H Ελλάδα εξέρχεται από το μνημόνιο και αυτό είναι δυνατό επειδή, inter alia, επιβλήθηκαν νέοι φόροι και/ή αυξήθηκαν οι υπάρχοντες. Αρκετοί φόροι έχουν επιβληθεί επάνω στη χρήση οικιακού ρεύματος, αυξάνοντας το κόστος χρήσης του. Ένα μέρος από τους φόρους αυτούς είναι χρεώσεις που ο πάροχος ηλεκτρικού ρεύματος (π.χ. η ΔΕΗ) τους εισπράττει προς απόδοση.
Εκτιμάται πως το κόστος που σχετίζεται εν όλω ή εν μέρει με το πωλούμενο προϊόν αντιστοιχεί στο 65% του συνολικού κόστους για έναν τυπικό οικιακό χρήστη. Το υπόλοιπο 35% περιλαμβάνει χρεώσεις -μερικώς ή πλήρως ασύμβατες με την αποστολή του παρόχου-, οι οποίες είναι:
Μερικώς
1. Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ): χρηματοδότηση της ηλεκτροδότησης της νησιωτικής Ελλάδας και του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολόγιου, το οποίο αφορά τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
2. Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αέριων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) που καλύπτει τις εγγυημένες τιμές για παραγωγούς σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).
3. Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ν. 2093/1992) 5 ευρώ ανά 1.000 KWh.
Πλήρως
4. Χρέωση Δικαιωμάτων Εκτέλεσης τελωνειακών Εργασιών (ΔΕΤΕ) 5ο/οο ευρώ.
5. Έσοδα δήμου: δημοτικά τέλη, τέλη φωτισμού, τέλος ακίνητης περιουσίας.
6. Τέλος ΕΡΤ: 36 ευρώ ανά έτος.
7. ΦΠΑ 13% πέραν των άλλων φόρων (ΕΦΚ, ΔΕΤΕ).
Μετά την παραπάνω καταγραφή, κατά την άποψή μου, εγείρονται τα παρακάτω ερωτήματα:
* Είναι οι χρεώσεις αυτές πολύπλοκες;
* Είναι τα νοικοκυριά επαρκώς ενημερωμένα, αναφορικά με την αιτιολόγηση της φορολόγησης;
* Συμβάλλουν οι χρεώσεις αυτές στην ευημερία των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων;
Στα παραπάνω ερωτήματα δίνω τις εξής απαντήσεις. Οι χρεώσεις αυτές είναι δυσνόητες, ενώ οι χρήστες είναι ανεπαρκώς ενημερωμένοι για την αιτιολόγηση των κάθε είδους τελών και φόρων που επιβαρύνουν το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας. Οι χρεώσεις αυτές είναι έμμεσοι φόροι, οι οποίοι, όπως όλοι οι έμμεσοι φόροι, επιβαρύνουν περισσότερο τα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα χαμηλού εισοδήματος, με τελικό αποτέλεσμα την ενεργειακή φτώχεια, δηλαδή:
* Περιορισμένη χρήση του προϊόντος-κοινωνικού αγαθού που λέγεται ηλεκτρική ενέργεια
* Περικοπές σε άλλες απαραίτητες δαπάνες διαβίωσης για την εξόφληση των λογαριασμών ηλεκτρικού
* Δυσκολίες στην εξόφληση των λογαριασμών
* Διακοπή της ηλεκτροδότησης σε ακραίες περιπτώσεις
Συνεπώς, ιδίως στην παρούσα συγκυρία, αρκετά νοικοκυριά υφίστανται περαιτέρω υποβάθμιση της ποιότητας ζωής, ειδικά όταν επικρατούν ακραίες καιρικές συνθήκες (π.χ., πολύ χαμηλές ή πολύ υψηλές θερμοκρασίες).
Η αντικειμενική αποστολή του πάροχου ηλεκτρικού ρεύματος είναι να αποζημιώνεται για την αξία του προσφερόμενου προϊόντος συν ένα περιθώριο κέρδους. Ωστόσο έχει δεσμευτεί νομικά να εισπράττει φόρους υπέρ τρίτων (ΕΡΤ,ΟΤΑ, χρηματοδότηση πολιτικών για ΑΠΕ, νησιωτικές περιοχές, ευάλωτες ομάδες). Αυτή η πολύπλοκη κατάσταση απαιτεί εκλογίκευση -μια λογική απλούστευση του λογαριασμού-μ με απώτερο στόχο να συμβάλει στη βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας.
1. Εκλογίκευση του Λογαριασμού Ρεύματος
Ο λογαριασμός ρεύματος πρέπει να περιέχει μόνον εκείνες τις χρεώσεις, οι οποίες είναι συμβατές με τον κύκλο παραγωγής (συμβατικής και μη) - μεταφοράς - διανομής. Η προτεινόμενη απλούστευση λαμβάνει υπόψη βέλτιστες πρακτικές όπως εφαρμόζονται στη σύνθεση των λογαριασμών ηλεκτρικού σε χώρες της Ευρωζώνης, όπως Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, που ανήκουν και στις οκτώ πλουσιότερες χώρες του κόσμου.
Οι λογαριασμοί ρεύματος στις αγορές αυτές περιέχουν δαπάνες για την παραγωγή και κατανάλωση του ρεύματος μαζί με φόρους και προσαυξήσεις. Π.χ. στη Γερμανία, η προσαύξηση είναι 23.1% (δηλ., EEG- Umlage), ο οικολογικός φόρος είναι 7 %. Στην Ιταλία, υπάρχουν χρεώσεις για ανανεώσιμες πηγές και πληρώνεται η δημόσια τηλεόραση. Η χρηματοδότηση του Δήμου είναι ανεξάρτητη (δηλ., condominium).
