Τα CFD ή «Συμβόλαια επί της Διαφοράς» αποτελούν χρηματοοικονομικά προϊόντα που αυξάνουν συνεχώς το μερίδιο τους στην αγορά και επιτρέπουν τις συναλλαγές σε μετοχές, δείκτες, εμπορεύματα και ισοτιμίες νομισμάτων. Η ανάπτυξή τους ξεκίνησε στο Λονδίνο τη δεκαετία του '90.
Τα CFD είναι συμβόλαια μεταξύ δύο αντισυμβαλλόμενων, της εταιρίας παροχής CFD και του πελάτη της, που διαπραγματεύονται εκτός χρηματιστηρίου (Over the Counter/OTC).
Τα CFD είναι «παράγωγα» που προσφέρουν στους επενδυτές τη δυνατότητα να εκμεταλλεύονται τις διακυμάνσεις της τιμής των «υποκείμενων» χρηματοοικονομικών προϊόντων, όπως μετοχές, δείκτες κ.λπ., τις τιμές των οποίων αντικατοπτρίζουν.
Τα CFD δεν επιφέρουν φυσική παράδοση του υποκείμενου προϊόντος. Για παράδειγμα, η αγορά CFDs πετρελαίου δεν σνεπάγεται παράδοση βαρελιών «μαύρου χρυσού» στη διεύθυνση του επενδυτή.
Ανοίγοντας μία θέση CFD, ο επενδυτής πληρώνει το spread, δηλαδή τη διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς (bid) και της τιμής πώλησης (ask). Το spread είναι το βασικό μικτό κέρδος του χρηματιστηριακής εταιρίας που παρέχει την υπηρεσία.
Στο κλείσιμο της θέσης, η εκκαθάριση γίνεται σε μετρητά βάσει της διαφοράς στις τιμές ανοίγματος και κλεισίματος, επί των αριθμό των συμβολαίων που είχε ο επενδυτής.
Το CFD χρησιμοποιεί μόχλευση (leverage), δηλαδή η έκθεση (exposure) που προσφέρει στην αγορά ισοδυναμεί με κεφάλαια πολύ μεγαλύτερης αξίας από αυτά που δεσμεύτηκαν για το άνοιγμα της θέσης. Το περιθώριο ασφάλισης (margin) είναι το ποσό (ενέχυρο) που παρακρατείται στον λογαριασμό ως εγγύηση όταν ο επενδυτής ανοίγει και διακρατά μια θέση CFD.
Το περιθώριο ασφάλισης που απαιτείται για το άνοιγμα μίας θέσης διαφέρει με βάση τα χαρακτηριστικά του υποκείμενου χρηματοοικονομικού προϊόντος (ρευστότητα, εύρος διακύμανσης), τις γενικότερες συνθήκες στην αγορά (κόστος χρήματος, τάση, μεταβλητότητα) και την πολιτική του εκάστοτε παρόχου.
Η χρήση μόχλευσης, που ισοδυναμεί με χρήση επιπρόσθετων κεφαλαίων από αυτά που βρίσκονται στο λογαριασμό του επενδυτή, συνεπάγεται ορισμένο κόστος χρηματοδότησης (rollover charge) για κάθε ημέρα που η μοχλευμένη θέση παραμένει ανοιχτή.
Για παράδειγμα, ένας πάροχος μπορεί να απαιτεί περιθώριο ασφάλισης 1% για συμβόλαια CFD στον DAX. Αυτό σημαίνει ότι ο επενδυτής οφείλει να έχει στο λογαριασμό του και να δεσμεύει 100 Ευρώ παρά το γεγονός ότι η ονομαστική αξία ενός συμβολαίου CFD στον DAX ισούται με €10.000 (τιμή 16 Μαρτίου). Με άλλα λόγια, ο επενδυτής «ελέγχει» θέση αξίας 10.000 Ευρώ με μόλις 100 Ευρώ. Η μόχλευση στις συναλλαγές CFD απαιτεί μεγάλη προσοχή, καθώς λειτουργεί πολλαπλασιαστικά τόσο στα κέρδη όσο και στις ζημιές
Πλεονεκτήματα των CFD
Η δημοφιλία των CFD οφείλεται στην πληθώρα των πλεονεκτημάτων που προσφέρουν, όπως:
• Το μικρό αρχικό κεφάλαιο που απαιτείται για το άνοιγμα λογαριασμού συναλλαγών CFD δίνει πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές ακόμη και σε πολύ «μικρούς» επενδυτές.
• H τεράστια γκάμα προϊόντων που προσφέρουν οι εταιρίες CFD παρέχει τη δυνατότητα διαφοροποίησης του επενδυτικού χαρτοφυλακίου επενδυτών βραχυχρόνιου και μακροχρόνιου ορίζοντα με εμπορεύματα, μετοχές ξένων χρηματιστηρίων, ομόλογα κλπ.
• Η δυνατότητα επίτευξης κέρδους τόσο σε ανοδικές όσο και σε καθοδικές αγορές, καθώς επιτρέπεται το άνοιγμα θέσεων short.
• Η χρήση υψηλής μόχλευσης, που μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλα κέρδη (αλλά και σε μεγάλες ζημιές).
• Το κόστος των συναλλαγών (bid-ask spread) είναι χαμηλό λόγω του έντονου ανταγωνισμού μεταξύ των διαφορών παρόχων, κάτι που κάνει τα CFD ιδανικά για day trading και άλλες τακτικές βραχυπρόθεσμης διακράτησης.
