Οι πρακτικές των servicers στη μάχη των «κόκκινων» δανείων

Τι δείχνει η εμπειρία από τις κινήσεις τους απέναντι στους δανειολήπτες. Τι ζητούν τα funds, ποιες προβλέψεις του Κώδικα Δεοντολογίας «αμελούν» και πώς πρέπει να κινηθούν οι ενδιαφερόμενοι. Γράφει ο δικηγόρος Γ. Ψαράκης.

Οι πρακτικές των servicers στη μάχη των «κόκκινων» δανείων
  • του Γιώργου Ψαράκη*

Το ερώτημα που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο μυαλό των περισσότερων δανειοληπτών, μετά την μαζική ανάθεση διαχείρισης δανειακών χαρτοφυλακίων σε Funds (Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων), είναι αν τελικώς θα βρουν απέναντί τους έναν πιο διαλλακτικό συνομιλητή ή όχι. Η μέχρι τώρα εμπειρία μας, έχει δείξει τα εξής:

1. Τα Funds έχουν την επιθυμία να ρευστοποιήσουν όσο πιο γρήγορα μπορούν τις εμπράγματες εξασφαλίσεις τους (ενέχυρα, προσημειώσεις κοκ) ούτως ώστε να μειώσουν τον χρόνο αποεπένδυσης. Αυτό τα καθιστά πολύ περισσότερο επιθετικά από τα πιστωτικά ιδρύματα, που λόγω και της πληθώρας φακέλων που είχαν να χειριστούν δεν προχωρούσαν με γρήγορους ρυθμούς. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι πλέον ο όγκος των καθυστερούμενων δανείων τελεί υπό διαχείριση όχι μόνο από τα πέντε βασικά πιστωτικά ιδρύματα αλλά και από τις 22 Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων (σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος του Νοεμβρίου του 2019). Ο όγκος δηλαδή υποθέσεων που παλαιότερα τύγχανε διαχείρισης από πέντε εταιρείες (τράπεζες), πλέον εξυπηρετείται από 27 εταιρείες (τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης μαζί).

2. Γράφεται ότι οι εταιρείες διαχείρισης αποτελούν την συνέχεια των πιστωτικών ιδρυμάτων με καλύτερα προγράμματα διαχείρισης και μεγαλύτερη ευελιξία στην διαμόρφωση προτάσεων. Ωστόσο δεν παρατηρείται κάποια αλλαγή μεθοδολογίας διεκδίκησης των απαιτήσεων ή κάποια αλλαγή στις προτεινόμενες ρυθμίσεις. Η «τεχνογνωσία και η χρήση σύγχρονων μεθόδων» δεν δίνει διαφορετικές λύσεις στους δανειολήπτες, όταν όλες οι δυνατές λύσεις ήδη έχουν περιγραφεί αναλυτικά στον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών. Εξάλλου και οι υπάλληλοι των εταιρειών αυτών προέρχονται, κυρίως, από τα ίδια τα τμήματα καθυστερήσεων των τραπεζών.

3. Oι εταιρείες αυτές έχουν ως στόχο την γρήγορη είσπραξη που, ανάλογα με τον επενδυτή που βρίσκεται πίσω από αυτές, κυμαίνεται από 3-10 έτη περίπου. Ήδη αυτή η διαφοροποίηση τις καθιστά λιγότερο ευέλικτες από τα λειτουργούντα πιστωτικά ιδρύματα και τις φέρνει πιο κοντά στα πιστωτικά ιδρύματα υπό εκκαθάριση (βλέπε PQH). Αφού, όμως, ο παράγοντας χρόνος έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ ότι για τα πιστωτικά ιδρύματα, οιοδήποτε νομικό εμπόδιο στην άμεση ρευστοποίηση καθιστά πιο ελκυστική την συμφωνία συμβιβασμού με τον δανειολήπτη. Άρα, ναι είναι πιο ευέλικτες οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από ότι τα πιστωτικά ιδρύματα, μόνο, όμως, όταν έχουν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην είσπραξη της απαίτησης.

4. Η μεταβίβαση (εκχώρηση) των απαιτήσεων δεν προϋποθέτει απόρριψη πρότασης εξαγοράς από τον δανειολήπτη ή συναίνεσή του ή τουλάχιστον προηγούμενη ενημέρωσή του. Πολλοί είναι οι δανειολήπτες που αναλώνονται σε επιχειρήματα περί παράνομης μεταβίβασης κ.ο.κ. ενώ η ουσία βρίσκεται αλλού: στον έλεγχο του ύψους της οφειλής και στην υποχρέωση τήρησης του Κώδικα Δεοντολογίας και των αρχών της καλόπιστης διαπραγμάτευσης.

5. Αρκετές φορές στην επιθυμία τους αυτή να προβούν σε άμεσες ρευστοποιήσεις, τα Funds αμελούν την ύπαρξη του Κώδικα Δεοντολογίας και αποστέλλουν «τελεσίγραφα» προτάσεων με ριζικές λύσεις οριστικής διευθέτησης (παροχή πληρεξουσίου για άμεση πώληση ακινήτου εντός τριών μηνών κ.ο.κ.). Ο Κώδικας διαγράφει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο συμπεριφοράς των πιστωτικών ιδρυμάτων και των Funds σε περιπτώσεις καθυστερημένης ή καθόλου εξυπηρέτησης των απαιτήσεών τους, εξειδικεύοντας τις γενικότερες αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών. Ο ίδιος ο νόμος που προβλέπει την σύσταση της Εταιρειών Διαχείρισης, ορίζει ότι αυτές υποχρεούνται να συμμορφώνονται και με τον Κώδικα Δεοντολογίας.

