Για ακόμη μια φορά, η πολιτική συζήτηση εκτροχιάστηκε με αφορμή την απόφαση του υπουργού Παιδείας για την επιλογή των σημαιοφόρων των μαθητικών παρελάσεων μέσω κλήρωσης.
Η αντιπολίτευση θεωρεί ότι θα κολλήσει μια ρετσινιά στην κυβέρνηση, αν αποδείξει ότι «αποθεώνει τη λογική της ήσσονος προσπάθειας». Από την άλλη, κάποιοι που θέλουν να κρατήσουν αριστερά προσχήματα για να διασκεδάσουν τον ρομαντισμό της νιότης τους, νομίζουν ότι εξιλεώνονται με γελοίες αποφάσεις που -υποτίθεται- ακυρώνουν τον ταξικό ανταγωνισμό εξ απαλών ονύχων. Κάπως έτσι συνεχίζεται πάνω στο πτώμα της σύγχρονης ελληνικής Παιδείας μια στείρα αντιπαράθεση.
Πίσω από τις σημαίες βρίσκεται η ουσία
Σε ένα άρθρο γεμάτο ευαισθησία, που θεωρώ ότι συμπυκνώνει τον προβληματισμό υπέρ της κλήρωσης, η δημοσιογράφος Ξένια Κουναλάκη αναφέρει: «Εμένα μου φάνηκε προοδευτική η απόφαση. Τα παιδιά στο τέλος του δημοτικού, στην ηλικία των 12 ετών (πόσο μάλλον τα μεγαλύτερα) ζουν ήδη καθημερινά βασανιστήρια εικονικού πνιγμού: προσπαθούν να βρουν τη θέση τους στον κόσμο και να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των γονιών και των εκπαιδευτικών τους, κι όλα αυτά υπό την πίεση των συνομηλίκων τους.
Είναι όμορφα ή ασχημομούρικα; Ψηλά ή κοντά; Έξυπνα ή στούρνοι; Είναι οι επιδόσεις τους στο σχολείο προοίμιο των όσων θα πετύχουν στη ζωή; Έχουν φίλους, είναι αγαπητά; Φορούν τα σωστά ρούχα; Έχουν τα απαραίτητα (τσάντα-παπούτσια-κινητό) που αποτελούν το εισιτήριό τους για την ομάδα των δημοφιλών; Γιατί να μην αφαιρέσουμε ένα ούτως ή άλλως επουσιώδες άγχος από τη ζόρικη προεφηβική τους ζωή;».
Σε αυτά κάποιοι αντιπαραθέτουν την απειλή του «εξισωτισμού προς τα κάτω» και την «κατάργηση της άμιλλας». Ίσως κάποιοι που υπερασπίζονται την «αριστεία» θεωρούν τον εαυτό τους άριστο ή προσπαθούν να παρουσιαστούν σαν άριστοι.
Θεωρώ ότι ο Κ. Γιαννακίδης είναι πιο εύστοχος γράφοντας ότι :«Το πρόβλημά μας είναι ευρύτερο. Και βρίσκεται στην κοινή αντίληψη περί αξιολόγησης, μίας έννοιας που παραδοσιακά απορρίπτεται ή αντιμετωπίζεται επιφυλακτικά από μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας μας».
Στην αξιολόγηση βρίσκεται η ουσία και οι σημαίες των σημαιοφόρων την κρύβουν. Η πολιτική αντιπαράθεση όσων υποστηρίζουν το «αξιακό τρίπτυχο της αριστείας, της φιλομάθειας και της αξιοκρατίας» έναντι όσων στοχεύουν «στη δημιουργία θετικού παιδαγωγικού κλίματος, αποφεύγοντας τους ανταγωνισμούς και τις διενέξεις» είναι παραπροϊόν της ουσίας. Ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας είναι αντίθετο με την αξιολόγηση ακόμη και στον χώρο της Παιδείας, παρότι είναι πανταχού και διαρκώς παρούσα. Σε μια κοινωνία χαμηλής εμπιστοσύνης στους θεσμούς, κάθε αξιολόγηση είναι εξαρχής ύποπτη.
Στοχεύοντας τα κομματικά ακροατήρια (σκοτώνοντας την Παιδεία)
Δυστυχώς, οι πραγματικές προθέσεις των αντιπάλων είναι η ικανοποίηση των στενών κομματικών πυρήνων εκατέρωθεν. Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται να «ακυρώνει» τη βαθμοθηρία ή τον ανταγωνισμό (που παραπέμπει σε καπιταλιστικές αξίες) μέσω κλήρωσης.
