Όπως γράψαμε στο πρώτο άρθρο μας περί της νέας κρίσης που έρχεται, το συνολικό παγκόσμιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος ξεπερνά ήδη τα 178 τρισεκατομμύρια δολάρια και είναι αισθητά ανώτερο από το αντίστοιχο του 2008 και εικάζεται ότι οδεύει προς τα 200 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Την ίδια στιγμή, επώνυμοι παρατηρητές όπως ο καθηγητής Μπεν Μπερνάνκι, πρώην διοικητής της Fed στις ΗΠΑ, επισημαίνουν ότι στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η έννοια του ρίσκου έχει χαθεί. Κατά συνέπεια, ο δανεισμός σε όλα τα επίπεδα καλά κρατεί.
«… Στη Γαλλία και στο Βέλγιο για παράδειγμα», μας λέει ο καθηγητής Πασκάλ Σαλέν, «… τα νοικοκυριά ποτέ δεν είχαν τόσο χαμηλά επιτόκια για αγορά κατοικίας. Μιλάμε για ποσοστό κάτω από 1% για είκοσι χρόνια…».
Στο σημείο αυτό, όμως, πρέπει να προσθέσω κάτι το εξωφρενικό. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα, σήμερα, εφηύρε και τα αρνητικά επιτόκια. Συγκεκριμένα, ορισμένοι επενδυτές είναι έτοιμοι να χάσουν χρήματα προκειμένου να δανείσουν. Δεν είναι τρελό; Και όμως, αποτελεί μέρος της σημερινής πραγματικότητας. Έτσι, στις 13 Μαρτίου 2019, χωρίς τυμπανοκρουσίες, ο γαλλικός όμιλος φαρμάκων Sanofi δανείστηκε από την ομολογιακή αγορά για μια τριετία 850 εκατ. ευρώ με αρνητικό επιτόκιο -0,05%.
«… Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό», δηλώνει ο αξιολογητής επιχειρήσεων Νικολά Μποντουέν της S&P. «Πριν από ένα χρόνο, ο ίδιος όμιλος είχε εκδώσει ομολογιακό δάνειο 500 εκατομμυρίων ευρώ, με αρνητικό επιτόκιο -0,09%...», προσθέτει, χωρίς καμιά απολύτως σύσπαση στο πρόσωπό του.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Μήπως είμαστε στην αρχή μιας νέας επανάστασης στην οικονομία και δεν το πήραμε χαμπάρι; Για να έχουμε έτσι μια όσο γίνεται εγκυρότερη απάντηση, απευθυνθήκαμε στον κ. Ολιβιέ Μπλανσάρ, κορυφαίο οικονομολόγο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από το 2008 έως το 2015 και σήμερα επίτιμο μέλος στο Δ.Σ. της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών. Στις αρχές Ιανουαρίου 2019, ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, γνωστός νεοκεϋνσιανός επίσης, μιλώντας στην Αμερικανική Ένωση Οικονομολόγων, κυριολεκτικά σάρωσε όλες τις θεωρίες για την υπερχρέωση και τόνισε ότι είναι υπερβολή να θεωρείται «θανάσιμη αμαρτία».
Τρεις μήνες αργότερα, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα της Ένωσης Γαλλόφωνων Οικονομολόγων και του περιοδικού «Λ'Εξπρές», ο Ολιβιέ Μπλανσάρ δήλωσε: «…Θεωρώ υπερβολικές τις ανησυχίες για την υπερχρέωση και την κυκλοφορία δανεικού χρήματος. Στο σημερινό σχεδόν μηδενικό επιτοκιακό περιβάλλον, όπου ασήμαντες είναι οι πιθανότητες πληθωρισμού, οι μαγικοί αριθμοί του παρελθόντος, όπως για παράδειγμα το όριο 60% του ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος που φιγουράρει στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, έχουν ελάχιστη σημασία. Εάν στα δημόσια χρέη επιτρέπουν τη διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου δραστηριότητας βραχυπροθέσμως και χρησιμοποιούνται για επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια για παράδειγμα ή στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής, τότε τα χρέη αυτά έχουν απόλυτο θετικό χαρακτήρα…».
«… Παρόμοιες τοποθετήσεις είναι επικίνδυνες και ως εκ τούτου ανεύθυνες», μας είπε ο Καναδός οικονομολόγος και καθηγητής Πιερ Λεμιέ, τονίζοντας ότι «το μισό και παραπάνω από το δανεικό χρήμα που κυκλοφορεί παγκοσμίως κάθε άλλο παρά παραγωγικά επενδύεται. Κατά συνέπεια, ανά πάσα στιγμή, ένα ατύχημα μπορεί να συμβεί… και θα είναι χειρότερο από αυτό της φούσκας των αμερικανικών ενυπόθηκων δανείων το 2008».
Όντως, τον κίνδυνο αυτόν δεν τον υποτιμούν οι κεντρικοί τραπεζίτες του πλανήτη. Φοβούνται μια άνοδο των επιτοκίων και ως εκ τούτου, όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δεν λένε όχι στην άνετη ροή πιστώσεων.
«… Αυτή η τακτική», μας λέει ο Αμερικανός οικονομολόγος Ρότζερ Γκάρισον, «λόγω των αρνητικών επιτοκίων ευνοεί τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις, οι οποίες κατά κανόνα είναι κερδοσκοπικές. Προκύπτουν έτσι κερδοσκοπικές φούσκες, οι οποίες συνήθως γίνονται από ασήμαντες αιτίες και όταν δεν τις περιμένει κανείς…».
«Αυτή την τακτική των Κεντρικών Τραπεζών», τονίζει ο καθηγητής Kevin Dοwd, ο οποίος διδάσκει χρηματοοικονομικά στο πανεπιστήμιο Durhani, «τη θεωρώ ατυχέστατη γιατί ευνοεί την κερδοσκοπία και μεγαλώνει την τραπεζική ανευθυνότητα. Πρόκειται για μια μορφή τραπεζικού σοσιαλισμού, το κόστος του οποίου πάντα πληρώνουν οι φορολογούμενοι... Στην παρούσα φάση, οι ευρωπαϊκές τράπεζες παίζουν με τη φωτιά. Το χρηματοοικονομικό τους “μαξιλάρι” δεν είναι επαρκές. Αν λοιπόν η συνολική αξία των ενεργητικών τους πέσει κατά 5,5%, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να σωριαστούν και τότε οι φορολογούμενοι πολίτες θα μπουν σε νέες περιπέτειες . Το άφθονο δανεικό χρήμα είναι θετικό όταν πρόκειται για βραχυπρόθεσμες παραγωγικές επενδύσεις που αποδίδουν. Σε κάθε άλλη περίπτωση, τα μηδενικά επιτόκια οδηγούν στην επιμήκυνση της δομής του κεφαλαίου, που ευνοεί επενδύσεις αργής αποδόσεως…».
Ακούγοντας τα σχόλια αυτά, φαντάζομαι τον Τζον Μέιναρντ Κέινς, από ψηλά, να χαμογελάει ειρωνικά και να λέει την περίφημη φράση του: «Μακροπροθέσμως, κύριε, είμαστε όλοι νεκροί».
Ψέματα;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.