Στην Πάτρα, όπου και νεότατος μυήθηκα στο ποδόσφαιρο, οι εκπρόσωποι της λαϊκής σοφίας έλεγαν και εξακολουθούν να λένε: «Κόψε μάπα και βγάλε συμπέρασμα».
Την αρχή αυτή εφαρμόζω πολλά χρόνια τώρα στην επαγγελματική μου δραστηριότητα και δεν έχω πέσει έξω. Για να καταλάβει λοιπόν κάποιος ποια είναι η τεράστια οικονομική σημασία του ποδοσφαίρου, μπορεί να ξεκινήσει «κόβοντας μάπες» στην Ελλάδα. Βλέποντας το στυλ και τα δείγματα ομιλίας κάποιων ανθρώπων, μπαίνει αμέσως στο νόημα.
Στο ποδόσφαιρο πρέπει να κυκλοφορεί πολύ χρήμα και ένα μέρος του σίγουρα είναι εξαιρετικά βρώμικο. «Πρόκειται για το κάτι άλλο», μας λέει ανώτατο στέλεχος της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας στην Ελλάδα, που ομολογεί ωστόσο ότι στην ελληνική πραγματικότητα ο χώρος αυτός αποτελεί άβατον. Και πώς να μη συμβαίνει αυτό, όταν είναι γνωστό ποιοι επενδύουν και ποιοι ασχολούνται με τα οικονομικά του ποδοσφαίρου. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις -αλλά απλώς για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Και ο τελευταίος δεν είναι αποκλειστικά ελληνικός. Έχει παγκόσμιο χαρακτήρα.
«Το ποδόσφαιρο έχει πολλή βρωμιά, που δύσκολα μπορούν να τιθασσεύσουν αυτοί που θέλουν να εξυγιάνουν τον χώρο. Έχουν διεισδύσει όλες οι διεθνείς μαφίες και σε κάποιες περιοχές η κατάσταση εκτρέπεται», μας υπογραμμίζει ο Γάλλος καθηγητής του πανεπιστημίου της Λιμόζ, Ζαν-Φρανσουά Νις, ο οποίος χρόνια τώρα ασχολείται με την οικονομία του ποδοσφαίρου. Μία οικονομία, εξάλλου, που έχει τους δικούς της κανόνες, δεδομένου ότι παγκοσμίως ξεπερνούν σε ένα μήνα τα 3 δισεκατομμύρια αυτοί που παρακολουθούν ποδοσφαιρικούς αγώνες και είναι 20 εκατομμύρια όσοι παίζουν μπάλα. Ειδικότερα στην Αφρική, πάνω από 8 εκατομμύρια νέοι συμμετέχουν σε ποδοσφαιρικά σωματεία και σε μαθητικές ομάδες, κάποιοι δε από αυτούς «ονειρεύονται» να βγάλουν άφθονο χρήμα, όπως αυτό που κερδίζουν οι Ντρογκμπά, Πογκμπά, Σισοκό, Ζιντάν, Νεϊμάρ, Μέσι και Ρονάλντο.
«Το ποδόσφαιρο έχει ανάγκη από τους ερασιτέχνες, οι οποίοι όντως είναι η μυστική του δύναμη. Σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι επαγγελματίες ποδοσφαιριστές πλησιάζουν τις 100.000 και ο αριθμός αυτός αυξάνει εντυπωσιακά, γιατί πλέον μπαίνουν στην ποδοσφαιρική αγορά οι Κινέζοι και οι Αμερικανοί», μας επισημαίνει ο Καναδός καθηγητής και οικονομολόγος Βίκτορ Φίνερ, ειδικός στο αθλητικό μάρκετινγκ. Προσθέτει δε ότι η φετινή χρονιά θα είναι από τις καλύτερες για την οικονομία του ποδοσφαίρου, διότι τα έσοδα θα ανέβουν πολύ λόγω του Mundial στη Ρωσία.
Ένα Mundial το οποίο έχει πλέον και τεράστια πολιτική σημασία. «Ο Βλαδίμηρος Πούτιν επένδυσε πολλά στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Το δε γεγονός ότι μέχρι στιγμής δεν έχουν παρατηρηθεί έκτροπα και τα γήπεδα είναι γεμάτα προσδίδει κύρος και αίγλη στο ρωσικό καθεστώς, που κερδίζει πολλούς πόντους από κάθε άποψη», μας υπογράμμισε ο Βέλγος συνάδελφος Ζαν Φιεβέ, που καλύπτει δημοσιογραφικά τα παγκόσμια κύπελλα από το 1986.
