τα οποία από μόνα τους είχαν αντιπληθωριστικό χαρακτήρα.
Την ίδια στιγμή, προσέλκυε ακριβές σε εργασία δυτικές βιομηχανικές δραστηριότητες, μέσω των οποίων αγόραζε δωρεάν βιομηχανική τεχνογνωσία. Έτσι, στην αχανή αυτή χώρα με τις απίστευτες εισοδηματικές ανισότητες, άρχισε να δημιουργείται μια σχετικά πλούσια μεσαία τάξη, πιστή στο ΚΚΚίνας, η οποία με τη σειρά της ξεκίνησε την ενσωμάτωσή της στον υπό διαμόρφωση τη δεκαετία του 1990 νέο παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας. Στον οποίο πολύ γρήγορα, οι ευφυείς Κινέζοι κατάκτησαν σοβαρά μερίδια συμμετοχής, με τα ανάλογα μερίδια αγοράς
Όλες οι παραπάνω εξελίξεις συνέβαλαν αποφασιστικά στην αποδυνάμωση του πραγματικού πληθωρισμού στη Δύση και μπορούμε να πούμε ότι άθελά του, ο Κινεζικός Κομμουνισμός προσέφερε ένα καλό δώρο στη δυτικού τύπου σοσιαλδημοκρατία. Στην ουσία, οι Κινέζοι εργάτες πλήρωναν τις 35 ώρες εργασίας στη Γαλλία, τις 10 εβδομάδες διακοπές στη Σκανδιναβία και τη μηδενική παραγωγικότητα του ενός εκατομμυρίου μη εργαζομένων στο ελληνικό δημόσιο.
Από την άλλη πλευρά όμως, μέσα σε 25 χρόνια, η Κίνα, χάρη στην πολιτική της, έγινε δεύτερη οικονομική δύναμη στον κόσμο, μπήκε με τεράστιες αξιώσεις στο γεωπολιτικό παίγνιο, κατέκτησε τις μισές και πλέον αφρικανικές πρώτες ύλες και τώρα κάνει ό,τι μπορεί για να πλήξει με πληθωρισμό τη Δύση και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ, θέλοντας να έχει και στρατιωτική ισοτιμία με τη μεγάλη δυτική δύναμη.
Όλα τα παραπάνω, πολύ απλά, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο πραγματικός πληθωρισμός επανακάμπτει στη διεθνή οικονομία, ιδιαίτερα δε στον δυτικό κόσμο που τον είχε ξεχάσει.
Κατά την εκτίμησή μας, έξι είναι οι λόγοι που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στη Δύση ο πληθωρισμός θα έχει πενταετή το λιγότερο διάρκεια:
- Το κόστος παραγωγής των δυτικών προϊόντων θα ανεβαίνει γιατί όλο και περισσότερο θα παράγονται στη Δύση και όχι σε χώρες χαμηλού συγκριτικά κόστους.
- Το κόστος της ενέργειας θα παραμένει υψηλό ανεξάρτητα των εξελίξεων στις δυτικο-ρωσικές σχέσεις. Ο κρατισμός καλά θα κρατεί και θα εισπράττει ενεργειακούς φόρους.
- Η συνεχιζόμενη άνοδος των τιμών δεν έχει ημερομηνία λήξεως. Στο επίπεδο που έχει επιτευχθεί επί του παρόντος, ο κόσμος δεν θα αποδεχθεί μια τέτοια μείωση της αγοραστικής δύναμης και, ακόμη και αν δεν είναι προς το συμφέρον του μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, θα απαιτήσει σημαντικές αυξήσεις μισθών, τις οποίες και θα λάβει προκειμένου να αποφευχθεί μια γενικότερη κοινωνική εξέγερση. Ως εκ τούτου, ο βρόχος μισθών/πληθωρισμού θα ξεκινήσει με τις γνωστές επιπτώσεις του στη διατηρησιμότητα του πληθωρισμού.
- Η περίφημη «πράσινη μετάβαση» έχει πανύψηλο κόστος και είναι παραπλανητικό να μη γίνεται λόγος για το ύψος του. Εξάλλου, πριν την ουκρανική κρίση, η πράσινη μετάβαση είχε ήδη τροφοδοτήσει πληθωριστικές πιέσεις
- Ακόμη και αν η γεωργική παραγωγή επηρεάζεται σχετικά λιγότερο στην Ελλάδα, με όλους τους υγειονομικούς περιορισμούς που επιβάλλει η Ευρώπη, η απόδοση θα είναι αναγκαστικά χαμηλότερη και ως εκ τούτου, οι τιμές υψηλότερες. Και αυτή η πληθωριστική πίεση είχε προηγηθεί του πολέμου στην Ουκρανία.
- Θα πρέπει να συνηθίσουμε σε μια απότομη αύξηση της τιμής των πρώτων υλών για δύο λόγους: το κόστος μεταφοράς τους μπορεί να αυξηθεί και αν είναι απαραίτητο να ανοίξουν ξανά εγκαταλελειμμένα ορυχεία, θα είναι επίσης εκεί με αύξηση της τιμής τους.
Συμπερασματικά, η πληθωριστική πίεση θα παραμείνει το λιγότερο σε επίπεδα 5%-12%, για κάποια χρόνια και όσο κάποιες χώρες και πολιτικές ομάδες στη Δύση για λόγους χυδαίου λαϊκισμού θα υπονομεύουν την παγκοσμιοποίηση, το φαινόμενο θα διατηρείται και θα μεγαλώσει ενδεχομένως. Αυτή είναι όμως μια άλλη μεγάλη ιστορία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.