Όλοι οι αρμόδιοι γνωρίζουν τι πρέπει να γίνει, για να είναι δικαιότερο και λειτουργικότερο το φορολογικό μας σύστημα και γενικότερα ο κρατικός μηχανισμός.
Αλλά οι περισσότερες αλλαγές που γίνονται, εξυπηρετούν απλά άλλα συμφέροντα και δεν διευκολύνουν ούτε τον πολίτη, ούτε τις επιχειρήσεις και φυσικά ούτε συμβάλλουν θετικά στα έσοδα του κράτους.
Αρχίζω να πιστεύω ότι τίποτα και ποτέ δεν πρόκειται να αλλάξει κι ότι κάποιοι γραφικοί γράφουμε για να τα έχουμε καλά με τη συνείδησή μας. Για να νιώθουμε ότι κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Να συμβάλλουμε με κάθε δυνατό τρόπο προκειμένου να εξορθολογισθεί αυτό το κράτος. Μπορεί ακόμα αυτός να είναι κι ένας τρόπος αντιμετώπισης της βαθιάς θλίψης που νιώθει κανείς όταν συνειδητοποιεί ότι το μεγαλύτερο μέρος της εκτελεστικής εξουσίας προσβάλλει συνεχώς τη νοημοσύνη μας. Για να επιδείξει «έργο», αλλάζει συνεχώς τους εκάστοτε υπάρχοντες νόμους, χωρίς να συμβάλλει επί της ουσίας στην ανάπτυξη αυτής της χώρας.
Αναφέρω δύο μόνο χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπου υπάρχοντες νόμοι αναιρούν ο ένας τον άλλον. Και πιο συγκεκριμένα: Σύμφωνα με το Ν. 3943/2011 για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, προκειμένου να εκδοθεί φορολογική ενημερότητα, θα πρέπει ο ενδιαφερόμενος να έχει εξοφλημένες όλες τις φορολογικές του υποχρεώσεις, ανεξάρτητα αν αυτές είναι ληξιπρόθεσμες ή όχι.
Έρχεται τώρα ο Ν. 4336/2015 (αρ. 72, παρ. 39 ΚΦΕ), ο οποίος κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων, δίνει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να εξοφλήσουν τον αναλογούντα φόρο τους εφάπαξ ή σε δόσεις.
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι μια επιχείρηση επιλέγει να εξοφλήσει τον αναλογούντα φόρο της με δόσεις, τις οποίες καταβάλλει εμπρόθεσμα και είναι φορολογικά ενήμερη.
Ας υποθέσουμε επίσης ότι αυτή η εταιρία χρειάζεται φορολογική ενημερότητα για διεκπεραίωση επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων. Δεν μπορεί να την πάρει, παρότι είναι φορολογικά συνεπής και σύμφωνη με τις επιταγές του υπουργείου Οικονομικών!
Δηλαδή, ο ένας νόμος σού δίνει τη δυνατότητα τμηματικής καταβολής και ο άλλος σού την αναιρεί! Κατά συνέπεια, λοιπόν, είμαστε όλοι όμηροι αυτού του παραλογισμού. Είναι βέβαιο ότι καμία ανάπτυξη δεν μπορεί να επέλθει με τη διαιώνιση αυτής της νοοτροπίας. Οδηγεί ακόμη και τις υγιείς επιχειρήσεις να γίνουν προβληματικές, ή να κλείσουν, ή να μεταφερθούν εκτός Ελλάδος προκειμένου να επιβιώσουν.
Με άλλα λόγια, δεν μπορούν επιχειρήσεις που είναι συνεπείς ούτε να εισπράξουν τις απαιτήσεις τους, ούτε να συμμετάσχουν σε διαγωνισμούς, ούτε να εκτελούν οποιαδήποτε ενέργεια για την οποία απαιτείται φορολογική ενημερότητα, εάν δεν έχει εξοφλήσει ή καλύτερα «προεξοφλήσει» όλες τις οφειλές τους στο υπουργείο Οικονομικών.
Αναφέρω ένα παράδειγμα του δυσμενούς αντίκτυπου από αυτή τη «σοφή» πρακτική του υπουργείου Οικονομικών.
