Σύμφωνα με πρόσφατη απόφαση της Επιτροπής που ερμηνεύει τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) «IFRS Interpretations Committee», η πρόβλεψη για αποζημίωση του προσωπικού λόγω συνταξιοδότησης πρέπει να σχηματίζεται μόνο κατά τα τελευταία 16 έτη εργασίας, βάσει ενός σκεπτικού που αναλύεται σε 33 σελίδες.
Ειδικότερα, το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 19 (ΔΛΠ 19) καθορίζει την αποτίμηση, τις λογιστικές απεικονίσεις και τις γνωστοποιήσεις για τις παροχές σε εργαζόμενους μετά την συνταξιοδότηση, επηρεάζοντας τις οικονομικές καταστάσεις των εταιρειών που ακολουθούν τα Διεθνή, αλλά και κατ’ επέκταση τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα.
Στην Ελληνική αγορά η πιο συνήθης παροχή είναι η εφάπαξ παροχή κατά τη συνταξιοδότηση, δυνάμει του ν. 2112/1920 και της τροποποίησής του από τον ν. 4093/2012. Συγκεκριμένα, από το νομικό πλαίσιο αυτό, καθορίζεται το πλήθος των μισθών που δικαιούται ένας εργαζόμενος ως εφάπαξ παροχή μετά την συνταξιοδότησή του, ανάλογα με τα έτη εργασίας στον εργοδότη.
Στην Ελλάδα ακολουθούνται κυρίως δύο μεθοδολογίες κατά την εφαρμογή του ΔΛΠ19, για τον επιμερισμό της πρόβλεψης για εφάπαξ παροχή στο προσωπικό λόγω συνταξιοδότησης. Η πρώτη μέθοδος κατανέμει την υποχρέωση σε όλα τα έτη εργασίας, ενώ η δεύτερη μέθοδος κατανέμει την υποχρέωση στα πρώτα 16 έτη εργασίας, ακολουθώντας την κλίμακα του ν.4093/2012.
Πλέον η Επιτροπή των ΔΠΧΑ έρχεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο έτσι ώστε όλη η αγορά να ακολουθεί ενιαία μεθοδολογία και να διασφαλίζεται η συνέπεια αποτίμησης και η συγκρισιμότητα μεταξύ εταιρειών.
Σε όλες τις περιπτώσεις οι αναλογιστικές υποχρεώσεις που θα προέκυπταν βάσει των διαφορετικών επιμερισμών θα κατέληγαν στο ίδιο ποσό στο έτος συνταξιοδότησης, αλλά με διαφορετικά μεγέθη στα προηγούμενα έτη. Ο μερισμός σε όλα τα έτη εργασίας οδηγεί σε «μεσαίες» αναλογιστικές υποχρεώσεις, ο μερισμός στα πρώτα 16 έτη εργασίας οδηγεί σε «υψηλότερες», ενώ ο μερισμός στα τελευταία 16 έτη εργασίας οδηγεί σε «χαμηλότερες» αναλογιστικές υποχρεώσεις.
Για παράδειγμα, σε μια εταιρεία 400 εργαζομένων με μέση ηλικία τα 39 έτη και μέση προϋπηρεσία τα 7 έτη η αναλογιστική υποχρέωση θα ήταν 700 χιλ. ευρώ βάσει όλων των ετών εργασίας στον εργοδότη, 1.150 χιλ. ευρώ βάσει των πρώτων 16 ετών, ενώ βάσει των τελευταίων 16 ετών θα ήταν 350 χιλ. ευρώ.
Άρα προφανώς, η απόφαση αυτή θα οδηγήσει σε ιδιαίτερα μειωμένες υποχρεώσεις για παροχές προς το προσωπικό στους ισολογισμούς, επηρεάζοντας αντίστοιχα θετικά την καθαρή θέση των εταιρειών.
Το πιο σημαντικό σημείο είναι πως μηδενίζεται πλέον η αναλογιστική υποχρέωση από την στιγμή της πρόσληψης μέχρι και 16 έτη πριν την συνταξιοδότηση. Δηλαδή, στην περίπτωση που η ηλικία συνταξιοδότησης είναι τα 62 έτη, τότε η αναλογιστική υποχρέωση και επομένως η υποχρέωση ισολογισμού για τον συγκεκριμένο εργαζόμενο είναι μηδέν μέχρι την ηλικία των 46 (62-16).
Συμπερασματικά, η επίδραση που θα έχει στις οικονομικές καταστάσεις μιας εταιρείας θα εξαρτηθεί από την ηλικιακή κατανομή των εργαζομένων της. Μια εταιρεία με ηλικιακά νεότερους εργαζόμενους θα επηρεαστεί περισσότερο από μια εταιρεία με ηλικιακά μεγαλύτερους εργαζόμενους.
Η απόφαση αυτή επικυρώθηκε από τη συνεδρίαση της 1ης Δεκεμβρίου 2020, κατά τη διάρκεια της οποίας διατυπώθηκαν θέσεις υπέρ της κατανομής της υποχρέωσης σε όλα τα έτη εργασίας, που είναι η συνήθης προσέγγιση σε άλλες χώρες όπως Γαλλία, Βραζιλία, Χιλή και Ταϊβάν, αλλά εν τέλει όλοι οι συμμετέχοντες συμφώνησαν στον μερισμό της υποχρέωσης στα τελευταία 16 έτη εργασίας λόγω του ιδιαίτερου μοτίβου που ακολουθεί η συγκεκριμένη παροχή.
Προφανώς, η ερμηνεία αυτή της Επιτροπής των ΔΠΧΑ δεν σχετίζεται με το νομικό ή το εργασιακό πλαίσιο, αλλά αφορά τον τρόπο που μια εταιρεία αποτιμά, σχηματίζει διαχρονικά και απεικονίζει στις οικονομικές της καταστάσεις τις προβλέψεις για τις παροχές προς το προσωπικό μετά την συνταξιοδότηση.
*Η κα Μαριάννα Ανυφαντή ([email protected]) είναι Αδειούχος Αναλογιστής Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων, Διευθύνουσα Σύμβουλος στην εταιρεία ANRAS P.C. και διαθέτει πολυετή εμπειρία στην ασφαλιστική αγορά. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Μαθηματικών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοχος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Μαθηματικά της Αγοράς και της Παραγωγής» του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αδειούχος Αναλογιστής Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων και μέλος της Ένωσης Αναλογιστών Ελλάδος από το 2007.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.