Οι δύο δεκαετίες που ακολούθησαν την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου χαρακτηρίστηκαν ως η κορύφωση της Παγκοσμιοποίησης. Η διασυνοριακή κίνηση κεφαλαίων, αγαθών και ανθρώπων εξαπλώθηκε ραγδαία. Μεταξύ της πτώσης του τείχους του Βερολίνου το 1989 και της αρχής της τελευταίας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2007, η διεθνής ροή κεφαλαίων αυξήθηκε από 5,0% του παγκόσμιου ΑΕΠ στο 21,0%. Το διεθνές εμπόριο αντίστοιχα αυξήθηκε από 39,0% στο 59,0% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Παράλληλα ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν έξω από τη χώρα γέννησής τους αυξήθηκε περισσότερο από 25,0%.
Την περίοδο που ακολούθησε την κρίση μέχρι και τις σημερινές ημέρες, η εικόνα έχει γίνει περισσότερο σύνθετη. Η διασυνοριακή ροή κεφαλαίων έχει μειωθεί σημαντικότατα και πολλοί ομιλούν για ουσιαστική κατάρρευση. Το διεθνές εμπόριο βρίσκεται σε στασιμότητα. Μόνο η διασυνοριακή κίνηση ανθρώπων συνεχίζεται, παρουσιάζοντας ανοδική τάση.
Με αυτές τις εξελίξεις, μια ερώτηση εύλογα τίθεται: μήπως έχουμε εισέλθει στην εποχή της απο-παγκοσμιοποίησης;
Μια τέτοια εξέλιξη είναι πιθανή: η γρήγορη παγκοσμιοποίηση στα τέλη του 19ου αιώνα έδωσε τη θέση της στην απο-παγκοσμιοποίηση στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα , μάλιστα με τρομακτικό κρότο που συνόδευσε τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μεγάλη Ύφεση. Παρότι φαίνεται απίθανο η Ιστορία να επαναλαμβάνεται με τους ίδιους όρους σήμερα, ανιχνεύονται στοιχεία «κούρασης» ή «αποδόμησης» της παγκοσμιοποιητικής διαδικασίας. Δύσκολο να πούμε αν πρόκειται για συγκυριακές καταστάσεις, ή για τάση που σιγά αλλά σταθερά τείνει να γενικευθεί.
Μια προσεκτική ματιά πίσω από τις επικεφαλίδες δείχνει πάντως ότι η παγκοσμιοποίηση έχει υποστεί μεταβολές παρά ότι έχει ανατραπεί. Είναι γνωστό ότι οι διαρκείς κινήσεις κεφαλαίων, εμπορευμάτων και ανθρώπων αποτελούν το πρώτο και εμφανές χαρακτηριστικό της παγκοσμιοποιητικής διαδικασίας των τελευταίων περίπου τριάντα ετών.
Ας επιχειρήσουμε συγκεκριμένα να παρακολουθήσουμε τις πρόσφατες εξελίξεις στα τρία αυτά μεγέθη.
Κίνηση κεφαλαίων
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γραφικής Παράστασης 1, η διασυνοριακή κίνηση κεφαλαίων έφθασε στην κορύφωσή της το 2007, λίγο πριν τη χρηματοπιστωτική κρίση, όταν άγγιξε το 20,7% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το 2015 κατρακύλησε στο 2,6% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ ως ετήσιος μέσος όρος, την περίοδο 2011-2015, κυμάνθηκε στο 5,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Σε απόλυτους αριθμούς από 11,9 τρισ. δολάρια το 2007 σε 3,5 τρισ. δολάρια το 2015.
Για να διευκολυνθούμε στην κατανόηση των παραπάνω εξελίξεων χωρίζουμε τις διασυνοριακές κεφαλαιακές ροές σε τέσσερις επιμέρους κατηγορίες:
1. Τις κεφαλαιακές ροές που προορίζονται στην αγορά μετοχών στα διεθνή χρηματιστήρια. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γραφικής Παράστασης 2, μεταξύ του 2007-2015 οι ροές αυτού του είδους (απεικονίζονται με το γαλάζιο χρώμα) αυξήθηκαν από 0,9 σε 1,0 τρισ. δολάρια, παρουσιάζοντας μέση ετήσια αύξηση κατά 2,0% σε όρους δολαρίου.