• Η εκτέλεση, επιβεβαίωση, παρακολούθηση και εκκαθάριση των συναλλαγών γίνεται εύκολα και γρήγορα στην ηλεκτρονική εφαρμογή («πλατφόρμα») του παρόχου.
• Η δυνατότητα αντιστάθμισης του κινδύνου αγοράς (market risk) που υπάρχει σε επενδυτικό χαρτοφυλάκιο. Για παράδειγμα, επενδυτής που διατηρεί θέσεις σε αμερικάνικες μετοχές, μπορεί να «σορτάρει» το CFD του δείκτη Dow-Jones πετυχαίνοντας έτσι μερική εξασφάλιση σε περίπτωση υποχώρησης της αγοράς.
• Τα CFD μετοχών χαμηλώνουν το κόστος συμμετοχής στη συγκεκριμένη αγορά φθηνή καθώς δεν επιβαρύνονται από επιπρόσθετα τέλη, όπως μεταβιβαστικά, έξοδα χρηματιστηρίου και φόρους επί χρηματιστηριακής συναλλαγής.
• Τα CFD δεικτών προσφέρουν τη δυνατότητα τοποθέτησης στην αγορά χωρίς να απαιτούν την αγορά επιμέρους μετοχών.
• Τα CFD εμπορευμάτων προσφέρουν τη δυνατότητα ανοίγματος θέσεων που έχουν πολύ μικρότερη ονομαστική αξία σε σχέση με τα αντίστοιχα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (Futures), τα οποία συνήθως αφορούν μια μεγάλη ποσότητα του υποκείμενου προϊόντος και απαιτούν μεγάλα περιθώρια ασφάλισης. Για παράδειγμα, ένα Σ.Μ.Ε. αργού πετρελαίου ποικιλίας WTI αφορά 1.000 βαρέλια, ενώ το CFD του ίδιου προϊόντος επιτρέπει συναλλαγές σε μικρότερες ποσότητες και συνεπώς μεγαλύτερη ευελιξία και δυνατότητα πρόσβασης σε επενδυτές οι οποίοι διαθέτουν λογαριασμούς περιορισμένου μεγέθους.
Παράδειγμα Συναλλαγής σε CFD
Έστω ότι ο επενδυτής εκτιμά πως ο Dow-Jones θα κινηθεί ανοδικά το επόμενο διάστημα και αγοράζει 5 συμβόλαια CFD στον δείκτη, στην πλατφόρμα της εταιρίας με την οποία συνεργάζεται. Αυτό σημαίνει ότι ο επενδυτής θα κερδίζει 5 ευρώ για κάθε μονάδα ανόδου και θα χάνει 5 ευρώ για κάθε μονάδα πτώσης του δείκτη Dow Jones.
Προτού προβεί στην επιθυμητή συναλλαγή, ο επενδυτής οφείλει να έχει διαθέσιμο στο λογαριασμό του το περιθώριο ασφάλισης που απαιτείται για αυτήν. Έστω ότι για CFDs στον Dow-Jones το απαιτούμενο περιθώριο είναι 1%.
Με δεδομένο ότι ο δείκτης διαπραγματεύεται στις 17.300 μονάδες (τιμή 16 Μαρτίου), ο επενδυτής θα πρέπει να έχει 173 ευρώ (1% του 17.300) διαθέσιμα στο λογαριασμό του για το άνοιγμα ενός συμβολαίου CFD. Για το άνοιγμα των 5 συμβολαίων του συγκεκριμένου παραδείγματος θα πρέπει να έχει 865 ευρώ (5 επί 173) διαθέσιμα.
Η συνολική αξία της θέσης είναι 86.500 ευρώ (5 επί 17.300). Έστω ότι όταν κλείσει αυτή, ο Dow βρίσκεται στις 17.400 μονάδες, δηλαδή 100 μονάδες υψηλότερα από την τιμή ανοίγματος. Το συνολικό κέρδος του επενδυτή θα αντιστοιχεί τότε σε 500 ευρώ (5 επί 100) μείον το spread που πλήρωσε για το άνοιγμα της θέσης, μείον το κόστος χρηματοδότησης της θέσης (rollover).
Με δεδομένες τη μεγάλη μεταβλητότητα των αγορών και την υψηλή μόχλευση που προσφέρουν τα CFD (100 προς 1 ή και παραπάνω), οι επενδυτές οφείλουν να τοποθετούν εντολές διακοπής ζημιών (stop-loss) σε όλες τις θέσεις τους και να ρισκάρουν μικρό μόνο μέρος του χαρτοφυλακίου τους σε έκαστη θέση προκειμένου να αυξήσουν τις πιθανότητες μακροημέρευσής και επιτυχίας τους στις αγορές.
Σε ό,τι αφορά την επιλογή παρόχου για υπηρεσίες συναλλαγών σε CFD, οι ενδιαφερόμενοι πελάτες οφείλουν να τον αξιολογούν με βάση τις Αρχές που τον εποπτεύουν, το ιστορικό και το μέγεθός του, την κάλυψη των κεφαλαίων των πελατών του από εύρωστο Σύστημα Αποζημίωσης, την αξιοπιστία και το κόστος εκτέλεσης συναλλαγών, τη γκάμα των προσφερόμενων προϊόντων κ.λπ.
*Ο Πέτρος Στεριώτης είναι οικονομολόγος (MSc) με πιστοποιήσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στην Παροχή Επενδυτικών Συμβουλών και τη Διαχείριση Χαρτοφυλακίου Πελατών (email: [email protected]).
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.