Με τον Νόμο 4601/2019 καθιερώνεται πλέον ένα ενιαίο πλαίσιο ρύθμισης των εταιρικών μετασχηματισμών. Εκπληρώνεται έτσι η φιλοδοξία αντιμετώπισης με έναν ολιστικό και απλουστευμένο τρόπο της διαδικασίας των εταιρικών μετασχηματισμών, συμπυκνώνοντας διατάξεις που μέχρι σήμερα βρίσκονταν διάσπαρτες σε διάφορα νομοθετήματα όπως οι νόμοι που αφορούσαν ειδικούς κάθε φορά εταιρικούς τύπους (π.χ. άλλοι κανόνες για ΑΕ, άλλοι για ΕΠΕ κ.λπ.) αλλά και οι περίφημοι «αναπτυξιακοί» (π.χ. νόμος 2166/1993 κλπ).
Το πλαίσιο αυτό δεν αποτελεί απλώς μια κωδικοποίηση, καθώς εισάγει σημαντικές καινοτομίες όπως:
• Η ρητή πλέον ρύθμιση του θεσμού της απόσχισης κλάδου, με πρόβλεψη μάλιστα ότι στον θεσμό αυτό έχει εφαρμογή ο κανόνας της «καθολικής διαδοχής». Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι τα περιουσιακά στοιχεία ενός κλάδου μπορεί να μεταβιβάζονται «αυτομάτως» στις λήπτριες εταιρείες, χωρίς πολλές φορές να απαιτούνται ειδικότερες διατυπώσεις ή και σύμπραξη αντισυμβαλλόμενων ή αρμόδιων αρχών, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα όπου σε μεταβιβάσεις κλάδων λόγω απόσχισης ίσχυε η «ειδική διαδοχή».
• Η εισαγωγή στο ελληνικό εταιρικό δίκαιο του θεσμού της μερικής διάσπασης, που δεν υπήρχε μέχρι σήμερα. Η μερική διάσπαση δίνει τη δυνατότητα να μεταβιβάζεται απευθείας στους μετόχους μιας εταιρείας ένας κλάδος δραστηριότητας, χωρίς να απαιτείται η λύση της εταιρείας, η οποία μπορεί έτσι κατά τα λοιπά να συνεχίσει να λειτουργεί ως έχει.
• Η δυνατότητα να συγχωνεύονται, διασπώνται κ.λπ. εταιρείες διαφορετικής νομικής μορφής μεταξύ τους (όλοι με όλους!)
Παράλληλα προβλέπονται και άλλες διευκολύνσεις στις διαδικασίες και διατυπώσεις, οι οποίες μπορεί να μεταφράζονται σε λιγότερη γραφειοκρατία αλλά και ανασφάλεια δικαίου κατά τη διενέργεια των μετασχηματισμών.
Δυστυχώς, όπως και σε πολλές περιπτώσεις μιας συνολικής αλλαγής πλαισίου, η μακροπρόθεσμη απλοποίηση έρχεται με τίμημα μια βραχυπρόθεσμη δυσκολία που οφείλεται σε ερμηνευτικές ασάφειες και έλλειψη «πεπατημένης» σε σχέση με το νέο πλαίσιο, το οποίο από την εμπειρία μου δεν επιλύει οριστικά και αδιαμφισβήτητα κάποια σημαντικά ανοιχτά θέματα, τα οποία απαιτούν μια συνολική αντιμετώπιση από πλευράς τόσο καθαρά νομικής (όπου και επικεντρώνεται ο νέος νόμος), όσο όμως και λογιστικής και φορολογικής.
Τέτοια προβλήματα μπορούν να αποφευχθούν ή έστω μετριασθούν, αν η ψήφιση του νέου νόμου συνοδευτεί αμέσως από δύο απαραίτητες κατά τη γνώμη μου πρωτοβουλίες:
• Την έκδοση εγκυκλίων προς τις αρμόδιες αρχές (ΓΕΜΗ κ.λπ.) με αναλυτικές οδηγίες ως προς την απαιτούμενη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθείται σε κάθε περίπτωση μετασχηματισμών, έτσι ώστε να αποφευχθούν αμφισβητήσεις που βλέπουμε συχνά (π.χ. ως προς την αναγκαιότητα αποτιμήσεων).
• Την υιοθέτηση ενός σαφούς νομοθετικού πλαισίου για τη φορολογική αντιμετώπιση των μετασχηματισμών, σε αντικατάσταση των πολλών (σε μια παγκόσμια ίσως πρωτοτυπία παράλληλης εφαρμογής τόσο πολλών -ευτυχώς τουλάχιστον εναλλακτικών και όχι αντικρουόμενων) «φορολογικών» νόμων που παρέχουν κίνητρα -ή ορθότερα άρουν αντικίνητρα- για τη διενέργεια μετασχηματισμών.
Ευελπιστούμε ότι και οι δύο πρωτοβουλίες θα έρθουν το γρηγορότερο δυνατόν να συμπληρώσουν την -πανθομολογουμένως- θετική εξέλιξη της ψήφισης του νέου πλαισίου για τους μετασχηματισμούς.
*O κ. Βασίλης Βύζας είναι Tax & Legal Partner της PwC
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.