Ενώ το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα μπαίνει για καλά πλέον στο 20οέτος από το λανσάρισμά του, ως δείχνουν αρκετές μη ορατές στο ευρύ κοινό εξελίξεις, μαίνεται η αντιπαράθεση σε πολιτικό επίπεδο μεταξύ αυτών που θέλουν ένα ευρώ με πολιτική στήριξη πίσω του και των βορειοευρωπαίων κυρίως που το βλέπουν μόνον ως μια νομισματική συμφωνία. Κατά κύριο δε λόγο, στο επίπεδο αυτό, η αντιπαράθεση έχει γαλλο-γερμανικό χαρακτήρα.
Όπως υπογραμμίζει ο Γάλλος τραπεζίτης Ζακ-Λυκ Μπασλέ «…σκοπός του ευρώ ήταν να προσδέσει τη Γερμανία στην Ευρώπη. Ήταν μια γαλλική ιδέα. Είναι επίσης μια νεφελώδης ιδέα που καταδεικνύει την έλλειψη οικονομικής κουλτούρας των ελίτ μας. Πώς μπόρεσαν να φανταστούν ότι “προσδένουν” μια χώρα μέσω μιας νομισματικής συμφωνίας, εκτός εάν υποτεθεί ότι οι Γερμανοί δεν καταλαβαίνουν από αυτά τα πράγματα: Και καθώς καταλαβαίνουν πολύ καλά, αποδέχτηκαν τη γαλλική πρόταση θέτοντας τους όρους τους… κάνοντας το ευρώ ένα γερμανικό μάρκο με άλλο όνομα.
Αυτό δίνει στους “φίλους μας πέραν του Ρήνου” ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, καθώς επωφελούνται από ένα υποτιμημένο νόμισμα – το ευρώ – σε σύγκριση με το γερμανικό μάρκο. Η γερμανική οικονομική πολιτική είναι παραδοσιακά κερδοσκοπική και η ζημιά -η γαλλική πλευρά- δεν άργησε να έλθει: απόδειξη η κατάρρευση της βιομηχανίας μας. Και εδώ υπάρχουν πολλές αιτίες, αλλά το ευρώ είναι μια από αυτές αναμφισβήτητα.
Από την άλλη πλευρά, δομικά, το ευρώ, είναι ελλειμματική κατασκευή. Το ενιαίο νόμισμα δεν πληροί τις απαιτήσεις του Καναδού οικονομολόγου Ρόμπερτ Μάντελ στη θεωρία του σχετικά με τη βέλτιστη νομισματική ζώνη, σύμφωνα με την οποία τα έθνη που επιθυμούν να έχουν το ίδιο νόμισμα πρέπει να μοιράζονται την ίδια οικονομική διάρθρωση. Αυτό επιτρέπει στις αρχές να απαντούν με κοινά μέτρα σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς. Η δομή της γερμανικής οικονομίας είναι διαφορετική από εκείνη της Ιταλίας, χωρίς να μιλάμε για την Ελλάδα. Ελλείψει κοινού προϋπολογισμού, η ζώνη του ευρώ έχει μόνο τη νομισματική δύναμη για να απαντά σε εξωτερικούς κραδασμούς, όπως αυτή της κρίσης των υψηλόβαθμων κινδύνων…»
Στο πλαίσιο αυτό, ο Γάλλος συνάδελφος και συγγραφέας Ζαν Κατρμερ, στο τελευταίο βιβλίο του για την ανάγκη της ολοκληρώσεως του ευρώ, υπογραμμίζει και αυτός το «γερμανικό πρόβλημα και προτείνει την πλήρη επαναθεώρηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, η οποία κατά τη γνώμη του οδήγησε στη γερμανοποίηση της ευρωζώνης από την πίσω πόρτα. Στην ουσία, έτσι, το Σύμφωνο Σταθερότητας αντί να προωθήσει την οικονομική ένωση, έγινε ο αυτόματος πιλότος των εθνικών οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών».
