Σε λίγους μήνες κλείνουν δύο χρόνια από την εναλλαγή σκυτάλης ανάμεσα στην κυβέρνηση Σαμαρά και την πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα. Ωστόσο, ακόμη και σήμερα θεωρώ ότι δεν έχει γίνει ένας ψύχραιμος απολογισμός για τον ρόλο που διαδραμάτισε ο Αντώνης Σαμαράς στη διάρκεια της ελληνικής κρίσης, τόσο ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσο και ως πρωθυπουργός.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τα λεγόμενα «Ζάππεια», τις ομιλίες του δηλαδή με τις οποίες στήριξε την άρνηση ψήφισης του πρώτου Μνημονίου, θέτοντας κάποιες εναλλακτικές επιλογές.
Σήμερα, ακόμη και το ίδιο το ΔΝΤ παραδέχεται ότι οι «πολλαπλασιαστές» που αρχικά χρησιμοποίησε στο ελληνικό πρόγραμμα ήταν εντελώς λανθασμένοι.
Το θέμα όμως αυτό το είχε θίξει με τρόπο κατηγορηματικό ο ίδιος ο Σαμαράς, ήδη από τον Ιούλιο του 2010, ακριβώς δύο μήνες μετά την ψήφιση του Μνημονίου από τη Βουλή, γνωρίζοντας ότι επρόκειτο για κολοσσιαίο λάθος που θα οδηγούσε σε εκτροχιασμό του προγράμματος, προκαλώντας πρωτόγνωρη ύφεση.
Τότε, ως αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, είχε υπολογίσει τον πολλαπλασιαστή αυτό στο 1,5, δηλαδή ότι για κάθε μέτρο λιτότητας, αξίας ενός ευρώ, θα δημιουργείτο ύφεση 1,5 ευρώ. Το ΔΝΤ έλεγε ότι θα είναι 0,5, για να παραδεχτεί, όταν πλέον ήταν πολύ αργά, ότι στην πραγματικότητα ήταν μεταξύ 1,2 και 1,8, δηλαδή όσο τον είχε υπολογίσει το επιτελείο Σαμαρά!
Η ζημία όμως είχε γίνει, ειδικά για την περίοδο 2010-2012.
Τι άλλο υποστήριζε από τότε ο Σαμαράς;
- Ότι τα επιτόκια με τα οποία δάνειζαν οι εταίροι την Ελλάδα ήταν υπερβολικά υψηλά, πραγματικά «τιμωρητικά», κι ότι με τον τρόπο αυτό οι ετήσιοι τόκοι θα εκτοξεύονταν, διευρύνοντας το έλλειμμα, παρά την πολιτική λιτότητας.
- Ότι το «μίγμα» ήταν λάθος, δίνοντας πολύ μεγάλη έμφαση στους φόρους, αντί της περιστολής στις σπατάλες.
Και αυτά τα σημεία κριτικής αποδείχτηκαν στην πορεία απολύτως ορθά, χωρίς ωστόσο, εξ όσων θυμάμαι, να του έχει αναγνωριστεί αυτό, ακόμη και από κάποιους που «αυτοχαρακτηρίζονται» μεταρρυθμιστές!
Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι στη σύντομη περίοδο της διακυβέρνησης Παπαδήμου (στην οποία συμμετείχε η Νέα Δημοκρατία), στο δεύτερο μνημόνιο δηλαδή, οι πολλαπλασιαστές άλλαξαν και μέσα από τη διαπραγμάτευση προέκυψε μεγαλύτερο βάρος στην περιστολή της σπατάλης και μικρότερο (αναλογικά) στη φορολογία, με αποτέλεσμα οι στόχοι να είναι εφικτοί, σε πλήρη αντίθεση με το πρώτο μνημόνιο.
Αρκετοί εν τούτοις είναι εκείνοι που κατηγόρησαν τον Αντώνη Σαμαρά ότι δεν υλοποίησε το πρόγραμμα των «Ζαππείων» κι ότι μπορούσε να έχει κάνει περισσότερα. Νομίζω όμως ότι μετά την εμπειρία της «σκληρής διαπραγμάτευσης» του Τσίπρα, οι περισσότεροι θα έχουν αντιληφθεί ότι αν έκανε ένα λάθος ο Σαμαράς, ήταν ότι δεν διαπραγματεύτηκε περισσότερο «θεατρικά», ώστε να προβληθεί περισσότερο στον Τύπο η «σθεναρή» του στάση. Κατά τα λοιπά, το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο για μια χώρα στην κατάσταση που ήταν η Ελλάδα το 2012. Οι δανειστές δεν θα πήγαιναν πιο πίσω, όπως δεν πήγαν βήμα πίσω με την κυβέρνηση Τσίπρα.