2. Τις διασυνοριακές ροές κεφαλαίων που κατευθύνονται στην αγορά ομολόγων στις αντίστοιχες διεθνείς αγορές (απεικονίζονται με σκούρο μπλε). Αυτές οι ροές από 2,7 τρισ. δολάρια το 2007 μειώθηκαν σε 1,3 τρισ. δολάρια το 2015, παρουσιάζοντας μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης κατά 8,0%.
3. Τις διασυνοριακές ροές κεφαλαίων που κατευθύνονται σε Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) (απεικονίζονται με γκρίζο-τιρκουάζ χρώμα), από 2,6 τρισ. δολάρια το 2007 μειώθηκαν σε 1,9 τρισ. δολάρια το 2015, παρουσιάζοντας μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης κατά 4,0%.
4. Τις διασυνοριακές κινήσεις τραπεζικού δανεισμού (τραπεζικά δάνεια) (απεικονίζεται με το κεραμιδί χρώμα), από 5,7 τρισ. δολάρια το 2007 κατρακύλησε σε αρνητικό επίπεδο -0,7 τρισ. δολάρια το 2015 (δηλαδή το ύψος των νέων δανείων που χορηγούνται είναι μικρότερο από όσα αποπληρώνονται), παρουσιάζοντας μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης κατά -177%.
Στη μείωση του τραπεζικού δανεισμού (ο οποίος έχει ουσιαστικά καταρρεύσει) οφείλεται επί της ουσίας η σημαντικότατη μείωση των διασυνοριακών κινήσεων κεφαλαίων που παρατηρήθηκε στην αναφερόμενη περίοδο. Στα χρόνια πριν το 2007, και κυρίως την περίοδο εισαγωγής σε κυκλοφορία του ευρώ, δύο παράλληλες «μανίες» προκάλεσαν την τρομακτική διόγκωση του διεθνούς τραπεζικού δανεισμού:
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες εισήλθαν με έντονο τρόπο στην αγορά των στεγαστικών υποθηκευμένων δανείων (subprime loans) και παράλληλα οι τράπεζες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης δάνεισαν απεριόριστα και χωρίς μέτρο τις λεγόμενες περιφερειακές χώρες της Ευρώπης (Ελλάδα, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία), προφανώς με καθαρά κερδοσκοπικό τρόπο με την έννοια της απληστίας, δημιουργώντας μια τεράστια χρηματοπιστωτική φούσκα.
1. Διασυνοριακή κίνηση κεφαλαίων ως % του παγκόσμιου ΑΕΠ
Το σπάσιμο της χρηματοπιστωτικής φούσκας αποτέλεσε το τέλος αυτής της διαδικασίας, με τα γνωστά αποτελέσματα.
Συνεπώς δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι η κατάρρευση του διασυνοριακού τραπεζικού δανεισμού οφείλεται κυρίως και πρωταρχικά στις ευρωπαϊκές τράπεζες. Σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) τα ευρωπαϊκά τραπεζικά ιδρύματα μείωσαν τις απαιτήσεις τους (στις διεθνείς αγορές) περίπου κατά 1 τρισ. δολάρια ετησίως, τα οκτώ έτη που ακολούθησαν την κατάρρευση της Lehman Brothers.
Η μείωση αυτή, όπως γίνεται κατανοητό, ήταν τεράστια και υπερέβη κατά πολύ τις αντίστοιχες εξελίξεις σε άλλες περιοχές του πλανήτη.
