Είμαι πλέον απόλυτα σίγουρος. Πολλοί από τους ακαδημαϊκούς και άλλους διανοούμενους που άσκησαν κριτική στο περίφημο άρθρο του Φράνσις Φουκουγιάμα το 1989 περί του «τέλους της ιστορίας», μάλλον δεν το είχαν διαβάσει προσεκτικά. Σίγουρα δε, δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο του που ακολούθησε, με τίτλο «Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος» (Εκδόσεις Λιβάνης 1993).
Στο περίφημο άρθρο του, ο τότε σύμβουλος του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών, υποστήριζε ότι τα χρόνια που προηγήθηκαν της κατάρρευσης του κομμουνισμού, σε παγκόσμιο επίπεδο, είχε αναδυθεί μια καθολική ομολογία περί της ορθότητας της φιλελεύθερης δημοκρατίας ως συστήματος διακυβέρνησης, παράλληλα όμως και οικονομικής πρακτικής. Κατά συνέπεια, ο φιλελευθερισμός είχε τελικά «νικήσει» αντίπαλες ιδεολογίες όπως ήταν η κληρονομική μοναρχία, ο φασισμός, ο εθνικοσοσιαλισμός και ο κομμουνισμός.
Πηγαίνοντας επίσης πιο μακριά στη σκέψη του, ο Φράνσις Φουκουγιάμα, υποστήριζε ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία μπορεί να αποτελεί το «ακροτελεύτιο σημείο της ιδεολογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας» και την «τελική μορφή της ανθρώπινης διακυβέρνησης, έτσι ώστε να συνιστά το «τέλος της ιστορίας». Δηλαδή, ενώ οι προγενέστερες μορφές διακυβέρνησης χαρακτηρίζονταν από αξεπέραστες ατέλειες και παραλογισμούς που οδήγησαν στη σταδιακή κατάρρευσή τους, η φιλελεύθερη δημοκρατία αποδεδειγμένα ήταν απαλλαγμένη από τέτοιες θεμελιακές εσωτερικές αντιφάσεις.
Με αυτή του την παρατήρηση, ο συγγραφέας, δεν ήθελε να πει ότι οι σταθερές δημοκρατίες, όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία για παράδειγμα, είχαν απαλλαγεί από σοβαρά προβλήματα. Αυτά τα τελευταία όμως, οφείλονταν στην ελλιπή εφαρμογή των δύο αρχών της ελευθερίας και της ισότητας, πάνω στις οποίες στηρίζεται η σύγχρονη δημοκρατία. Άρα ήσαν προβλήματα άσκησης εξουσίας και όχι των ιδίων των αρχών.
Στη συνέχεια, στο βιβλίο του, ο Αμερικανός διανοούμενος, θέλοντας να απαντήσει στις κριτικές που είχε δεχθεί, είναι μια βαθύτερη φιλοσοφική διάσταση στο άρθρο αυτό. Συγκεκριμένα, αναλύοντας τις θέσεις του, ο Φράνσις Φουκουγιάμα, κατέθετε τα επιχειρήματα και τις αποδείξεις που απαιτούνται για τη στήριξη της άποψής του ότι εκδηλώνονται δύο ισχυρές δυνάμεις που κινούν την ανθρώπινη ιστορία. Την πρώτη την ονομάζει «λογική της σύγχρονης επιστήμης» και τη δεύτερη «αγώνας για αναγνώριση». Η πρώτη ωθεί τους ανθρώπους στην προσπάθεια να ικανοποιήσουν έναν ορίζοντα επιθυμιών, ο οποίος διαρκώς διαπλατύνεται, μια προσπάθεια που περνά μέσα από τη διαδικασία του οικονομικού ορθολογισμού. Η δεύτερη, ο «αγώνας για αναγνώριση», δεν είναι, σύμφωνα με το Φουκουγιάμα (όπως και σύμφωνα με την άποψη του Χέγκελ), παρά η ίδια η «κινητήρια δύναμη της Ιστορίας».
