Αυτό είναι το τρίτο και πιθανότητα το τελευταίο άρθρο μου για την αμαρτωλή υπόθεση της ΑΕΠΙ (1). Τούτο, διότι με το διορισμό Επιτρόπου και την ανάληψη καθηκόντων, που έλαβε χώρα ενόσω γράφονται αυτές οι γραμμές, μπήκαμε στην τελευταία φάση της προσπάθειας αναβίωσης και νομικής διάσωσης της ΑΕΠΙ.
Προσπάθειας, που αναμένεται να ολοκληρωθεί με την ένταξή της στις μεταβατικές διατάξεις του νέου νόμου για τη συλλογική διαχείριση.
Κι αυτό ακριβώς είναι το σημείο του σχεδίου αναβίωσης της ΑΕΠΙ που αναδεικνύει τη συγκεκριμένη κυβερνητική «εξυπηρέτηση» ως τη μεγαλύτερη εκδούλευση που έχει γίνει στο χώρο της συλλογικής διαχείρισης πνευματικών δικαιωμάτων από τότε που ψηφίστηκε ο Ν. 2121/1993 (2).
Καθότι με τον τρόπο αυτόν, η ίδια Κυβέρνηση που επί των ημερών της έγινε η πρώτη και μοναδική μέχρι σήμερα προσπάθεια να μπει τάξη στην ασύδοτη και πολλαπλώς παράνομη δράση της συγκεκριμένης επιχείρησης, αντί να θέσει το πρέπον τέλος στην υπόθεση απλά εφαρμόζοντας το νόμο, έχει κάνει ό,τι περνούσε από το χέρι της προκειμένου να την επαναφέρει στη ζωή και να τη διατηρήσει ως το μόνο, αδιαμφισβήτητο μονοπώλιο στην αγορά των πνευματικών δικαιωμάτων μουσικής. Βεβαίως, όπως αναμένονταν, η ιδιοκτησία της ΑΕΠΙ έχει ήδη προσφύγει στη δικαιοσύνη κατά του διορισμού Επιτρόπου – και μάλιστα με σημαντικές πιθανότητες επιτυχίας, αν κάποιος δεν της αντιταχθεί.
Ωστόσο, ακόμη κι έτσι, όλη αυτή η προσπάθεια δεν παύει να είναι «το δέντρο», μια νομικά παράφωνη λεπτομέρεια, μπροστά στο «δάσος» της ζημίας που έχει κάνει η συγκεκριμένη επιχείρηση στον τομέα, όχι της συλλογικής διαχείρισης πνευματικών δικαιωμάτων, αλλά της διάδοσης της σύγχρονης ελληνικής μουσικής. Το «δάσος» το οποίο η Κυβέρνηση, παραπατώντας νομικά και ανίκανη να αντισταθεί στις ετερώνυμες πιέσεις που δέχεται (ενδεχομένως, δε, και στους πειρασμούς), αδυνατεί όχι να διαχειριστεί, αλλά ακόμη και να αντιληφθεί.
Δυστυχώς, το ίδιο λάθος κάνουν ακόμη και δημιουργοί, κάποιοι εκ του πονηρού, πολλοί ωστόσο κινούμενοι με πραγματικά αγνές προθέσεις (όπως είμαι προσωπικά σε θέση να γνωρίζω), αλλά με κρίση βαθιά θολωμένη από την προσδοκία και την αγωνία.
Η ουσία, και ταυτόχρονα η μεγάλη ζημία, είναι αλλού. Βρίσκεται στο πραγματικό, μετρήσιμο γεγονός ότι γιγαντώνεται, μέρα με τη μέρα, το φαινόμενο της μείωσης της δημόσιας εκτέλεσης προστατευόμενης μουσικής.
Ο ένας μετά τον άλλον επαγγελματίες, ακόμη και της ραδιοφωνίας, ακόμη και της ψυχαγωγίας, ακόμη και της εστίασης, ιδιοκτήτες καταστημάτων που άλλοτε θα ήταν αδιανόητο να μην έχουν μουσική, «βγάζουν το stereo» από την πρίζα. Προκειμένου να μη βρεθούν κατηγορούμενοι διότι αρνούνται να πληρώσουν εξωφρενικές χρεώσεις, προκειμένου να μην τους ξαναεκβιάσει ο τοπικός «αντιπρόσωπος» μιας εταιρίας που οι ιδιοκτήτες της ελέγχονται ως καταχραστείς των χρημάτων που συλλέγει για λογαριασμό των δικαιούχων, προκειμένου να διαφυλάξουν την αξιοπρέπειά τους και να μην επιτρέψουν να τους σέρνει μια ιδιωτική επιχείρηση στα ποινικά δικαστήρια σαν εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου γιατί απλώς δεν υπέκυψαν στις ακόρεστες ορέξεις της, προτιμούν, στην καλύτερη περίπτωση, να μεταδίδουν μη προστατευόμενη μουσική, και στη χειρότερη, τη σιωπή.
