Η Ελλάδα για πολλά χρόνια υπολειπόταν των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας, βάσει του δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI), καταλαμβάνοντας σταθερά μια από τις τελευταίες θέσεις του.
Όμως, όπως όλα δείχνουν, η φετινή χρονιά θα είναι διαφορετική, καθώς η θέση της χώρας αναμένεται να αναβαθμιστεί στη γενική κατάταξη και αυτό για όλους που δραστηριοποιούνται στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) είναι πολύ σημαντικό. Η Ελλάδα μεταρρυθμίζεται σταθερά και βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο, υπάρχουν πολλά ακόμη που απομένει να γίνουν προκειμένου το κράτος και οι πολίτες να μπορούν να απολαμβάνουν τα οφέλη της ψηφιακής επανάστασης.
Τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας είναι λίγο-πολύ γνωστά και συντίθενται κυρίως στην εσωστρέφεια, τη χαμηλή παραγωγικότητα, τη χαμηλή διείσδυση των νέων τεχνολογιών και της καινοτομίας, τη μη αποτελεσματική λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης (διοικητικά και ρυθμιστικά βάρη στις επιχειρήσεις), την υπέρμετρη φορολόγηση των εισοδημάτων κ.λπ.
Η ψηφιακή μετάβαση αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για τη χώρα μας, για την οποία οφείλουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να συνεργαστούν. Με το πρόγραμμα Greece 2.0, που αποτελεί το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και του Εταιρικού Συμφώνου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΣΠΑ), η Ελλάδα έχει μια μοναδική ευκαιρία να περάσει στην ψηφιακή εποχή αξιοποιώντας τα προγράμματα έγκαιρα και στο έπακρο.
Το πρόγραμμα για την επόμενη πενταετία προβλέπει 106 επενδύσεις και 68 μεταρρυθμίσεις, ύψους €31,16 δισ. (18,43 δισ. σε ενισχύσεις και 12,73 δισ. σε δάνεια). Επιδίωξη είναι η κινητοποίηση συνολικών επενδυτικών πόρων της τάξεως των €57 δισ. Και στόχος είναι η αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 7% και δημιουργία 180.000-200.000 νέων θέσεων εργασίας έως το 2026. Η κατανομή του προγράμματος γίνεται σε 4 πυλώνες:
- Πράσινη Μετάβαση (€ 6 δισ.)
- Ψηφιακός Μετασχηματισμός (€ 2 δισ.)
- Απασχόληση, Δεξιότητες, Κοινωνική Συνοχή (€ 5,2 δισ.)
- Ιδιωτικές Επενδύσεις και Μετασχηματισμός της Οικονομίας (€ 4,8 δισ.)
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να κατανοηθεί ότι οι πόροι αυτοί θα πρέπει να διατεθούν με σκοπό να ενισχύσουν την παραγωγική δομή, την εξεύρεση νέων πηγών οικονομικής ανάπτυξης και την αλλαγή του προσανατολισμού της ελληνικής οικονομίας και όχι απλά για μια προσωρινή αύξηση της κατανάλωσης, όπως συνέβη σε μεγάλο βαθμό στο παρελθόν, που είχε ως αποτέλεσμα η χώρα να μπει σε βαθιά οικονομική κρίση.
Από τα παραπάνω κεφάλαια προβλέπεται η χρηματοδότηση (άμεσα και έμμεσα) άνω των €6 δισ. σχετικών δράσεων του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους, όπως υποδομές 5G στους αυτοκινητόδρομους, cloud services, digital office, ψηφιοποίηση σημαντικών αρχείων της δημόσιας διοίκησης (Κτηματολόγιο, Δικαιοσύνη, ΕΦΚΑ, Νοσοκομεία, πολεοδομίες, κλπ.), διαλειτουργικότητα μεταξύ των συστημάτων των φορέων του κράτους, CRMS, Gov-ERP, Ηλεκτρονική Τιμολόγηση, Smart Cities, Ψηφιακός Μετασχηματισμός Υγείας και Δικαιοσύνης κ.λπ.
Η πρόσφατη ανακοίνωση του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, που αφορά προγράμματα χρηματοδότησης ύψους περίπου €320 εκατ., για εφαρμογές Έξυπνων Πόλεων στους Δήμους της χώρας, αποτελεί επίσης μια τεράστια ευκαιρία για τις διοικήσεις των δήμων να αξιοποιήσουν τα προγράμματα αυτά, αφήνοντας ουσιαστικό έργο πίσω τους για την ασφάλεια, τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών και την τοπική οικονομία. Οι εφαρμογές αυτές θα πρέπει να έχουν πολύ συγκεκριμένα και χειροπιαστά αποτελέσματα προστιθέμενης αξίας για τον πολίτη και τις τοπικές επιχειρήσεις, προωθώντας τη στρατηγική στην οποία οι πολίτες και οι επιχειρήσεις θα συμμετέχουν στη διαδικασία συνδημιουργίας της έξυπνης πόλης.