Είναι έτσι ξεκάθαρο ότι το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο μία μηχανή παραγωγής χρήματος, αλλά αποτελεί και σημαντικό επικοινωνιακό εργαλείο. «Χωρίς τη Ρεάλ Μαδρίτης και την Μπαρτσελόνα, πόσοι κάτοικοι του πλανήτη θα γνώριζαν ότι υπάρχει η Ισπανία», αναρωτιέται με αρκετή δόση ειρωνείας ο ποδοσφαιρόφιλος Γάλλος φιλόσοφος Αλέν Φινκελκρότ. Και μάλλον δεν έχει άδικο. Οι μεγάλες ομάδες παίζουν πλέον πολλαπλούς ρόλους στην εποχή της παγκοσμιοποίησης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, για το 2017, οι 20 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές ποδοσφαιρικές ομάδες έφθασαν τα 12 δισεκατομμύρια ευρώ συνολικά έσοδα, με τις Ρεάλ Μαδρίτης, Μπαρτσελόνα, Μπάγερν Μονάχου και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ να συγκεντρώνουν 3,9 δισεκατομμύρια ευρώ τζίρο. «Πρόκειται για τεράστια ποσά, που δείχνουν προς κάθε κατεύθυνση ότι το ποδόσφαιρο και ο οικονομικός του χώρος αποτελούν σημαντικούς παράγοντες ανάπτυξης, απασχόλησης και κοινωνικής συνοχής», γράφει ο σύμβουλος επιχειρήσεων Τζέιμς Γουότσον, ειδικός σε αναζήτηση χορηγιών.
Ποδόσφαιρο και οικονομία
Οπως γράφει στο βιβλίο του «Το Πάθος του Ποδοσφαίρου» ο Πατρίκ Μινιόν, διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης και του Αθλητισμού (INSEP), το ποδόσφαιρο είναι μία κανονική μεν, κορυφαία δε οικονομική δραστηριότητα, με ποικίλες προεκτάσεις. Είναι ταυτοχρόνως και μία δραστηριότητα που υπακούει στους κανόνες του οικονομικού υπολογισμού και άρα συμμετέχει και αυτό στη χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία. Κατά τα λοιπά, και στο ποδόσφαιρο ισχύουν όλες οι αρχές της επιστημονικής διοίκησης των επιχειρήσεων.
«Οι σύλλογοι διαθέτουν σήμερα νομικές υπηρεσίες, τμήματα μάρκετινγκ και πωλήσεων, χρηματοοικονομικούς συμβούλους και επαγγελματίες μάνατζερ. Η αλλαγή αυτή άρχισε να πραγματοποιείται από τη δεκαετία του 1980, όταν οι μεγάλες πολυεθνικές αθλητικών ειδών (Nike, Adidas), οι βιομηχανικοί κολοσσοί (Matra) και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας μπήκαν αποφασιστικά στην αγορά του αθλητισμού. Η είσοδος αυτή προσέλκυσε και μεγάλους χορηγούς (Cοca Cοla, Mastercard κ.α.), οι οποίοι αντιλήφθηκαν ότι μία νέα επικοινωνιακή πηγή τούς προσέφερε τεράστιες δυνατότητες. Έπρεπε λοιπόν το ποδόσφαιρο να μετατραπεί σε αποδοτικό θέαμα, μέσω επενδύσεων σε παίκτες, εκδηλώσεις και ενέργειες ικανές να φέρουν πολύ κόσμο στα γήπεδα και μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες. Ήταν επίσης απαραίτητο να γίνουν αποδοτικοί και οι σύλλογοι, με κύριο μέλημά τους να φέρουν τη σφραγίδα του νικητή. Όσο πιο νικηφόρος θα ήταν ένας ποδοσφαιρικός σύλλογος, τόσο περισσότερα τηλεοπτικά δικαιώματα θα διεκδικούσε».
Αυτά μάς έλεγε ο Πατρίκ Μινιόν, προσθέτοντας ότι η οικονομική σημασία του ποδοσφαίρου κάνει αδυσώπητες τις μάχες που δίνονται για τα δικαιώματα των αναμεταδόσεων. «Ο πόλεμος για την ιδιοκτησία των εικόνων του ποδοσφαίρου θα γίνεται όλο και σκληρότερος και θα έχει πολλαπλό περιεχόμενο», τόνιζε ο Γάλλος ειδικός και συγγραφέας.
Δυστυχώς, όμως, μέσα σε αυτό το περιβάλλον έχει εισβάλει στον χώρο του ποδοσφαίρου μία πραγματική αλητεία, η οποία χρησιμοποιεί μαφιόζικες μεθόδους για να επηρεάσει αποτελέσματα και να αποκομίσει τεράστια κέρδη από νόμιμα και παράνομα στοιχήματα.