Από τη στιγμή που είναι όμηρος του ακροδεξιού συνεταίρου των ΑΝΕΛ, που θέτει τις δικές του κόκκινες γραμμές (πάντα με οπισθοδρομική μπογιά), υλοποιεί κάτι που υποτίθεται είναι σύμφωνο με τις ιδεολογικές του ευαισθησίες. Δεν είμαι πάντως βέβαιος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταργούσε τις παρελάσεις (οπότε και η συζήτηση περί σημαιοφόρων παρέλκει), αν κυβερνούσε αυτοδύναμα, ή αν τέτοιου είδους συνεταιρισμοί είναι απλώς βολικοί για να δικαιολογούνται υποχωρήσεις.
Όσοι αγανακτούν για άλλη μια φορά με τους κατσαπλιάδες που κατά λάθος κυβερνούν, με αφορμή την κλήρωση θέλουν να «αποδείξουν» πόσο σκουριασμένη και κολλημένη στο παρελθόν είναι ακόμα και η αναπνοή όσων δηλώνουν αριστεροί. Πιστεύουν ότι κάπως έτσι θα καταρρεύσει η μακροβιότερη κυβέρνηση από τότε που η κρίση άρχισε να συντρίβει τη χώρα. Παραβλέπουν το γεγονός ότι εδώ και χρόνια στο ελληνικό δημοτικό η πλειοψηφία των μαθητών αριστεύει(!) και ότι η κλήρωση είχε (αναγκαστικά) προηγηθεί.
Κάποιες αθέατες (αλλά σημαντικές) πλευρές του ζητήματος
1. Εκτός από την κλήρωση, θεσπίζεται η κατάργηση της παράστασης των σημαιοφόρων στις δοξολογίες (ήταν υποχρεωμένοι να πηγαίνουν πριν την παρέλαση στην εκκλησία). Η ΝΔ εκδήλωσε την αντίθεσή της, θεωρώντας ότι ο υπουργός «με αυτόν τον τρόπο, ανατρέπει παραδόσεις δεκαετιών». Προσπαθεί έτσι να ξυπνήσει τα αντανακλαστικά της χριστεπώνυμης πλειοψηφίας των ψηφοφόρων, την οποία έχει παραπλανήσει ο διαβολικός αριστερός αντίπαλος. Θα ήθελα πάντως να ρωτήσω τους υπερασπιστές του φιλελευθερισμού (όχι τους όψιμους, αλλά τους αυθεντικούς) το εξής: πόσες και ποιες αποκλίσεις από τις αρχές του κοσμικού κράτους επιτρέπονται, ώστε να πάψει αυτό να χαρακτηρίζεται φιλελεύθερο;
2. Για θέματα παρελάσεων ή προσευχής, οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από τον σύλλογο διδασκόντων, τους γονείς και την τοπική κοινωνία. Υποτίθεται ότι αυτό είναι ένα δημοκρατικό μέτρο που στηρίζεται στις αρχές της άμεσης δημοκρατίας και της πλειοψηφίας. Πρόκειται για τακτική υπεκφυγής -από αυτές που μας συνήθισε η σημερινή κυβέρνηση- αλλά και παραβίαση βασικών δικαιωμάτων που οφείλει να προστατεύει ένα σύγχρονο κράτος. Ορισμένες αρχές πρέπει να έχουν καθολική ισχύ. Γιατί οι μαθητές της σχολής Μωραΐτη δεν κάνουν κάθε πρωί προσευχή και δεν έχουν εικόνες αγίων κρεμασμένες στις αίθουσες διδασκαλίας, ενώ όλα τα δημόσια σχολεία έχουν άλλη πολιτική;
Οι σημαιοφόροι του παρελθόντος μας
Οι παρελάσεις αναδεικνύουν τις αναπηρίες του κοσμικού μας κράτους και πολλά από όσα μας κρατούν ομήρους και ουραγούς της σύγχρονης εποχής. Πυροδοτούν εκδηλώσεις ρατσιστικού περιεχομένου (οι μισοί συμπολίτες μας θεωρούν ότι «Έλληνας γεννιέσαι») ή δημιουργούν τεχνητές συνθήκες εθνικιστικών παροξυσμών που στηρίζονται σε ιστορικούς μύθους.
Υποτίθεται ότι είναι μέρος των ιερών μας παραδόσεων ακόμη και όταν εκφυλίζονται σε καλλιστεία ανηλίκων στα οδοστρώματα. Και όλα αυτά αποφεύγοντας την ουσία της υπόθεσης. Ότι η ισοπέδωση της Παιδείας ήταν ένα από τα συμπτώματα αλλά και βασικό αίτιο της χρεοκοπίας της χώρας.
*Ο Κώστας Μαρκάζος είναι οικονομολόγος.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.