2. Εξέλιξη κίνησης κεφαλαίων ανά είδος. Σε τρισ. δολάρια
Γαλάζιο χρώμα: κεφάλαια για αγορά μετοχών
Μπλε χρώμα: κεφάλαια για αγορά ομολόγων
Γκρι-μπλε χρώμα: κεφάλαια για ΑΞΕ
Κεραμιδί χρώμα: τραπεζικά δάνεια
Παγκόσμιο εμπόριο
Ο ρυθμός μεγέθυνσης του παγκόσμιου εμπορίου (αγαθά και υπηρεσίες) έχει μειωθεί σημαντικά τα πρόσφατα έτη. Το 2008, με την έναρξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, αρχίζει να μειώνεται και το 2009 παρουσιάζει τη μέγιστη μείωσή του. Την περίοδο 2010-2011 ανακάμπτει. Σταθεροποιείται την περίοδο 2012-2014, ενώ το 2015 παρουσιάζει εκ νέου μείωση (Γραφική παράσταση 3).
Η μεγέθυνση που παρουσιάζει μετά το 2012 είναι μικρότερη από το ½ του μέσου ρυθμού των τριών προηγούμενων δεκαετιών. Η μείωση του ρυθμού μεγέθυνσης του παγκόσμιου εμπορίου γίνεται περισσότερο κατανοητή αν συγκριθεί ιστορικά με την αντίστοιχη μεγέθυνση του παγκόσμιου ΑΕΠ (Γραφική παράσταση 4).
Μεταξύ 1985-2007 το πραγματικό παγκόσμιο εμπόριο μεγεθυνόταν, κατά μέσο όρο, δύο φορές γρηγορότερα από το παγκόσμιο ΑΕΠ. Τα τελευταία τέσσερα έτη μόλις διατηρεί τον ίδιο ρυθμό. Αυτή η διαρκής μικρή μεγέθυνση στον όγκο του παγκόσμιου εμπορίου σε σχέση με την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα έχει ελάχιστα ιστορικά προηγούμενα την τελευταία πεντηκονταετία. Οι λόγοι για αυτή την εξασθένιση του παγκόσμιου εμπορίου δεν είναι ακόμη καθαρά κατανοητοί, παρότι χρειάζεται μια ακριβής διάγνωση της κατάστασης.
Πρόκειται απλά για ένα σύμπτωμα ως αποτέλεσμα του γενικώς εξασθενημένου παγκόσμιου οικονομικού περιβάλλοντος, ή αποτελεί συνέπεια της παρατηρούμενης αύξησης της περιοριστικής εμπορικής πολιτικής;
Σίγουρα ένας βασικός λόγος είναι ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις παραμένουν υποτονικές σε πολλές ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες οικονομίες ενώ η Κίνα έχει ανατρέψει το μέχρι σήμερα υπόδειγμά της, το οποίο είχε ως κινητήριο μοχλό τις επενδύσεις, προς ένα υπόδειγμα με βασικό πυλώνα μεγέθυνσης την κατανάλωση.
3. Εξέλιξη παγκόσμιου εμπορίου (παγκόσμιο εμπόριο ως % του ΑΕΠ)
Παράλληλα πολλοί εξαγωγείς αγαθών έχουν μειώσει δραστικά τις κεφαλαιακές δαπάνες λόγω της συνεχιζόμενης εξασθένησης των τιμών αυτών των αγαθών. Πρέπει να θεωρείται βέβαιον ότι μια πτώση στις ιδιωτικές επενδύσεις έχει άμεσες αρνητικές επιδράσεις στο παγκόσμιο εμπόριο.
Σίγουρα θα πρέπει να εκτιμήσουμε τις αρνητικές συνέπειες που έχουν οι παρατηρούμενες μορφές προστατευτισμού που σιγά-σιγά αναπτύσσονται, αν και σε αυτή τη φάση ίσως θα ήταν σωστότερο να μιλήσουμε για τερματισμό των διαδικασιών, θεσμικών και άλλων, που τα προηγούμενα έτη έδιναν ώθηση στο ελεύθερο εμπόριο. Το ότι το ΔΝΤ επισημαίνει την ύπαρξη μορφών προστατευτισμού υπό μεγέθυνση είναι κάτι που χρειάζεται να ληφθεί σοβαρά υπόψη.
