Η μελέτη της εξωτερικής εταιρικής χρηματοδότησης είναι πολύ δημοφιλής τα τελευταία χρόνια με μια σειρά από έρευνες που εξετάζουν τη σχέση της με την απασχόληση, τη μόχλευση, το μέγεθος μιας εταιρίας, τα κέρδη προ φόρων και άλλους σημαντικούς χρηματοοικονομικούς παράγοντες. Τα εταιρικά ομόλογα όμως δεν είχαν λάβει την αντίστοιχη προσοχή στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία.
Σε έρευνα που πραγματοποιήσαμε με τον Καθηγητή Δημήτριο Θωμάκο (**), εξετάσαμε για πρώτη φορά την επίδρασή τους στην απασχόληση κάτω από συνθήκες οικονομικής ύφεσης. Εστιάζουμε την έρευνά μας στην Ελλάδα, γιατί είναι η χώρα που επλήγη περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. κατά τη διάρκεια της κρίσης, με πτώση του Α.Ε.Π. κατά -22% περίπου από το 2008 έως το 2014.
Οι αγορές εταιρικών ομολόγων σε Η.Π.Α. και Ε.Ε. έχουν αναπτυχθεί έντονα τα τελευταία χρόνια, η οποία φανερώνει μια διαρθρωτική αλλαγή στην εταιρική χρηματοδότηση. Δεδομένου ότι ο τραπεζικός δανεισμός συρρικνώθηκε αρκετά στην περιφέρεια της Ε.Ε., οι εταιρίες στρέφονται όλο και περισσότερο στην αγορά έκδοσης χρέους. Επιπλέον, οι επενδυτές αναζητούν υψηλότερες αποδόσεις, καθώς τα κρατικά ομόλογα προσφέρουν ιστορικά χαμηλές αποδόσεις.
Για παράδειγμα στις Η.Π.Α. το 2016 οι αυξήσεις κεφαλαίων με έκδοση νέων μετοχών ανήλθε στα 200 δισ. δολάρια περίπου, ενώ το σύνολο των εταιρικών ομολόγων έφτασε το 1,5 τρισ. δολάρια. Ομοίως, στην Ε.Ε., είχαν εκδοθεί 345 δισ. ευρώ εταιρικών ομολόγων, ενώ το ποσό ήταν λιγότερο από το ήμισυ το 2007.
Στην Ελλάδα, τα εταιρικά ομόλογα είχαν αντίστοιχη εικόνα. Μεγάλες εταιρείες και τράπεζες αξιοποιήσαν την αγορά ομολόγων, υποδεικνύοντας κατά κάποιο τρόπο την ανάγκη τους να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση για τις αναπτυξιακές τους στρατηγικές. Επιπλέον, εταιρείες με υψηλή φήμη στο εξωτερικό και καλή πιστοληπτική ικανότητα, μπορούν να συγκεντρώνουν μεγάλα κεφαλαία από τις διεθνείς αγορές, καθώς τείνουν να εκδίδουν εταιρικά ομόλογα όταν η εγχώρια οικονομία είναι αδύναμη. Μερικές φορές δε, οι οικονομικές καταστάσεις μιας εταιρείας φέρει καλύτερα νούμερα από τις «οικονομικές καταστάσεις» ενός κράτους και οι επενδυτές εμπιστεύονται πάντα τους αριθμούς.
Συνεπώς, η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση τονίζει τη σημασία της κατανόησης του τρόπου με τον οποίο οι συνθήκες της χρηματοπιστωτικής αγοράς επηρεάζουν την πραγματική οικονομία. Όταν ξεκίνησε η κρίση, αρκετές ευρωπαϊκές εταιρίες είχαν μη βιώσιμο χρέος και οι επενδύσεις μειώθηκαν απότομα. Οι μεγαλύτερες πτώσεις που σημειώθηκαν στην περιφέρεια της Ε.Ε. ήταν στην Ελλάδα, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Εσθονία, Σλοβενία, Λιθουανία, ενώ Γερμανία, Ολλανδία και Αυστρία παρέμειναν σχεδόν ανεπηρέαστες.
Η Ελλάδα επλήγη σκληρά από την ύφεση, οι εταιρίες αδυνατούσαν να αντλήσουν κεφάλαια από το τραπεζικό σύστημα και αυτό είχε αντίκτυπο στη λειτουργική τους συμπεριφορά, λόγω της αυξημένης οικονομικής πίεσης. Οι τράπεζες με τη σειρά τους δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στη διοχέτευση κεφαλαίων στην αγορά λόγω της έκθεσής τους στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ενώ ταυτόχρονα συνεχίστηκε η απομόχλευση της ελληνικής οικονομίας.
Μέχρι την πλήρη αποκατάσταση των ελληνικών τραπεζών και τον πραγματικό τους ρόλο στην οικονομία, οι εταιρείες είχαν πρόσβαση σε μια εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης, τα «εταιρικά ομόλογα», τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για να επενδύσουν στην βιώσιμη ανάπτυξή τους και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Επομένως, η μελέτη ασχολείται με μια ενδιαφέρουσα περίπτωση μιας οικονομίας που εισέρχεται σε ύφεση και ως εκ τούτου θα μπορούσε να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την εταιρική συμπεριφορά σε τέτοιες συνθήκες.
Η εμπειρική μας ανάλυση βασίζεται σε ένα σύνολο δεδομένων με εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, από το 2001 έως το 2014 και εξετάζουμε την επίδραση των εταιρικών ομολόγων στην απασχόληση πριν και κατά την περίοδο της ελληνικής οικονομικής κρίσης, στην οποία το τραπεζικό σύστημα είναι ευάλωτο και δεν μπορεί να προσφέρει χρηματοδότηση στις επιχειρήσεις. Χωρίσαμε το δείγμα μας σε δύο περιόδους, 2001-2010 ως περίοδο προ κρίσης και 2010-2014 ως περίοδος ύφεσης.
Ο λόγος που επιλέξαμε το 2010 ως έτος αλλαγής οφείλεται στο γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο με την Ε.Ε. και το Δ.Ν.Τ. προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κρίση χρέους της χώρας. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα εταιρικά ομόλογα έχουν θετική επίδραση στην απασχόληση στο δείγμα πριν από την κρίση, υποδηλώνοντας ότι οι εταιρείες προσλαμβάνουν υπαλλήλους και προχωρούν στο επενδυτικό τους πλάνο. Αντίθετα, κατά τη διάρκεια της ύφεσης, τα εταιρικά ομόλογα έχουν αρνητική επίδραση στην απασχόληση. Οι εταιρίες μειώνουν το κόστος τους και προσπαθούν να ελέγξουν τις υποχρεώσεις τους.
Τα αποτελέσματα αποτελούν μια πρώτη ένδειξη για πρώτη φορά στην παγκόσμια βιβλιογραφία σχετικά με την επίδραση των εταιρικών ομολόγων στην απασχόληση. Θα μπορούσαν επίσης τα δεδομένα να περιλαμβάνουν μισθολογικά κόστη, έξοδα έρευνας και ανάπτυξης, συγχωνεύσεις, πιστοληπτικές αξιολογήσεις κλπ. για περαιτέρω έρευνα.
* Ο Σωτήρης Καραγιάννης (φωτ.) είναι Σύμβουλος Ανάπτυξης Επιχειρήσεων της NOΙSIS A.E. και Υποψήφιος Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
** Ο Δημήτρης Θωμάκος είναι Πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και Καθηγητής Εφαρμοσμένης Οικονομετρίας.
*** Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό “Review of Economic Analysis” το 2020.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.