Στη βάση αυτής της αντίληψης, η οικονομική ένωση έχει μπει στο περιθώριο, σήμερα όμως η κατάσταση αυτή είναι δίκοπο μαχαίρι. Για τον απλό λόγο ότι η Γερμανία στο σημερινό παγκόσμιο ανταγωνιστικό περιβάλλον δεν μπορεί να λειτουργεί ωσάν να ήταν μόνη της. Ως γνωστόν, οι Βορειο-Ευρωπαίοι δεν θέλουν να μοιραστούν την υψηλή αξιοπιστία του αξιόχρεού τους με τους Νότιο-ευρωπαίους ούτε, πολύ περισσότερο, να χρηματοδοτήσουν, σε έναν βαθμό, τα ελλείμματά τους.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε, μάλιστα, επιχειρηματολογήσει ότι μια μετατροπή της ευρωζώνης σε μεταβιβαστική ένωση, θα οδηγούσε σε μόνιμη εξάρτηση του νότου από τον βορρά και σε αποδυνάμωση κάθε μεταρρυθμιστικής φιλοδοξίας στον Νότο. Τα δισεκατομμύρια που έχει πληρώσει ο ιταλικός βορράς στον ιταλικό νότο δεν εμπόδισαν τη συνεχιζόμενη απόκλιση του ιταλικού νότου από τον πλούσιο ιταλικό βορρά.
Από την άποψη αυτή, ο πρώην Γερμανός υπουργός Οικονομίας, δεν έχει έως ένα βαθμό άδικο. Όμως, σε μια ενιαία αγορά δεν μπορεί να ισχύει μόνον η νομισματική της διάσταση. Αυτό ήταν ένα σοβαρό μάθημα της κρίσης του 2008.
Μόλις εκδηλώθηκε και μάλιστα με μεγάλη οξύτητα λόγω Ελλάδας, η ευρωζώνη βρέθηκε εντελώς απροετοίμαστη. Και αν τελικά αποφεύχθηκαν τα χειρότερα αυτό οφείλεται στον Μάριο Ντράγκι. Ο ικανός Ιταλός τραπεζίτης, ξεπέρασε ευφυώς τους περιορισμούς γερμανικής εμπνεύσεως του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), υπενθυμίζοντας στους επικριτές του ότι εκτός από την αποστολή του να διασφαλίζει τη σταθερότητα των τιμών χρέος του ήταν και είναι να προστατεύει και τη σταθερότητα του ευρωπαικού… τραπεζικού συστήματος.
Αν λοιπόν ο επικεφαλής της ΕΚΤ δεν είχε παρέμβει με τον «παραβατικό» τρόπο που το έκανε οι χώρες-μέλη της περιφέρειας σήμερα θα είχαν πολύ σοβαρά προβλήματα. Αυτά τα τελευταία απεφεύχθησαν. Σωστά λοιπόν είναι αρκετοί αυτοί που υποστηρίζουν ότι ο Μάριο Ντράγκι έσωσε το ευρώ.
Υπενθυμίζουμε ότι το καλοκαίρι του 2012 η ευρωζώνη είχε πιάσει φωτιά. Τότε, λοιπόν, ο Μάριο Ντράγκι, δίνοντας τη διαβεβαίωση ότι θα κάνει τα πάντα για να σώσει το ευρώ, αλλάζει το κλίμα. Την ίδια περίοδο, η ΕΚΤ, εισάγει ένα πρόγραμμα υπό όρους αγοράς ομολόγων χωρών που αντιμετωπίζουν την επίθεση των αγορών. Το όπλο αυτό δεν χρειάσθηκε να χρησιμοποιηθεί, αλλά αρκούσε για να επαναφέρει την ηρεμία.
Στην συνέχεια, για να τιθασεύσει το φάσμα του πληθωρισμού, μείωσε στο χαμηλότερο επίπεδο τα επιτόκια και αγόρασε χρέος ύψους 2.600 δισεκατομμυρίων ευρώ. Σε πολιτικό επίπεδο αντίθετα, πολύ λίγα έγιναν για την διόρθωση των αδυναμιών του ευρώ. Οι 19 χώρες εξακολουθούν να μην έχουν στην διάθεση τους εργαλεία για μια σύγκλιση των οικονομιών ή για την πραγματοποίηση επενδύσεων ως απάντηση στα οικονομικά προβλήματα.
Αυτές οι καταστάσεις δεν προοιωνίζουν κάτι καλό. Αντίθετα, προσφέρουν. σοβαρά όπλα τους εχθρούς της Ευρώπης. Και αυτοί οι τελευταίοι, σήμερα, επωφελούνται από μια …σιωπηρή αντιπαράθεση στους κόλπους της ΕΕ, όπου μείζον πρόβλημα είναι εκ νέου το δίλημμα «γερμανική Ευρώπη ή Ευρωπαϊκή Γερμανία»;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.