4. Εξέλιξη παγκόσμιου εμπορίου και παγκόσμιου ΑΕΠ.
Κατά σειρά: Πλανήτης, Ανεπτυγμένες Χώρες, Αναπτυσσόμενες Χώρες.
Η μετανάστευση μεγεθύνεται
Το τρίτο χαρακτηριστικό της παγκοσμιοποίησης, η μετανάστευση ανθρώπων, αυξάνεται. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, ο ρυθμός αύξησης της μετανάστευσης ήταν μικρότερος από τον αντίστοιχο ρυθμό του παγκόσμιου πληθυσμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γραφικής παράστασης, η συνολική μετανάστευση πλησιάζει στο 3,5% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Στην αρχή της δεκαετίας του 1990, η οικονομική μετανάστευση υπολογιζόταν στο 2,5% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 2000 αυξήθηκε στο 2,6%. Από την αρχή του νέου αιώνα, πάντως, η οικονομική μετανάστευση άρχισε να αυξάνεται πλησιάζοντας το 3,0%. Περίπου 222 εκατομμύρια άνθρωποι σήμερα διαβιούν έξω από τις χώρες γεννήσεώς τους. Οι δυσκολίες οικονομικής φύσεως οδηγούν τους ανθρώπους αυτούς μακριά από τις χώρες γεννήσεώς τους, τις οικογένειές τους, τις παραδόσεις και τα ήθη και έθιμά τους. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στις χώρες υποδοχής θεωρούνται υπό μία έννοια υποφερτές λόγω και των θετικών προσδοκιών που σχηματίζουν μακροπρόθεσμα.
Παράλληλα την ίδια αυξητική τάση παρουσιάζουν οι ροές των προσφύγων, που ως γνωστόν προέρχονται από χώρες που έχουν πληγεί από πολέμους (ξένες επεμβάσεις, εμφύλιοι). Από το 1990 ως το 2005, οι πρόσφυγες μειώνονται ως % του παγκόσμιου πληθυσμού, από 0,37% στο 0,20%.
Αλλά από τότε αυτή η τάση έχει ανατραπεί, με αποτέλεσμα το % των προσφύγων στον παγκόσμιο πληθυσμό να έχει αυξηθεί, το 2015, στο 0,29%. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν σήμερα περίπου 21 εκατομμύρια πρόσφυγες, λίγο περισσότεροι από τα 20 εκατομμύρια το 1992.
5. Εξέλιξη μετανάστευσης
Μπλε-γκρι χρώμα: οικονομικοί μετανάστες
Κεραμιδί χρώμα: πρόσφυγες
Συμπέρασμα
Αν παραμείνουμε μόνο στα παραπάνω στοιχεία, χωρίς να τα συνδέσουμε με τις γενικότερες γεωπολιτικές εξελίξεις αλλά και τις σαφείς κοινωνικές διεργασίες που εκδηλώνονται σχεδόν σε όλες τις χώρες της ανεπτυγμένης Δύσης (Brexit, εκλογή Τραμπ, ιταλικό δημοψήφισμα, αυστριακές προεδρικές εκλογές, Πολωνία, Ουγγαρία, σαφείς ενδείξεις για τις επερχόμενες εκλογές σε Γαλλία, Ολλανδία αλλά και Γερμανία), φαίνεται ότι κάτι συμβαίνει τόσο στην οικονομική πλευρά της παγκοσμιοποίησης αλλά και στον χώρο της πολιτικής και της ιδεολογίας.
Το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα είναι δύσκολο να ειπωθεί ως προς τη μορφή τους. Όμως η γενική τάση φαίνεται ότι αρχίζει αχνά να διαγράφεται.
* Ο Κώστας Μελάς είναι Δρ Οικονομίας, πρόεδρος του ομίλου Κοινωνικού Οικονομικού Προβληματισμού και Πολιτικής Δράσης.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.