Αυτούς τους ανθρώπους, που έχουν υποστεί τα πάνδεινα κι έχουν ήδη διαπιστώσει ότι οι επιχειρήσεις τους μπορούν να επιβιώσουν και χωρίς μουσική, έρχεται σήμερα το Κράτος και τι τους λέει; Ναι, ξέρω ότι δεν έπραξα το καθήκον μου να ελέγξω την ιδιωτική επιχείρηση στην οποία έδωσα αδιανόητες υπερεξουσίες. Όχι, δεν προχωρώ στη νομοθετική απαλλαγή κανενός χρήστη από τις ποινικές διώξεις που είναι αποτέλεσμα της κατάχρησης των υπερεξουσιών αυτών – ούτε κουβέντα. Κι επειδή η ΑΕΠΙ έχει μηδενική αξιοπιστία και φερεγγυότητα, έτσι όπως τα έκαναν οι ιδιοκτήτες της, τοποθετώ έναν κρατικό υπάλληλο (την Επίτροπο) να κάνει για λογαριασμό της τις εισπράξεις. Εσείς όμως συνεχίστε να πληρώνετε και μη στεναχωριέστε, «πλέον τα χρήματα θα καταλήγουν εκεί όπου οφείλονται: στους δημιουργούς» (βλ. δελτίο τύπου εδώ).
Μάλιστα. Θα γίνει εξορθολογισμός των τιμών; Όχι βέβαια, η Επίτροπος δεν έχει τέτοια αρμοδιότητα.
Πρόκειται για μια κρατική υπάλληλο που καλείται να εισπράττει, μαζί με τις όποιες νόμιμες, και τις παράνομες χρεώσεις μιας ιδιωτικής επιχείρησης από άλλες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Θα υπάρξει προσπάθεια ανάκτησης των τυχόν παρανόμως υφαρπαχθέντων, ώστε να συμψηφιστούν με μελλοντικές απαιτήσεις; Και πάλι όχι, η Επίτροπος δεν έχει ούτε αυτήν την αρμοδιότητα. Μήπως υπάρχει κάποια πρόνοια έστω για την καταμέτρηση του ρεπερτορίου που εκπροσωπεί πλέον η ΑΕΠΙ, δεδομένου ότι σημαντικότατοι διεθνείς Οργανισμοί Συλλογικής Διαχείρισης έχουν καταγγείλει τις συμβάσεις αμοιβαίας εκπροσώπησης; Η απάντηση είναι και πάλι αρνητική. Γενικά, δεν υπάρχει απολύτως καμμιά πρόβλεψη στο νόμο, πέραν του ότι τοποθετείται κρατική εισπράκτορας σε μια ιδωτική επιχείρηση.
Δεν μπορώ να φανταστώ ποιους και πόσους θα πείσει η Κυβέρνηση να (ξανα)βάλουν προστατευόμενη μουσική στο μαγαζί τους, με τη στρατηγική της διάσωσης και αναβίωσης μιας ιδιωτικής μονοπωλιακής επιχείρησης που γιγαντώθηκε πίνοντας το αίμα των πελατών της υπό την προστασία του Κράτους (ένθεν κακείθεν, τόσο δημιουργών όσο και επαγγελματιών χρηστών μουσικής). Και δεν ξέρω αν οι δημιουργοί μπορούν να φανταστούν το έργο τους χωρίς τη δημόσια εκτέλεση (γιατί αυτές οι κυβερνητικές επιλογές, εκεί οδηγούν) – θα πρέπει ωστόσο να συνηθίσουν στην ιδέα, αν δεν ανατραπεί η συγκεκριμένη κυβερνητική στρατηγική.
Αυτό που σίγουρα ξέρω είναι ότι η αγορά δε συγχωρεί τα κενά. Κι επειδή ανήκω στους ανθρώπους που μάχονται καθημερινά τα μονοπώλια, ελπίζω (και θα προσπαθήσω) την κατάρρευση του συγκεκριμένου αμαρτωλού μονοπωλίου να διαδεχθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ δυο, τριών ίσως και περισσότερων νέων παιχτών – άλλωστε, το νέο νομοθετικό περιβάλλον, μετά την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/26/ΕΚ, εκεί οδηγεί.
Ίσως αυτή να είναι και η μόνη λύση, δεδομένων των συνθηκών, ώστε να μη χαθεί από τη ζωή μας το καλό τραγούδι.
(1) Στο Euro2day.gr έχω δημοσιεύσει δυο ακόμη άρθρα για το θέμα, το πρώτο στις 21 Φεβρουαρίου 2017 με τον τίτλο «Ποιος φταίει για το ‘σκάνδαλο’ της ΑΕΠΙ» και το δεύτερο την 1η Μαρτίου 2017 με τίτλο «Πρέπει άραγε να σωθεί η ΑΕΠΙ;»
(2) Αναλυτικό άρθρο για τον τρόπο αναβίωσης της ΑΕΠΙ μέσω του φαινομενικά «αθώου» και με «καλές προθέσεις» διορισμού Επιτρόπου μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
* Ο Κωνσταντίνος Παρίσσης είναι Δικηγόρος και Οικονομολόγος με ειδίκευση σε θέματα διοίκησης, επιχειρηματικότητας και πνευματικής ιδιοκτησίας.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.