Ελλιπής όμως, κι αυτό είναι μάλλον το πιο σημαντικό, είναι και η αναγνώριση του έργου που διεκπεραίωσε, με όλες τις αδυναμίες της, η κυβέρνηση Σαμαρά.
Μια κυβέρνηση που παρέλαβε τη χώρα με ύφεση -7,2%, την κατέβασε τον πρώτο χρόνο σε -3,5% (έναντι στόχου για κάτι παραπάνω από 4%) και την επόμενη χρονιά, το 2014, με πρόβλεψη μηδενικής ανάπτυξης από το πρόγραμμα, παρέδωσε τη χώρα με ανάπτυξη 0,73%.
Ομοίως, παρέλαβε τη χώρα με έλλειμμα -9,5% τον Ιούλιο του 2012 και μέσα σε 2,5 χρόνια, κατάφερε να δημιουργήσει πρωτογενές πλεόνασμα. Πρόκειται αναμφίβολα για τη μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή που έχει γίνει ποτέ, σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και μάλιστα χωρίς υποτίμηση του νομίσματος.
Η οικονομία ήταν έτοιμη να αρχίσει να ανασαίνει, κι αυτό φαινόταν όχι μόνο από τη συμπεριφορά του χρηματιστηρίου και των ομολόγων, αλλά και από την επιστροφή καταθέσεων που σημειωνόταν μετά τις τεράστιες προεκλογικές εκροές του 2012.
Τάσεις που ανατράπηκαν, όταν άρχισε να γίνεται αντιληπτό ότι με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, η χώρα θα πήγαινε στη διενέργεια βουλευτικών εκλογών, με πιθανότερο νικητή τον ΣΥΡΙΖΑ των ανεδαφικών, πλην όμως εξαιρετικά ελκυστικών για το κοινό, υποσχέσεων.
Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι μέσα στο διάστημα της κυβέρνησης Σαμαρά συνέβη το PSI, μέσω του οποίου προέκυψε η μεγαλύτερη μείωση εθνικού χρέους στη διεθνή ιστορία. «Κουρεύτηκαν» 105 δισ. ευρώ, ενώ λίγους μήνες αργότερα προέκυψε εξοικονόμηση άλλων 20 δισ. ευρώ, μέσω της επαναγοράς ομολόγων σε μειωμένες τιμές. Όλα αυτά σε ονομαστικές αξίες καθώς σε όρους καθαρής παρούσας αξίας (NAV), μαζί με τη μείωση επιτοκίων, το συνολικό όφελος έφτασε τα 175 δισ. ευρώ.
Ιδιαίτερα σημαντικό όμως ήταν και το μεταρρυθμιστικό έργο που έγινε, ιδίως εφόσον συγκριθεί με το τι είχε συντελεστεί πριν και τι συντελείται στη συνέχεια, με βάση δηλαδή τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα κι όχι απλά καφενειακές συζητήσεις για το «τι θα έπρεπε να γίνει», οι οποίες συνήθως αγνοούν τους περιορισμούς της πραγματικότητας σε μια χώρα που δεν έχει ούτε άριστα οργανωμένη δημόσια διοίκηση, ούτε και παράδοση στην υλοποίηση σημαντικών αλλαγών, το αντίθετο.
Μια συνοπτική -και όχι πλήρης ασφαλώς- καταγραφή, για του λόγου το αληθές:
- Πλήρης καταγραφή της ακίνητης περιουσίας των Ελλήνων, μέσω της διαδικασίας του ΕΝΦΙΑ, η οποία αποτελεί πλέον τη βάση για το Κτηματολόγιο, που δεν απέκτησε η Ελλάδα τα προηγούμενα… 200 χρόνια!
- Κατάργηση της «επαφής» μεταξύ φορολογούμενου και εφορίας, μέσω των ηλεκτρονικών δηλώσεων, που γίνονται πλέον από το 95% των πολιτών.
- Εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης.
