Είναι γνωστό ότι τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία έχουν επανειλημμένα εκφράσει την υποστήριξη τους στο σημερινό καθεστώς της Βενεζουέλας. Οι λόγοι είναι εν μέρει γεωπολιτικοί και εν μέρει οικονομικοί.
Οσον αφορά τους γεωπολιτικούς λόγους οι δύο χώρες αντιτίθενται σε οποιαδήποτε λύση που θα συνεπάγετο την στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στην Βενεζουέλα στο πλαίσιο της αρχής της μη επέμβασης στα εσωτερικά θέματα άλλων χωρών. «Αν ρωτήσετε οποιοδήποτε Ρώσο αξιωματούχο θα σας πει ότι πρόκειται για ένα κλασικό πραξικόπημα του οποίου ηγούνται οι ΗΠΑ και αυτή η άποψη δεν έχει τίποτα να κάνει με επιθυμία να σωθεί ο Μαδούρο προσωπικά, αλλά υιοθέτησης μιας αρχής διεθνούς δικαίου» δηλώνει στην Wall Street Journal ο σύμβουλος του Κρεμλίνου για θέματα εξωτερικής πολιτικής Yodor Lukyanov.
Aνάλογη είναι και η θέση της Κίνας η οποία ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ έχει καταδικάσει κάθε εξωτερική επέμβαση στην Βενεζουέλα. Παράλληλα όμως έχει προσφερθεί να χρησιμεύσει ως διαμεσολαβητής και έχει υποστηρίξει ανοικτά την διεξαγωγή διαλόγου μεταξύ των δύο πλευρών χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Ομως εξ ίσου σημαντικοί είναι και οι οικονομικοί λόγοι που κάνουν τις δύο υπερδυνάμεις να στηρίζουν το σημερινό καθεστώς της Βενεζουέλας. Σύμφωνα με το ερευνητικό κέντρο Council of Foreign Relations στην Ουάσιγκτον, η Κίνα έχει δανείσει στον τσαβισμό 70 δισ. δολάρια την τελευταία δεκαετία.
Η Ρωσία επίσης από την πλευρά της έχει πετάξει δισεκατομμύρια δολάρια τα τελευταία χρόνια για να διατηρηθεί το καθεστώς Μαδούρο στα πλαίσια της μεθόδου προπληρωμής μελλοντικών πωλήσεων πετρελαίου. Η ρωσική κρατική πετρελαϊκή εταιρεία Rosneft αποτελεί μια από τις κυριότερες πηγές δανεισμού του καθεστώτος έχοντας διοχετεύσει 2,5 δισ. δολάρια ως προπληρωμή για μελλοντικές αποστολές αργού. Αυτή η εταιρεία είναι επίσης συνιδιοκτήτρια μαζί με την γνωστή βενεζουελανική PVDSA διαφόρων projects φυσικού αερίου και πετρελαίου ενώ έχει το 49% της Citgo, των βενεζουελάνικων διυλιστηρίων στις ΗΠΑ.
Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για τις δύο υπερδυνάμεις το Καράκας είναι ένας σημαντικός πελάτης όσον αφορά την αγορά πολεμικού υλικού. Η Μόσχα έχει πωλήσει από τις αρχές του αιώνα υλικό αξίας 10 δισ. δολαρίων σε ελαφρύ οπλισμό, αεροπλάνα, τεθωρακισμένα και πυραυλικά συστήματα. Το Πεκίνο ενεπλάκη σε αυτό το εμπόριο το 2013 και από τότε μέχρι σήμερα έχει πραγματοποιήσει πωλήσεις 628 εκατ. δολαρίων.
Οι οικονομικές αυτές συναλλαγές οπωσδήποτε κάνουν τις δύο υπερδυνάμεις να ανησυχούν τι πρόκειται να συμβεί σε περίπτωση που ο Μαδούρο εγκαταλείψει την εξουσία και αντικατασταθεί από πολιτικές δυνάμεις που ίσως δεν θα δουν με το ίδιο θετικό πρίσμα τις οικονομικές συμφωνίες που είχε συνάψει ο τσαβισμός με τις δύο υπερδυνάμεις, ούτε θα θεωρήσουν ότι δεσμεύονται απ’ αυτές.
Πάντως η ταύτιση συμφερόντων που επικρατεί αυτή την στιγμή μεταξύ των κυβερνήσεων των τριών χωρών δεν σηματοδοτεί κατ’ ανάγκη συμφωνία με τις οικονομικές πολιτικές του Καράκας. Σύμφωνα με το δημοσίευμα της WSJ το περασμένο έτος το υπουργείο οικονομικών της Ρωσίας έστειλε ένα κλιμάκιο ειδικών για να βοηθήσει στην σταθεροποίηση της οικονομίας και να τιθασεύσει τον μυθικό πληθωρισμό. Ομως η κυβέρνηση της Βενεζουέλας αρνήθηκε να εφαρμόσει τα σχέδια γιατί τα θεώρησε πολύ ακραία και αντ’ αυτού ζήτησε και άλλα δάνεια.
Γι αυτό και όταν ο Μαδούρο πήγε στην Μόσχα τον περασμένο Δεκέμβριο δεν έγινε δεκτός με τιμές αρχηγού κράτους, ούτε υπήρξε κοινό ανακοινωθέν μετά τις συνομιλίες του με τον Πούτιν.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.