Η ραγδαία εξέλιξη της ιατρικής και φαρμακευτικής τεχνολογίας έχει φέρει μεγάλες αλλαγές στο χώρο της υγείας, περισσότερες εξατομικευμένες θεραπείες, καλύτερα αποτελέσματα, επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής, αλλά και υψηλότερες κεφαλαιουχικές δαπάνες και μεγαλύτερο κόστος. Τα δημόσια συστήματα υγείας στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, όπως και τα ασφαλιστικά συστήματα, δημόσια και ιδιωτικά οδηγούνται τα τελευταία χρόνια στην αναθεώρηση και την αναπροσαρμογή των πολιτικών τους για να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα.
Ο τομέας της παροχής υπηρεσιών υγείας μετατρέπεται σε τομέα έντασης κεφαλαίου. Είναι ένας από τους βασικούς λόγους, που οι μεταρρυθμίσεις στα συστήματα υγείας στις περισσότερες χώρες της ΕΕ επιδίωξαν και επιδιώκουν να αυξήσουν το ρόλο του ιδιωτικού τομέα στην παροχή υγειονομικής περίθαλψης. Αυτό δεν αμφισβητεί το ρόλο του δημόσιου τομέα, ο οποίος παραμένει ο κυρίαρχος χρηματοδότης και πάροχος της υγειονομικής περίθαλψης στη χώρα μας, όπως και στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ.
Τις τελευταίες δεκαετίες το μέγεθος της ιδιωτικής χρηματοδότησης έχει αυξηθεί αισθητά. Και ένας από τους βασικούς λόγους είναι οι συνεχείς επενδύσεις που απαιτούνται για τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση του εξοπλισμού, ώστε να παραμένει πάντα στην τεχνολογική αιχμή, που απαιτείται προκειμένου να παρέχει υψηλής ποιότητας, σύγχρονες υπηρεσίες.
Καθώς η δευτεροβάθμια περίθαλψη γίνεται όλο και πιο ακριβή, θεωρούμε ότι η ασφαλιστική αγορά θα πρέπει σταδιακά να αναθεωρήσει το προϊόν της και να στρέψει την προσοχή της στην πρόληψη και την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Με τα κατάλληλα πακέτα και προγράμματα μπορεί να φέρει τις διαγνωστικές υπηρεσίες στο προσκήνιο των παροχών προς τους ασφαλισμένους.
Όλοι γνωρίζουμε ότι το προλαμβάνειν είναι καλύτερο του θεραπεύειν και εν προκειμένω για τις ασφαλιστικές εταιρίες και το ασφαλιστικό σύστημα εν γένει, η πρόληψη είναι οικονομικότερη από την κάλυψη του κόστους περίθαλψης, που παραμένει βέβαια στον πυρήνα της ασφάλισης.
Στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται μεγάλα θεσμικά κεφάλαια επενδύουν στο χώρο της Υγείας, εκτιμώντας ότι πρόκειται για έναν τομέα με πολλά περιθώρια ανάπτυξης και μη ευμετάβλητες ροές πόρων. Στην Ελλάδα είδαμε τα τελευταία χρόνια μεγάλα funds του εξωτερικού να δραστηριοποιούνται ενεργά στον τομέα, δημιουργώντας έναν ιδιωτικό πόλο παροχής ιατρονοσηλευτικών υπηρεσιών υψηλού επιπέδου.
H πανδημία του Covid-19 βρήκε το σύστημα υγείας ακριβώς την ώρα που η εγχώρια οικονομία ανέκαμπτε από τη μεγάλη κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, με εμφανείς ακόμα τις επιπτώσεις στο δημόσιο σύστημα υγείας. Η συμβολή του ιδιωτικού τομέα υπήρξε καθοριστική στη μάχη που έδωσε και εξακολουθεί να δίνει με επιτυχία το δημόσιο για να ανταπεξέλθει στα έκτακτα δεδομένα της πανδημίας.
Η σύμπραξη με το δημόσιο τομέα ήταν απαραίτητη και βέβαια αποτελούσε και αποτελεί καθήκον όλων εμάς, που δραστηριοποιούμαστε στον τομέα της Υγείας. Ο όμιλος της Εuromedica διέθεσε ορισμένες από τις κλινικές του για non covid -19 ασθενείς, καθώς και μία από τις μονάδες για ασθενείς με Covid 19. Και θα το ξανακάνει αν χρειαστεί, παράλληλα με τους άλλους ιδιώτες παρόχους.
Για την περαιτέρω ενδυνάμωση της συνεργασίας του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα στο χώρο της υγείας, σημαντικές είναι οι δυνατότητες που δίνει η από κοινού ανάπτυξη μέσω ΣΔΙΤ. Το δημόσιο σύστημα θα μπορεί να βασιστεί στον ιδιωτικό τομέα για την υλοποίηση σημαντικών επενδύσεων, οι οποίες θα χρειαστούν για την περαιτέρω αναβάθμιση των υποδομών υγείας.
Η Εuromedica έχει ήδη δηλώσει το παρών, εκφράζοντας το ζωηρό ενδιαφέρον της για μία τέτοια προοπτική. Όχι μόνον στην Αθήνα αλλά και σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Τα ΣΔΙΤ στην Υγεία δεν αντικαθιστούν το κράτος. Απλώς το βοηθούν να πετύχει ταχύτερα τους στόχους του, προκειμένου το ίδιο να παρέχει καλύτερες υπηρεσίες στους πολίτες.
Καθώς επανερχόμαστε στην κανονικότητα, εμφανίζονται νέα προβλήματα, απότοκα της πανδημίας. Ο Covid -19 βρήκε τη χώρα μας με έντονο το αποτύπωμα του brain drain στο ιστρονοσηλευτικό προσωπικό. Ο δημόσιος τομέας για να καλύψει τις έκτακτες ανάγκες νοσηλείας απορρόφησε πολλούς γιατρούς και πολύ περισσότερους νοσηλευτές από την ιδιωτική δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας. Καθώς ο συνολικός αριθμός του επιστημονικού προσωπικού, γιατρών και νοσηλευτών δεν αυξάνεται από τη μία ημέρα στην άλλη, η μετακίνηση μεγάλου αριθμού εξειδικευμένων στελεχών από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα έχει αυξήσει την πίεση στο κόστος προσωπικού του ιδιωτικού τομέα.
Η επόμενη ημέρα στην παροχή διαγνωστικών και νοσηλευτικών υπηρεσιών θα απαιτήσει νέα κεφάλαια, περισσότερη εξειδίκευση, διαρκή παρακολούθηση των εξελίξεων. Οσο πιο άμεση θα είναι η ανταπόκριση όλων των συμμετεχόντων, του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και τους ασφαλιστικού συστήματος στα νέα δεδομένα , τόσο ταχύτερα και καλύτερα θα είναι τα αποτελέσματα.
* Ο κ. Αλέξης Κομνηνός είναι σύμβουλος διοίκησης του ομίλου Euromedica. O όμιλος διαθέτει δίκτυο διαγνωστικών κέντρων, κλινικών και κέντρων αποκατάστασης σε πολλές περιοχές της χώρας και λειτουργεί με τη στήριξη του αμερικανικού επενδυτικού κεφαλαίου Farallon.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.