Όμως το ζήτημα, που ταυτόχρονα αποτελεί και το μεγάλο στοίχημα της χώρας, είναι κατά πόσο οι μηχανισμοί του δημοσίου και οι σχετικές διαδικασίες με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο έχουν τη δυνατότητα αυτής της απορρόφησης. Αν σκεφτεί κανείς πως η δέσμευση της χώρας μας στο πλαίσιο αυτό είναι να συμβασιοποιήσει το 70% των κονδυλίων μέχρι το τέλος του 2022 (!), μπορεί να γίνει αντιληπτό το τεράστιο μέγεθος της απαιτούμενης αλλαγής σε εξαιρετικά μικρό χρονικό ορίζοντα και η ευθυγράμμιση όλων των ενδιαφερόμενων στον εθνικό αυτό στόχο.
Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθούν ευέλικτα μοντέλα ανάθεσης έργων (κάτι που ισχύει εδώ και πολλά χρόνια στην ΕΕ, αλλά προβλέπεται και από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο ν. 4782/2021, ν. 4412/ 2016), όπως o μηχανισμός των συμβάσεων-πλαίσιο (framework agreements) με τη συμμετοχή σχημάτων υποψήφιων αναδόχων με ικανότητα και αποδεδειγμένη εμπειρία, με τις οποίες ακόμα και αν η ωριμότητα των έργων δεν είναι στον βαθμό που απαιτείται, αυτή μπορεί να επιτευχθεί εντός της σύμβασης-πλαίσιο, κατά τη διαδικασία των εκτελεστικών αναθέσεων (μελέτη-κατασκευή).
Τα σχήματα αυτά των υποψήφιων αναδόχων θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν και εταιρείες με ειδική θεματική γνώση, έτσι ώστε το έργο να διαχυθεί στο θεματικό οικοσύστημα των παρόχων, διατηρώντας διαχειρίσιμη τη διοίκησή του. Εξυπακούεται βέβαια ότι η υιοθέτηση ευέλικτων μοντέλων δεν συνεπάγεται έκπτωση στους κανόνες αξιολόγησης-επιλογής των αναδόχων, στην ποιότητα και την αρτιότητα των έργων και στους χρόνους παράδοσής τους.
Τονίζεται με έμφαση ότι είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί και να απορροφήσει τόσο μεγάλα κονδύλια, σε πολύ στενά χρονικά όρια και αντίστοιχα ορόσημα, που μόνο με στοχευμένη και έξυπνη στρατηγική θα μπορούσε να το επιτύχει. Το έργο του ψηφιακού μετασχηματισμού που θα πρέπει να υλοποιηθεί στην εξαετία 2021-2027 είναι τόσο μεγάλο, που πραγματικά αποτελεί ένα μεγάλο ερώτημα αν οι διαθέσιμοι πόροι των εταιρειών ΤΠΕ, κυρίως εξειδικευμένο προσωπικό υψηλού επιπέδου, επαρκούν.
Είναι συνεπώς τεράστια, ίσως και μοναδική, ευκαιρία επαναπατρισμού των εξειδικευμένων ανθρώπων μας, που αναγκάστηκαν λόγω της κρίσης να φύγουν τα προηγούμενα χρόνια (brain drain), για αναζήτηση καλύτερης τύχης στο εξωτερικό και να αξιοποιηθούν στον μέγιστο βαθμό στη χώρα μας. Όμως για να γίνει αυτό, θα πρέπει να συνειδητοποιηθεί ότι το επίπεδο των μισθών, ειδικά στην τεχνολογία, παγκοσμίως αυξάνει ραγδαία, λόγω της μεγάλης ζήτησης εξειδικευμένων στελεχών.
Αυτό σημαίνει πως και η κοστολόγηση των έργων, από την πλευρά του Ελληνικού Δημοσίου, θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί ανάλογα, ώστε οι ελληνικές εταιρείες που επιχειρούν με έργα ΤΠΕ στο Ελληνικό Δημόσιο να είναι ανταγωνιστικές και να έχουν την ικανότητα να προσελκύσουν αξιόλογο εξειδικευμένο δυναμικό.
Το μέλλον της Ελλάδας είναι ψηφιακό, τόσο για την οικονομία όσο και για την κοινωνία των πολιτών… και είναι το μέλλον που μας αξίζει.
(*) Ο Στρατής Καλογρίδης είναι Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός, Director, επικεφαλής της επιχειρηματικής μονάδας Δημοσίου & Προϊόντων λογισμικού της εταιρείας UniSystems SMSA, Quest Group.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.