Ας υποθέσουμε πως κρατάω κάποια χαρτονομίσματα στο χέρι, καθώς μόλις έχω εισπράξει τον μισθό μου, ή τα έχω αποσύρει από τις καταθέσεις μου, ή πρόκειται για χαρτζιλίκι που έλαβα από τον παππού μου.
Σε κάθε περίπτωση, ένα είναι σίγουρο και αναμφισβήτητο: είναι δικά μου. Μου ανήκουν. Είναι ιδιοκτησία μου
Έχοντας αυτό ως δεδομένο, η ιστορία κατόπιν εξελίσσεται ως εξής:
Α σενάριο: Ακούγοντας το παλιό άσμα του Μάνου Παπαδάκη «Θα τα κάψω τα ρημάδια τα λεφτά μου για να δω αν την καρδιά μου ή το χρήμα αγαπάς», ανάβω ένα σπίρτο και τα καίω. Όλα. Μετατρέπονται σε καπνό και στάχτη.
Β σενάριο: Περνάει από δίπλα μου ένα κλεφτρόνι. Εκμεταλλευόμενο την ολιγωρία μου, τα αρπάζει πιο γρήγορα από κρουπιέρη στο Λας Βέγκας και εξαφανίζεται. Δεν πρόκειται να ξαναδώ ποτέ τα αγαπημένα μου χαρτονομίσματα.
Προφανώς, σε ατομικό επίπεδο, βρίσκομαι χαμένος και στις δύο περιπτώσεις. Η κοινωνία όμως χάνει εξίσου και στις δύο;
Η απάντηση είναι πως η κοινωνία χάνει αποκλειστικά και μόνο στην Α περίπτωση. Ο λόγος είναι πως έχουμε ένα περιουσιακό στοιχείο που καταστρέφεται. Χάνεται για πάντα.
Στη Β περίπτωση, τα χαρτονομίσματα δεν χάνονται. Απλά αλλάζουν χέρια. Περνάνε από την κατοχή του νόμιμου ιδιοκτήτη σε έναν νέο κάτοχο, ο οποίος όμως είναι μέλος της κοινωνίας. Θα τα καταναλώσει, ή θα τα επενδύσει, ή θα τα καταθέσει, ή θα πληρώσει τους φόρους του.
Η κοινωνία ως σύνολο δεν έχει απολέσει κάποιο περιουσιακό στοιχείο.
Πρόκειται για το ανάποδο του κριτηρίου του Pareto, σύμφωνα με το οποίο μια οικονομική ισορροπία είναι προτιμότερη από μία άλλη, όταν με κάποια ενέργεια αυξάνει την ευημερία έστω και ενός ατόμου, χωρίς να μειωθεί η ευημερία κάποιου άλλου. Γιατί τότε έχουμε αύξηση της ευημερίας της κοινωνίας.
Η απάντηση φυσικά είναι καθαρά από οικονομική σκοπιά. Δεν έχει να κάνει με ηθικά ή παρόμοιας φύσεως κριτήρια. Για αυτό και ο νομοθέτης απαγορεύει την καταστροφή χαρτονομισμάτων. Όχι μόνο για συμβολικούς ή ηθικούς λόγους όπως το κάψιμο της σημαίας, αλλά γιατί μειώνεται ο πλούτος της κοινωνίας.
Για την ανταλλαγή φθαρμένων χαρτονομισμάτων
Όσοι έχουν φυλαγμένα χαρτονομίσματα εκτός τραπέζης, καλό είναι κατά καιρούς να ελέγχουν την κατάστασή τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν φυλαχτεί σε ακατάλληλα σημεία, με αποτέλεσμα να φθείρονται.
Με τα πρώτα σημάδια φθοράς, καλό είναι να απευθύνονται σε κάποια τράπεζα για να τα αντικαταστήσουν, όσο η ζημιά είναι περιορισμένη.
Η αλλαγή των φθαρμένων χαρτονομισμάτων από τις ιδιωτικές τράπεζες είναι υποχρεωτική, σύμφωνα με την απόφαση της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας της 3ης Δεκεμβρίου 2001, αρκεί να ισχύουν οι παρακάτω προϋποθέσεις :
1) Να υπάρχει κομμάτι μεγαλύτερο του 50% της αρχικής επιφανείας. Αν είναι ίσο ή μικρότερο με το 50%, τότε θα πρέπει ο κάτοχός του να αποδείξει ότι τα ελλείποντα τμήματα έχουν ολοσχερώς καταστραφεί.
2) Αν το χαρτονόμισμα είναι σκισμένο σε 2 ή περισσότερα κομμάτια, να έχει την προβλεπόμενη έκταση.
3) Αν είναι πολύ τσαλακωμένα ή φέρουν μουντζούρες, να διαθέτουν τουλάχιστον έναν από τους δύο κωδικούς ακέραιο.
Αν παρόλο που συντρέχουν οι παραπάνω 3 προϋποθέσεις, σας αρνηθούν την αλλαγή από τις εμπορικές τράπεζες και δεν θέλετε να μπλέξετε με χρονοβόρες διαδικασίες, τότε:
1) Καταθέστε τα στον τραπεζικό λογαριασμό σας.
2) Τους κοινοποιείτε πως οφείλουν να υπακούσουν στην εγκύκλιο 409 της Τράπεζας της Ελλάδος με ημερομηνία 09/01/2002.
3) Ζητάτε τα στοιχεία του υπαλλήλου, καθώς και του διευθυντή του υποκαταστήματος που αρνήθηκαν και τα στέλνετε στην Τράπεζας της Ελλάδος.
* Ο Βασίλης Παζόπουλος ([email protected]) είναι οικονομολόγος, χρηματιστηριακός αναλυτής, συγγραφέας του βιβλίου Επενδυτές χωρίς Σύνορα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.