Πρόκειται για την ευφυή άποψη του Φουκουγιάμα ότι με το πέρασμα των αιώνων η οικονομική «λογική της σύγχρονης επιστήμης» και ο «αγώνας για αναγνώριση» οδήγησαν στη σταδιακή κατάρρευση και των Αριστερών και των Δεξιών τυραννιών που βιώσαμε. Oι δύο αυτές δυνάμεις ώθησαν ακόμα και τις πιο αντίθετες πολιτισμικά κοινωνίες στην αποδοχή και τη θεμελίωση καπιταλιστικών φιλελεύθερων δημοκρατιών, ως το έσχατο σημείο του τέλους της ιστορικής μετεξέλιξης.
Έτσι, το μεγάλο ερώτημα μπορεί πλέον να διατυπωθεί ως εξής: Είναι δυνατό η ελευθερία και η ισότητα, η πολιτική και η οικονομική κατάσταση των πραγμάτων κατά την υποτιθέμενη περίοδο του «τέλους της Ιστορίας»- να παράγουν μια σταθερή κοινωνία στην οποία ο άνθρωπος μπορεί να θεωρηθεί, τουλάχιστον, ικανοποιημένος εν μέρει; Ή η πνευματική κατάσταση αυτού του «τελευταίου ανθρώπου» της Ιστορίας, ο οποίος δε διαθέτει πλέον τις διεξόδους της διεκδίκησης της κυριαρχίας, αναπόφευκτα τον οδηγεί στον εκφυλισμό του, ενώ την ανθρωπότητα την οδηγεί ξανά στο χάος και τις αιματοχυσίες της Ιστορίας;
Αυτή η τελευταία ερώτηση του Φουκουγιάμα αποτελεί μια σημαντική συμβολή στη μελέτη της φιλοσοφίας της Ιστορίας και μια βαθιά αναζήτηση των απαρχών της ανθρώπινης κοινωνίας και του προορισμού της.
Ένας προορισμός, ο οποίος σήμερα κυριαρχείται από την οικονομία και τις νέες τεχνολογίες, οι οποίες έχουν μια μοναδική για την ανθρώπινη ιστορία ιδιότητα: δημιουργούν μαζική γνώση και επιταχύνουν στο έπακρο τη διάδοση της. Διευκολύνεται έτσι η συσσώρευση και η κεφαλαιοποίηση γνώσεων, που είναι η κορυφαία πρώτη ύλη του καπιταλισμού του 21ου αιώνα. Πρόκειται έτσι για την είσοδο σε μια «άλλη οικονομία», στους κόλπους της οποίας οι άϋλες αξίες θα παίζουν πλέον όλο και περισσότερο κορυφαίο ρόλο. Αρκεί να δει κανείς τις σημερινές κεφαλαιοποιήσεις στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης και γρήγορα θα καταλάβει τι εννοούμε.
Η εξέλιξη αυτή όμως, είχε και έχει ακόμα βέβαια δύο σοβαρότατες επιπτώσεις.
Την πρώτη την περιγράφει αδρά ο πρώην Αμερικανός κεντρικός τραπεζίτης Άλαν Γκρήνσπαν, λέγοντας ότι το 2008 κατέρρευσε «η διανοητική κατασκευή της οικονομίας της αγοράς, για λόγους που πρέπει να αναζητηθούν ως προς τα βαθύτερα αίτια τους». Οι όποιες απλοποιήσεις πάνω στο θέμα αυτό, πρόσθεσε λίγο αργότερα ο αντικαταστάτης του Άλαν Γκρήνσπαν, καθηγητής Μπεν Μπερνάνκι, πρέπει να αποφευχθούν, γιατί οι αλλαγές στην οικονομία, φέρνουν στο προσκήνιο ένα σοβαρό φαινόμενο, αυτό της «ανορθόλογης συμπεριφοράς» των ατόμων.