Στη Γαλλία, οι χρεώσεις αφορούν φόρους που σχετίζονται μόνον με το προϊόν. Παράδειγμα, υπάρχει ένας φόρος για τη μεταφορά του προϊόντος στον καταναλωτή (δηλ., la contribution tarifaire d’ acheminement). H χρηματοδότηση της τοπικής κοινότητας και της δημόσιας TV είναι ανεξάρτητη (tax d’habitation), μολονότι, διαχειριστικά, είναι υπεύθυνη η εφορία.
Στην Ελλάδα, ενώ ο λογαριασμός ρεύματος περιέχει χρεώσεις περιβαλλοντολογικής φύσης, οι υπόλοιπες είναι μερικώς ως πλήρως ασύμβατες με το προσφερόμενο προϊόν. Η ελληνική πρακτική πρέπει να ευθυγραμμιστεί με αυτήν στις τρεις χώρες και να καινοτομήσει.
Συγκεκριμένα:
1. Ένας νέος ανεξάρτητος οργανισμός θα μπορούσε να αναλάβει την είσπραξη των χρεώσεων ΥΚΩ και των χρεώσεων ΕΤΜΕΑΡ (ΑΠΕ). Ο ίδιος οργανισμός θα είναι υπεύθυνος για τη σύνδεση της νησιώτικης Ελλάδας και για τη λειτουργία-διαχείριση των ΑΠΕ. Θα μπορούσε να λάβει ένα κεφάλαιο κίνησης από την Πολιτεία, με τη δέσμευση να το αποπληρώσει σε βάθος χρόνου (π.χ. 25-50 χρόνια), ενώ θα μπορεί να έχει πρόσβαση και σε ιδιωτική χρηματοδότηση.
2. Η χρέωση ΔΕΤΕ είναι ένας έμμεσος φόρος, που επιβλήθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών το 2010, προκειμένου τα καταργηθέντα τέλη υπέρ των τελωνειακών να επιστραφούν. Συνεπώς, πρέπει να χρηματοδοτηθεί από το Υπουργείο Οικονομικών.
3. Ένας άμεσος φόρος οφείλει να υποκαταστήσει τον έμμεσο φόρο κατανάλωσης (ΕΦΚ Ν., 3336/2005), ο οποίος επιπλέον επιβαρύνεται με ΦΠΑ και αυξάνει το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας. Αναζητούνται εναλλακτικές με πυξίδα τις πολιτικές διαμόρφωσης των δημόσιων εσόδων.
Π.χ., μία μέση εισφορά ανά φορολογική μονάδα εισπρακτέα από τις φορολογικές αρχές ή μέσω των άμεσων φόρων. Οι ασύμβατες χρεώσεις ρεύματος, εξαίρεση αυτής της Δημόσιας TV, λόγω χαμηλού κόστους -3 ευρώ/μήνα- παύουν να υπάρχουν και χρηματοδοτούνται ως εξής:
4. Η τοπική αυτοδιοίκηση λαμβάνει τα έσοδά της μέσα από τρεις χρεώσεις: τέλη φωτισμού, δημοτικά τέλη, τέλος ακίνητης περιουσίας. Η πρώτη χρέωση -που αφορά σε μία οργανική λειτουργία της Τ.Α.- οφείλει να απορροφηθεί από τα γενικά έσοδα. Οι επόμενες δύο χρεώσεις υπολογίζονται ως συνάρτηση της επιφάνειας των κτισμάτων επί κάποιο συντελεστή, σε συνάρτηση με τιμή ζώνης κ.λπ. Διαχειριστικά, μπορούν να υπάρξουν δύο ανεξάρτητες χρεώσεις Ακίνητης Περιουσίας, ως και τώρα.
Η μία αποτελεί έσοδο της κεντρικής κυβέρνησης, η άλλη της Τ.Α. Τα δημοτικά έσοδα θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στον ΕΝΦΙΑ, ως μία ανεξάρτητη χρέωση, η οποία θα εισπράττεται χωριστά ή/και μαζί με τον ΕΝΦΙΑ από την ΑΑΔΕ, αλλά θα επιστρέφεται στον Δήμο.
5. Ο φόρος Κατανάλωσης (Ν. 2093/1992) συνεχίζει να πληρώνεται μέσω του πάροχου ρεύματος αφού είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τις περιβαλλοντολογικές συνέπειες του προϊόντος.
2. Τα οφέλη
Θα μειωθεί η ενεργειακή φτώχεια. Η χρήση ρεύματος για άλλες οικιακές χρήσεις (π.χ. θέρμανση/ψύξη) θα αυξηθεί. Λιγότερα νοικοκυριά θα αντιμετωπίσουν προβλήματα μείωσης/διακοπής ρεύματος ή άλλων σχετικών θεμάτων (π.χ. δημοτικά τέλη). Η διαχείριση τέτοιων περιστατικών γίνεται ευκολότερη, με λιγότερες συνέπειες. Η φορολογική δικαιοσύνη θα βελτιωθεί, αυξάνοντας την κοινωνική συνοχή.
Συμπερασματικά, η έξοδος από την κρίση προσφέρει το εύφορο έδαφος να βελτιωθεί η ευκρίνεια στον λογαριασμό ρεύματος, συμβάλλοντας στην κοινωνική ευημερία.
* Ο Δρ. Παναγιώτης Παπανικολάου είναι Health Economist, PhD.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.