6. Ακόμα και σε καταγγελμένες ήδη συμβάσεις που έχουν ανατεθεί σε Funds, εφόσον ο δανειολήπτης καταθέσει όλα τα απαραίτητα έγγραφα και ζητήσει να εφαρμοστεί ο Κώδικας, το Fund είναι υποχρεωμένο να προχωρήσει στην τήρησή του. Αυτή είναι μια πληροφορία που αρκετοί δανειολήπτες δεν γνωρίζουν.

7. Τυχόν πρόταση οριστικής διευθέτησης και τερματισμού της πιστωτικής σχέσης εκ μέρους του Fund είναι νομικά δυνατή μόνο για την περίπτωση που δεν γίνει δέκτη κάποια από τις «ήπιες» λύσεις μακροπρόθεσμης ρύθμισης. Δεν μπορεί δηλαδή το Fund να παρεκκλίνει από τη ρητή υποχρέωση κατάθεσης γραπτής πρότασης ρύθμισης και να υποβάλλει μόνο πρόταση οριστικής διευθέτησης, η οποία ενδέχεται να προβλέπει τον τερματισμό της έννομης σχέσης, την εθελοντική ρευστοποίηση της ενυπόθηκης περιουσίας του δανειολήπτη, την εθελοντική παράδοση του ακινήτου στο Fund κ.ά.

8. Η πρόταση του Fund πρέπει να είναι κατάλληλη και βιώσιμη για τον δανειολήπτη (βλ. πρόσφατη απόφαση Πρωτοδικείου Αθηνών: «Η δε πρόταση της καθʼ ης περί οριστικής διευθέτησης της οφειλής, χωρίς καμία τεκμηρίωση και καταφανώς χωρίς να λαμβάνει επʼ ουδενί υπόψιν τις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες της ανακόπτουσας, έγινε προσχηματικά, προκειμένου δηλαδή να τηρηθούν στοιχειωδώς τα στάδια της Διαδικασίας Επίλυσης Καθυστερήσεων του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών»). Τυχόν απόρριψη αντιπρότασης του δανειολήπτη οφείλει να είναι αιτιολογημένη, ούτως ώστε να μπορεί να είναι και δικαστικώς ελέγξιμη (βλ. πρόσφατη απόφαση Πρωτοδικείου Αθηνών: «Η αντιπρόταση της ανακόπτουσας απερρίφθη από την καθʼ ης, επίσης άνευ τεκμηριώσεως και χωρίς η καθʼ ης να επανέλθει με νέα πρόταση ή να απαντήσει έστω στις λογικές αιτιάσεις της ανακόπτουσας σχετικά με την ανάγκη επαναπροσδιορισμού της οφειλής…»). Επίσης δεν συνάδει με τις βασικές αρχές του Κώδικα Δεοντολογίας το Fund να απαιτεί οποιαδήποτε χρηματικό ποσό προκαταβολικά πριν εξετάσει το αίτημα ρύθμισης.

9. Στην περίπτωση, επομένως, που το Fund δεν τηρήσει τον Κώδικα Δεοντολογίας και προτίθεται να προχωρήσει σε καταγγελία ώστε να επισπεύσει την διενέργεια πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, μπορεί ο δανειολήπτης, εφόσον αποδείξει το επικείμενο της καταγγελίας, να ζητήσει από το αρμόδιο δικαστήριο, με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, να απαγορευθεί η καταγγελία της σύμβασης μέχρι να τηρηθεί ο Κώδικας και να περατωθούν όλα τα στάδια της διαδικασίας. Υπήρξε λ.χ. πρόσφατα περίπτωση που το Fund ανέλαβε την διαχείριση του δανείου και αρνούμενο την τήρηση του Κώδικα Δεοντολογίας προχώρησε σε τελική πρόταση χωρίς δυνατότητα διαπραγμάτευσης και υποβολής αντιπρότασης. Φυσικά σε αυτή την περίπτωση το Πρωτοδικείο Αθηνών, μέσω κατάθεσης αίτησης λήψης ασφαλιστικών μέτρων, απαγόρευσε την καταγγελία μέχρι να τηρηθεί ο Κώδικας.

10. Το μυστικό της επιτυχίας σε όλες αυτές τις ρυθμίσεις, αναφέρει γνωστός αρθρογράφος, είναι να αποφευχθεί ο λαβύρινθος των δικαστικών διαδικασιών, ο οποίος στο τέλος επιβαρύνει με νέους τόκους και κόστη τον δανειολήπτη, ακόμη και στην περίπτωση που καταλήξει σε ρύθμιση των χρεών του. Ωστόσο η αλήθεια ενίοτε είναι ακριβώς αντίστροφη: αν η οφειλή έχει ανέλθει σε δυσθεώρητα ύψη για τις δυνάμεις της επιχείρησης, τότε το fund θα προχωρήσει πιθανότατα σε πρόταση οριστικής διευθέτησης με ρευστοποίηση εξασφαλίσεων και τελικώς διακοπή κάθε εμπορικής δραστηριότητας.

Εκεί είναι που απαιτείται η συνδρομή της δικαστικής εξουσίας για να διασωθεί η επιχείρηση, εφόσον φυσικά υπάρχουν δικαιώματα που έχουν παραβιαστεί.

 

* Ο Γιώργος Ψαράκης είναι Δικηγόρος Αθηνών, εταίρος στη Δικηγορική Εταιρεία «Ψαράκης|Κεφαλάς», ΜΔΕ, LL.M. (LSE), PgCert (www.psarakislegal.com)


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v