Ο χορός των μαφιόζων
«Ποδόσφαιρο ίσον χρήμα και όπου υπάρχει χρήμα, υπάρχει και μαγείρεμα», γράφει ο Ντέκλαν Χιλ στο βιβλίο του «Τα Στημένα: Ποδόσφαιρο και Οργανωμένο Έγκλημα». Το βιβλίο του είναι αποκαλυπτικό, διδακτικό και εξουθενωτικό για κάθε αγνό φίλαθλο. Τα ποσά που επενδύονται στο ποδόσφαιρο διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα, ξεπερνούν κάθε φαντασία και προσελκύουν αρκετά αρπακτικά, γράφει ο Ντ. Χιλ και προχωρά σε μία συναρπαστική περιγραφή των δραστηριοτήτων του οργανωμένου εγκλήματος στον χώρο του ποδοσφαίρου. Κλείνει δε το βιβλίο του με τα ακόλουθα λόγια, τα οποία, αν μη τι άλλο, προκαλούν την κριτική σκέψη:
«Στο ταξίδι μου συνάντησα πραγματικούς ήρωες. Ανθρώπους που προσπάθησαν να καθαρίσουν το ωραιότερο παιχνίδι του κόσμου. Ως επί το πλείστον, οι άνθρωποι αυτοί περιθωριοποιήθηκαν, διασύρθηκαν και φιμώθηκαν. Αποτυχημένοι δημοσιογράφοι, πεθαμένοι διαιτητές, αγνοημένοι παίκτες. Θα σας συστήσω επίσης και ορισμένους νταραβεριτζήδες, κακοποιούς και απατεώνες που διαφθείρουν το άθλημα. Προσπάθησα να αφήσω τους εγκληματίες να μιλήσουν για λογαριασμό τους, χρησιμοποιώντας πιστές απομαγνητοφωνήσεις συνεντεύξεων ή μυστικά ηχογραφημένων συνομιλιών. Στη διάρκεια της έρευνάς μου προσπαθώ να εξηγήσω πώς αποδίδουν οι ποδοσφαιριστές και οι διαιτητές σε στημένα παιχνίδια, πώς είναι διαρθρωμένα και πώς λειτουργούν τα παράνομα συνδικάτα του τζόγου, για ποιον λόγο σχετικά πλούσιοι και διάσημοι αθλητές στήνουν αγώνες, γιατί οι παράγοντες των συλλόγων αποφασίζουν να δωροδοκήσουν τους αντιπάλους, πώς το κάνουν αυτό οι ομάδες, πώς παίρνουν τους διαιτητές με το μέρος τους… Οι απόψεις μου για το ποδόσφαιρο έχουν αλλάξει. Λατρεύω ακόμα τα παιχνίδια του Σαββάτου μεταξύ ερασιτεχνών. Τη συντροφικότητα και το φρέσκο άρωμα του γρασιδιού. Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, όμως, με αφήνει πλέον παγερά αδιάφορο. Ελπίζω ότι θα καταλάβετε το γιατί αφού τελειώσετε αυτό το βιβλίο. Πιστεύω ότι στο τέλος θα σας είναι μάλλον αδύνατο να δείτε το σπορ με το ίδιο μάτι».
Αυτά γράφει ο Ντέκλαν Χιλ και εμείς θα προσθέταμε ότι, με αυτό το -κατ’ ανάγκην συνοπτικό- περί ποδοσφαίρου κείμενο θα επιτρέψουμε στους αναγνώστες μας να συνειδητοποιήσουν ότι «ο βασιλιάς των σπορ» είναι ένα καίριο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό φαινόμενο, με ισχυρά ερείσματα και ποικίλες προεκτάσεις. Διότι, πίσω από τους προβολείς που φωτίζουν τους πρωταγωνιστές ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, ζει και αναπνέει επίσης μία διαφορετική κοινωνία, που κινείται σε μία παράλληλη πραγματικότητα. Είναι η κοινωνία των «οπαδών» και των «χουλιγκάνων», για τους οποίους το ποδόσφαιρο ως άθλημα δεν είναι παρά ο συνδετικός κρίκος που συμβιβάζει το ασυμβίβαστο μίας κοινωνίας η οποία παραπαίει στο χείλος της αποσυνθέσεως.
Διαβάστε το βιβλίο του Τζον Κινγκ «Εργοστάσιο Ποδοσφαίρου» και θα καταλάβετε.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.