«Αν παραβλέψουμε το θέμα του δικαίου, τότε τι είναι τα μεγάλα βασίλεια παρά μεγάλες ληστείες; Και τι είναι οι ληστείες παρά μικρά βασίλεια;» Aγιος Αυγουστίνος
Αυτό που εκπλήσσει με τη συζήτηση που διεξάγεται από τους πολιτικούς και τους επιχειρηματίες στην Ελλάδα σχετικά με τη φορολογία είναι ο επιφανειακός της χαρακτήρας. Ολοι συζητούν τα επίπεδα της φορολογίας -άλλος θέλει να τα μειώσει, άλλος να τα αυξήσει-,όμως κανένας δεν θίγει το βασικό ερώτημα: Για ποιο λόγο φορολογία; Tι σημαίνει δίκαιη φορολογία;
Στα βασικά αυτά ερωτήματα είναι ιδιαίτερα σημαντική η συμβολή τόσο της χριστιανικής όσο και της φιλελεύθερης παράδοσης. Για τους χριστιανούς διανοητές -προεξαρχόντων του Αγίου Αυγουστίνου και του Θωμά του Ακινάτη- όσο και για τους φιλελεύθερους διανοητές -προεξάρχοντος του Γάλλου οικονομολόγου Φρεντερίκ Μπαστιά-, το μεγάλο πρόβλημα ήταν: Πώς διαφοροποιείται η φορολογία από την κοινή ληστεία; Tι διαφοροποιεί τον εφοριακό από έναν απλό ληστή που προτείνοντας το περίστροφό του, σου αποσπά τα χρήματα;
Στο κεντρικό αυτό ερώτημα, δηλ. τι διαφοροποιεί τη ληστεία από τη φορολογία, οι χριστιανοί και οι φιλελεύθεροι διανοητές καταλήγουν σε μία κοινή απάντηση: H ανταποδοτικότητα. Η φορολογία είναι διαφορετική από τη ληστεία, στον βαθμό που το κράτος σού παρέχει ορισμένα αγαθά -που αργότερα αποκαλέσθηκαν «δημόσια αγαθά»-, τα οποία φυσικά δεν σου παρέχει ο ληστής.
Η ανταποδοτικότητα λοιπόν είναι το χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τη φορολογία από τη ληστεία. Η φοροδιαφυγή λοιπόν σε ένα σύστημα στο οποίο το κράτος σού επιστρέφει με τη μορφή αγαθών και υπηρεσιών αυτά που καταβάλλεις σε φόρους, είναι ηθικά κολάσιμη.
Ομως αν το φορολογικό σύστημα δεν είναι ανταποδοτικό, τότε δεν υπάρχει τίποτα που να το διαφοροποιεί από την κοινή ληστεία. Οπως γράφει ο Μπαστιά:
«Οταν ο Γιώργος δίνει 100 δραχμές στην εφορία σε αντάλλαγμα μιας χρήσιμης υπηρεσίας, είναι το ίδιο σαν να δίνει 100 δρχ. στον παπουτσή για ένα ζευγάρι παπούτσια. Αλλά όταν ο Γιώργος δίνει 100 δρχ. στην εφορία και είτε δεν παίρνει καμία υπηρεσία σε αντάλλαγμα, είτε παίρνει υπηρεσίες χαμηλότερης αξίας από τα χρήματα που κατέβαλε, τότε πρόκειται για κλοπή. Εν συντομία, το να επιβάλλεις φόρους χωρίς να παρέχεις ανάλογης ποιότητας δημόσια αγαθά είναι ληστεία».
Ανάλογη είναι και η συλλογιστική του μεγάλου χριστιανού διανοητή Θωμά Ακινάτη. Η ανταποδοτικότητα είναι η ηθική βάση των πληρωμών που καταβάλλει ο πολίτης στον Πρίγκιπα. Και αυτή η ηθική βάση παραβιάζεται αν ο Πρίγκιπας δεν εκπληρώσει το καθήκον του να τους παράσχει τα αγαθά και τις υπηρεσίες για τα οποία πλήρωσαν τους φόρους. Στο σημείο αυτό, μάλιστα, ο Ακινάτης προτείνει ότι οι πρίγκιπες είναι υποχρεωμένοι να επιστρέψουν τους φόρους στους πολίτες, αν δεν προσφέρουν το δημόσιο αγαθό π.χ. της ασφάλειας, «διότι ο μισθός τούς δίνεται για να διαφυλάσσουν το δίκαιο».
Σήμερα στην Ελλάδα, ο πολίτης καταβάλλει φόρους κράτους του Πρώτου Κόσμου και απολαμβάνει υπηρεσίες κράτους του Τρίτου Κόσμου.
Ολα τα λεγόμενα «δημόσια αγαθά» είναι ανύπαρκτα, αν δεν πληρώσει από την τσέπη του: «φακελάκι» και «αποκλειστική νοσοκόμα» στη Δημόσια Υγεία, «φροντιστήρια», «ιδιαίτερα» και «κέντρα ξένων γλωσσών» στη Δημόσια Παιδεία και όσον αφορά στη Δημόσια Ασφάλεια, πρέπει να πληρώνει ιδιωτικές εταιρείες για την προστασία του μαγαζιού ή του σπιτιού του.
Ολα αυτά είναι γνωστά. Αυτό όμως που είναι εκπληκτικό είναι ότι οι πολιτικοί, τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς, εξαπολύουν τους ηθικολογικούς μύδρους τους εναντίον της «φοροδιαφυγής», παραβλέποντας ότι από το ελληνικό φορολογικό σύστημα απουσιάζει ο θεμελιώδης πυλώνας που καθιστά ένα φορολογικό σύστημα δίκαιο: H ανταποδοτικότητα.
Όμως, αυτή η θεμελιώδης ανηθικότητα του φορολογικού συστήματος -δηλαδή η παντελής έλλειψη ανταποδοτικότητας- έχει εξαφανισθεί από την πολιτική συζήτηση.
Οι συζητήσεις αφορούν δευτερεύοντα επιφαινόμενα του φορολογικού συστήματος -φορολογικούς συντελεστές, ΕΝΦΙΑ κ.λπ.- ενώ εκείνο το οποίο θα έπρεπε να αμφισβητείται εξ ολοκλήρου είναι αυτή καθ' αυτή η σαθρή δεοντολογικά βάση στην οποία στηρίζεται.
Και όσο το θέμα της ανταποδοτικότητας δεν τίθεται στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου, τόσο κάθε συζήτηση για το «δίκαιο επίπεδο φορολογίας» θα παραμένει επιφανειακή και αυθαίρετη.
* Ο Τάκης Μίχας σπούδασε Ανθρωπολογία στη Δανία και εργάσθηκε για πολλά χρόνια σε Ελευθεροτυπία και Καθημερινή. Υπήρξε αρθρογράφος της Wall Street Journal και άλλων διεθνών εντύπων καθώς και συγγραφέας βιβλίων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ζει στη Λατινική Αμερική, όπου γράφει βιβλίο για το φαινόμενο του Populismo.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.