«Απαιτούνται μεγάλες ποσότητες γνώσης για να διακριβώσει κανείς ποιο είναι το μέγεθος της άγνοιάς του», συνηθίζει να λέει ο Αφρο-αμερικανός οικονομολόγος Τόμας Σόουελ, μαθητής του Μίλτον Φρίντμαν και μαχητική φωνή της «Σχολής του Σικάγου». Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και πολυγραφότατος συγγραφέας, ο 88χρονος σήμερα οικονομολόγος και πολιτικός αναλυτής, στέλεχος επίσης του Ινστιτούτου Χούβερ, υποστηρίζει ότι «… ο υπαρκτός σοσιαλισμός υπήρξε μια παγκόσμια... φενάκη μέσω της οποίας αδίστακτοι πολιτικοί καιροσκόποι φτωχοποίησαν μαζικά λαούς που υπό διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσαν να είναι από τους πιο πλούσιους στον κόσμο...».
Και αυτό συνέβη, υποστηρίζει ο Αμερικανός καθηγητής, γιατί οι πολιτικοί καιροσκόποι και ιδιαίτερα αυτοί που πωλούν «σοσιαλισμό» εκμεταλλεύονται με μοναδική μαεστρία τη συλλογική περί την οικονομία άγνοια, την οποία και αξιοποιούν μέσω ανέφικτων υποσχέσεων και ρητορειών. Παράλληλα όμως καλλιεργούν τον φθόνο και τον φόβο, δύο συναισθήματα τα οποία τελικά μετατρέπουν σε πολιτική επιλογή. «Υπό αυτή την έννοια», τονίζει ο Τόμας Σόουελ, «για τους κάθε χρώματος κρατιστές, η "κοινωνική δικαιοσύνη" είναι ζήλια συν ρητορική». Κάτι παρόμοιο ισχύει σήμερα και στην Ελλάδα των υπερπλεονασμάτων και των κατασχέσεων.
Αναφερόμενος επίσης στο βιβλίο του «Βασικά Οικονομικά: οδηγός για τους πολίτες», ο Τόμας Σόουελ εξηγεί ότι η απληστία και η διαπλοκή δεν είναι φαινόμενα που συνυπάρχουν στη φύση της ελεύθερης οικονομίας αλλά προκύπτουν από τη στιγμή που η τελευταία υπάγεται σε πολιτική διαχείριση.
«Συνήθως», τονίζει ο Αμερικανός οικονομολόγος, «οι πολιτικοί που καταγγέλλουν την "απληστία" και τη διαπλοκή είναι οι ίδιοι άπληστοι για πολιτική εξουσία. Κατά κανόνα, δε, οι πολιτικοί αυτοί θέλουν να έχουν απέναντί τους υπηκόους και όχι πολίτες. Στη βάση της λογικής αυτής, στον σημερινό κόσμο, όπου κυρίαρχος είναι ο οικονομικός αναλφαβητισμός, οι αδίστακτοι πολιτικοί κάνουν ό,τι μπορούν για να εξευτελίσουν έννοιες όπως είναι η προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας, η διάδοση της πληροφορίας και της γνώσης και ο σεβασμός της έννομης τάξης».
Οι κρατιστές πολιτικοί, επειδή ακριβώς μέσω των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν προσόδους σε πελάτες τους, που στην ουσία είναι ψηφοφόροι τους οποίους αγοράζουν με υποσχέσεις, προσπαθούν πάντα τα ιδιοκτησιακά καθήκοντα να είναι ασαφή. Αυτή η ασάφεια είναι εργαλείο εξουσίας γι' αυτούς και το χρησιμοποιούν βέβαια σε συνεργασία με τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς που εγκαθιστούν.
Από αυτά που προηγούνται, η στρατηγική Τσίπρα προβάλλει πεντακάθαρη. Ο σημερινός πρωθυπουργός αναρριχήθηκε στην εξουσία παίρνοντας εντολή από ανθρώπους που είχαν πλήρη άγνοια των αιτιών της κρίσης αλλά γνώριζαν ότι θα μπορούσαν να είναι θύματά της. Μ' άλλα λόγια, οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 ήταν συντεχνίες και δημόσιοι υπάλληλοι που ήθελαν να διατηρήσουν προνόμια και προσόδους που εκβιαστικά είχαν αποσπάσει την περίοδο των παχιών αγελάδων.
Αυτό το κοινό, ο κ. Αλέξης Τσίπρας, αν δεν απελευθερωθεί πλήρως η οικονομία και αν δεν γίνουν σε βάθος θεσμικές μεταρρυθμίσεις, δύσκολα θα μπορέσει να το κρατήσει. Χωρίς ανάπτυξη, η χώρα δεν θα έχει πόρους για να διατηρεί το πελατειακό σύστημα. Είναι ανάγκη έτσι, η σημερινή κυβέρνηση να δημιουργήσει με την κρατικοδίαιτη επιχειρηματική κοινότητα νέες σχέσεις διαπλοκής. Δεν έχει χρόνο όμως για κάτι τέτοιο. Ακόμα χειρότερα, οι παραγωγικές συνθήκες αλλάζουν, που σημαίνει ότι θα πρέπει να βρεθούν και νέοι διαπλεκόμενοι. Πράγμα δύσκολο, όμως, γιατί το εγχώριο τραπεζικό σύστημα έχει καταρρεύσει και ελέγχεται από έξω πλέον.
Από την άλλη πλευρά, οι νέοι πιθανοί επιχειρηματίες που θα μπορούσαν να πάρουν μέρος στη νέα διαπλοκή δεν είναι ίδιοι με τους αντίστοιχους του παρελθόντος. Δεν είναι κρατικοδίαιτοι και ούτε τους ενδιαφέρει να γίνουν προμηθευτές του κράτους. Γνωρίζουν πλέον ότι όποιος φυλάει τα ρούχα του μπορεί να έχει τα μισά.
Για την πολιτική εξουσία έτσι, και ιδιαίτερα για τη σημερινή, υπάρχει πρόβλημα δημιουργίας μιας νέας διαπλοκής. Δύσκολα το σημερινό κράτος μπορεί να προσελκύσει φιλικούς προς αυτό επιχειρηματίες. Δύσκολα επίσης η πολιτική εξουσία μπορεί να εξασφαλίσει προσόδους σε δήθεν συνδικάτα και σε ημετέρους.
Κατά συνέπεια, αυτό που μπορεί να αποτελέσει εργαλείο εξουσίας για έναν λαϊκιστή τύπου Αλέξη Τσίπρα, είναι η περαιτέρω φτωχοποίηση της κοινωνίας, η αποβολή από τους κόλπους της δυναμικών στοιχείων και η καταβύθισή της στην αμάθεια και τη μιζέρια του πνεύματος.
Στο επίπεδο αυτό, λοιπόν, ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ χρησιμοποιούν την υπερφορολόγηση και τα υπερπλεονάσματα ως εργαλεία διατήρησης μιας κινούμενης εκλογικής πελατείας εις βάρος της ανάπτυξης. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, για τον ΣΥΡΙΖΑ σύνθημα είναι πώς να μην έλθει ο Μητσοτάκης στην εξουσία και όχι πώς θα μπορούσε να πάει η χώρα μπροστά.
Ο λαϊκισμός και η ένταση είναι έτσι μονόδρομος για το επιτελείο Τσίπρα, το οποίο, όμως, από την άλλη πλευρά ψάχνει για τρόπους αποδυνάμωσης και του Κινήματος της Φώφης Γεννηματά.
Εως τις προσεχείς εκλογές έτσι, τα μάτια μας πολλά θα δουν... και μη χειρότερα!
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.