Υπάρχουν πολλές εταιρίες που συνδιαλέγονται με τον στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα. Αυτές δεν μπορούν να λάβουν φορολογική ενημερότητα προκειμένου να εισπράξουν τις απαιτήσεις τους από αυτό, σύμφωνα με την παραπάνω τακτική του υπουργείου Οικονομικών, εάν δεν εξοφλήσουν πρώτα αυτά που ακόμα δεν είναι υποχρεωμένοι να καταβάλουν.
Δηλαδή, ενώ το Δημόσιο καθυστερεί πάντα να καταβάλει τις υποχρεώσεις του, απαιτεί από τους πολίτες να προεξοφλούν τις δικές του υποχρεώσεις προς αυτό. Σημειώνεται δε ότι οι περισσότεροι προμηθευτές εσωτερικού ή εξωτερικού ζητούν να προεξοφληθεί οποιαδήποτε παραγγελία γίνεται. Αν δε, λάβουμε υπόψη και το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, τότε καταλαβαίνουμε τη δεινή θέση αυτών.
Δεν μπορεί η προσπάθεια για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής να οδηγεί σε οικονομική ασφυξία τις επιχειρήσεις. Όλοι οι αρμόδιοι γνωρίζουν πολύ καλά τα μέσα καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και πολλούς από αυτούς που τη διαπράττουν, άρα γιατί μας ταλαιπωρούν όλους;
Εξάλλου όλοι γνωρίζουμε ότι ο ικανός και αποτελεσματικός διαχειριστής γνωρίζει πολύ καλά τι γίνεται στην επιχείρηση που διοικεί. Εάν υπάρχουν κάποιες διαρροές, αυτές έχουν λόγο ύπαρξης και φυσικά όφελος. Εξυπηρετούν αλλότριους στόχους του. Εάν υπάρχει έστω και η παραμικρή πρόθεση να αλλάξουμε προς το καλύτερο, θα πρέπει να γίνουν άμεσα αλλαγές στους ισχύοντες νόμους, έτσι ώστε να μη δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο τη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Ακόμα, έχοντας ως δεδομένο την πρόθεση όλων των αρμοδίων του κράτους να απλουστεύσουν τις διαδικασίες συνδιαλλαγής, απορώ γιατί αντί να αυτοματοποιηθούν με τη χρήση της τεχνολογίας όλες οι διαδικασίες, αυτές να αντικαθίστανται απλά από άλλες, ή ακόμα και να προστίθενται κι άλλες.
Για παράδειγμα, το Γ.Ε.ΜΗ. δημιουργήθηκε για να απλουστευθούν οι διαδικασίες συνδιαλλαγής με το Δημόσιο κι αντικατέστησε μάλιστα, έως ένα βαθμό, τις συνδιαλλαγές με το Πρωτοδικείο. Στην πορεία δημιούργησε μεγαλύτερο κόστος για τις επιχειρήσεις και σήμερα έχει καταστεί σε πολλές περιπτώσεις και χρονοβόρο και κοστοβόρο.
Αναφέρω ένα παράδειγμα. Σύμφωνα με την Κ.Υ.Α. 79752/30-12-2014, αρ. 5, που έχει εκδοθεί από το υπουργείο Οικονομικών και το υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, αναγκάζονται οι προσωπικές εταιρίες, ατομικές επιχειρήσεις και οι λοιποί υπόχρεοι πλην των κεφαλαιουχικών εταιριών, να καταχωρούν το αποδεικτικό υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματός τους στο Γ.Ε.ΜΗ. και φυσικά το ανάλογο τέλος που αντιστοιχεί στη νομική μορφή της εταιρίας. Δηλαδή αυξάνεται η γραφειοκρατία για καθαρά εισπρακτικούς λόγους, για τη λειτουργία και διατήρηση ενός θεσμού (Γ.Ε.ΜΗ.), τον οποίο είναι υπεύθυνο το κράτος να τηρεί και για τον οποίο φορολογούμαστε, αλλά τον έχει εκχωρήσει στο Βιομηχανικό Επιμελητήριο του οποίου η δράση και συνεισφορά είναι «γνωστή».
Δεν απλοποιούνται οι διαδικασίες, ούτε γίνονται λιγότερο κοστοβόρες ,απλά εξυπηρετούν και πολλά άλλα...
*Η Μαρίνα Πολίτου είναι Γενική Γραμματέας του Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.