Με τη δυνατότητα αυτή όμως, στην οποία εγείρονται δύο νέα προβλήματα. Το πρώτο έχει να κάνει με την διάψευση της νεοκλασικής θεωρίας περί «ορθολογικών επιλογών» των ατόμων στην αγορά και το δεύτερο είναι η ανάδυση των οικονομιών της συμπεριφοράς, όπως αυτό περιγράφουν οι Ρόμπερτ Σίλλερ και Ρίτσαρντ Θάλλερ, νομπελίστες οικονομολόγοι.
Στο βιβλίο του έτσι «Παράτυπη συμπεριφορά» (εκδόσεις Κάτοπτρον), ο Ρίτσαρντ Θάλλερ, φέρνει στο προσκήνιο την ιδέα ότι στην οικονομία, κεντρικοί δράστες είναι ανορθόλογα και επιρρεπή σε σφάλματα άτομα, τα οποία με τις αποφάσεις τους δημιουργούν πραγματικότητες άσχετες με καθιερωμένες θεωρητικές ιδέες.
Στην καθημερινή μας ζωή, όλοι υποκύπτουμε σε μεροληψίες και λαμβάνουμε αποφάσεις που αποκλίνουν από τα πρότυπα ορθολογικότητας των οικονομολόγων. Με άλλα λόγια, συμπεριφερόμαστε παράτυπα.
Ακόμη πιο σημαντικό, η παράτυπη συμπεριφορά μας έχει σοβαρές επιπτώσεις. Οι λανθασμένοι ανθρώπινοι υπολογισμοί και οι συνέπειές τους στην αγορά -που οι οικονομολόγοι αντιπαρέρχονται ως διασκεδαστικές παραφωνίες- είναι σήμερα κεντρικό αντικείμενο μελέτης για τη λήψη καλύτερων αποφάσεων στην προσωπική μας ζωή, στις επιχειρήσεις και στους κρατικούς μηχανισμούς.
Συνδυάζοντας πρόσφατα ευρήματα από το πεδίο της ψυχολογίας με την πρακτική κατανόηση των κινήτρων και της συμπεριφοράς των αγορών, ο Thaler αποκαλύπτει πώς η συμπεριφορική οικονομική ανάλυση φέρνει στο φως νέους τρόπους για να βλέπουμε τα πάντα, από τα οικονομικά των νοικοκυριών μέχρι τα τηλεπαιχνίδια, την επιλογή παικτών στο αμερικανικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου και στις εταιρείες ταξί όπως η Uber.
Αυτές οι παράτυπες οικονομικές συμπεριφορές, σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν και πολιτικές προεκτάσεις, οι οποίες ενισχύονται και από την ιδεολογική ασυναρτησία των κρατιστών και παραδοσιακών εχθρών της ελευθερίας.
Διότι τελικά, η προβληματική που έθεσε ο Φ. Φουκουγιάμα, αναφερόμενος στο τέλος της ιστορίας, ως φαίνεται, αφύπνισε τις φαιοκόκκινες και λοιπές σκοταδιστικές αντιφιλελεύθερες δυνάμεις, οι οποίες έπρεπε σε χρόνους ρεκόρ να ανακαλύψουν και να φέρουν στο προσκήνιο νέους εχθρούς, που σήμερα δεν είναι άλλοι από την παγκοσμιοποίηση, το ελεύθερο εμπόριο, τη μετανάστευση, τις ελίτ και γενικά κάθε νέο μέσο που μπορεί να προσφέρει νέες γνώσεις, περισσότερη κριτική σκέψη και μεγαλύτερη αίσθηση αυτονομίας. Ακόμα χειρότερα, το υποτιθέμενο «τέλος της ιστορίας» ξύπνησε και το ισλαμικό τέρας, που είναι σήμερα και ο πιο απεχθής και δολοφονικός εχθρός του ανθρώπινου πολιτισμού.
Γι' αυτό και σταδιακά εξελίσσεται σε πεδίο διεξαγωγής ενός ατύπου και ασύμμετρου τρίτου παγκοσμίου πολέμου, που έχει ήδη ξεκινήσει και θα κρατήσει πάρα πολλά χρόνια.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.