- Προγράμματα αυτόματης καταγραφής της απασχόλησης των προσλήψεων-απολύσεων και του ασφαλιστικού βίου κάθε εργαζόμενου, αλλά και της ηλεκτρονικής καταβολής των ενσήμων. (ΕΡΓΑΝΗ, ΑΡΙΑΔΝΗ κ.λπ.)
- Μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων στην έναρξη δραστηριότητας για εκατοντάδες επαγγέλματα.
- Μείωση της γραφειοκρατίας στις μεγάλες επενδύσεις.
Πέρα από τα παραπάνω, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η συγκεκριμένη κυβέρνηση προχώρησε σε σημαντικές αποκρατικοποιήσεις. Οι περιπτώσεις του ΟΠΑΠ, του Ελληνικού αλλά και της ΔΕΣΦΑ τότε ξεκίνησαν, ασχέτως αν κάποιες ολοκληρώνονται από τη σημερινή κυβέρνηση που τότε τις δαιμονοποιούσε!
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των προσπαθειών που έγιναν, αποτελεί και η άρση του καμποτάζ στην κρουαζιέρα, για την οποία υπήρξαν τεράστιες αντιδράσεις, οι οποίες βεβαίως παραγνώριζαν το όφελος για τον τουρισμό και την εθνική οικονομία, όφελος που προκύπτει πλέον σταθερά, κάθε χρόνο.
Ακόμη όμως και στο μέτωπο των φόρων, για τους οποίους πολλάκις έχει κατηγορηθεί η τότε κυβέρνηση, είχαν αρχίσει σταδιακά οι κινήσεις μείωσης. Είτε αφορούσαν στα ακίνητα (δύο φορές κατά 15% και 12% αντίστοιχα), είτε στην εισφορά αλληλεγγύης (κατά 30%), είτε στον ΦΠΑ της εστίασης, σχεδόν πάντα με σφοδρές κατ' αρχάς αντιδράσεις από την τρόικα.
Το αν η σταδιακή αυτή ελάφρυνση της φορολογίας θα προχωρούσε σε θέματα όπως η σταδιακή μείωση του ΦΠΑ από 23% σε 15% κατά τα πέντε επόμενα χρόνια, δεν θα το μάθουμε ποτέ, διότι η κυβέρνηση άλλαξε και βαδίζουμε πλέον σε μια εντελώς αντίθετη πορεία, σε μια φορο-καταιγίδα, την οποία δεν χρειάζεται να αναλύσουμε διότι όλοι τη ζούμε!
Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι τώρα όλα τα παραπάνω ελάχιστη σημασία έχουν, διότι ζούμε σε μια διαφορετική πραγματικότητα μετά τη «σκληρή διαπραγμάτευση», το δημοψήφισμα, τα capital controls και την επιστροφή της οικονομίας στην ύφεση, που άλλαξαν δραστικά, προς το χειρότερο, το «τοπίο» του τέλους του 2014.
Ωστόσο, έχει ιδιαίτερη σημασία, τουλάχιστον για όσους αντιλαμβάνονται ότι χωρίς μεταρρυθμίσεις και αλλαγή της κατανομής του βάρους του προγράμματος, ώστε να είναι λιγότερο υφεσιακό, είμαστε καταδικασμένοι να σημειώσουμε τα πεπραγμένα της κυβέρνησης Σαμαρά.
Διότι αν δεν καταφέρουμε να αξιολογήσουμε σωστά μια κυβέρνηση κι έναν πρωθυπουργό, που έστω με τις ελλείψεις και της αδυναμίες τους -στην Ελλάδα ζούμε άλλωστε- παρέλαβαν τη χώρα σε σχεδόν πλήρη εκτροχιασμό κι έκαναν μέσα σε δυόμισι χρόνια πράγματα που δεν είχαν γίνει τις προηγούμενες... δεκαετίες, παραδίδοντας τη με πολύ βελτιωμένα «μεγέθη» και χαρακτηριστικά, τότε δεν έχουμε καμία ελπίδα να προχωρήσουμε προς τα εμπρός.
* Ενεργό στέλεχος της αγοράς που δεν έχει φιλοδοξίες προσωπικής προβολής κι επιθυμεί να εκφράσει την άποψή του, με στοιχεία, χωρίς να εμπλακεί στην εκρηκτική ατμόσφαιρα που επικρατεί αυτό το διάστημα στο πολιτικό σκηνικό.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.