Ένα ερώτημα πλανάται πλέον στους δημοσιογράφους και παρατηρητές που παρακολουθούν τα ευρωπαϊκά δρώμενα:
Τι έγινε τελικά στις Βρυξέλλες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 12ης Ιουλίου; Τι ουσιαστικό αποφασίστηκε, πέρα από τις επίσημες ανακοινώσεις; Μήπως τελικά ο Έλληνας πρωθυπουργός υποσχέθηκε στους εταίρους και δανειστές μας να βγάλει με ήπιο και συντεταγμένο τρόπο την Ελλάδα από την ευρωζώνη, αλλάζοντας ταυτοχρόνως και το πολιτικό τοπίο στη χώρα;
Το σενάριο αυτό κάθε άλλο παρά στη σφαίρα της φαντασίας ανάγεται. Όπως διαπιστώνουμε, κάθε μέρα όλο και περισσότερο, ίσως να είναι τελικά το επικρατέστερο τους μήνες που έρχονται και πίσω από αυτό να κρύβεται και μία ριζική αναδιάταξη του ελληνικού πολιτικού τοπίου.
«Η ευρωζώνη βρίσκεται σήμερα σε μία κριτική φάση της υπάρξεώς της και δεν μπορεί να προχωρήσει έχοντας στους κόλπους της βαρίδια όπως η Ελλάδα. Πρέπει λοιπόν να βρεθεί μία λύση, δεδομένου ότι και ο ελληνικός λαός τάσσεται μεν υπέρ της παραμονής στην οικονομική και νομισματική ένωση, πλην όμως λέει "όχι" στις απαραίτητες για τον σκοπό αυτόν μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, οι άλλοι λαοί της ευρωζώνης δεν πρόκειται πλέον να δεχθούν να χρηματοδοτούν την παραμονή στην ΟΝΕ μίας χώρας η οποία αρνείται τους κανόνες της και ζητά συνεχώς δανεικά για να παραμείνει μέλος της. Υπό αυτές τις συνθήκες, η συντεταγμένη προσωρινή έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη είναι η πιο σοφή λύση», μας λέει ο Ισπανός καθηγητής Ομάρ Ενκαρνασιόν, τονίζοντας ότι η ελληνική κρίση έχει ιδιάζουσα υφή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
«Η εφαρμογή της πρότασης Σόιμπλε είναι αναπόφευκτη για την Ελλάδα. Η δε φιλολογία περί του εξευτελισμού της Ελλάδας στην Σύνοδο Κορυφής του Ιουλίου είναι σκέτη υπεραπλούστευση. Η Γερμανία δεν θέλει να εξευτελίσει κανέναν. Πολύ απλά, στην παρούσα παγκόσμια οικονομική πραγματικότητα, πιστεύει ότι μία νομισματική και οικονομική ένωση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, αν δεν έχει ισχυρό ανταγωνιστικό υπόβαθρο -όχι μόνον σήμερα, αλλά σε βάθος χρόνου.
Το υπόβαθρο αυτό όμως δεν αποκτάται με δανεικά που ενισχύουν την κατανάλωση, αλλά με ισχυρές και βαθιές μεταρρυθμίσεις, όχι πάντα ευχάριστες είναι αλήθεια. Η Ελλάδα πρέπει να επιλέξει, λοιπόν, και μάλιστα επειγόντως...», τονίζει ο Ούλριχ Σπεκ, ερευνητής στο Ίδρυμα Carnegie Europe.
Επίσης, τόσονο Ούλριχ Σπεκ όσο και γνωστοί ευρωβουλευτές, όπως ο Έλληνας Γιώργος Κύρτσος, επισημαίνουν ότι γύρω από τις προθέσεις και την προσωπικότητα του κ. Β. Σόιμπλε υπάρχει αρκετή παραπληροφόρηση.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών θεωρείται ένας από τους ευρωπαϊστές της παλιάς σειράς, που ξέρουν να συνδυάζουν το εθνικό συμφέρον με την ευρωπαϊκή προοπτική. Η δημοτικότητά του στη Γερμανία σπάει ρεκόρ, είναι της τάξης του 70%, και συγκρίνεται με τη δημοτικότητα-ρεκόρ της καγκελαρίου κυρίας Μέρκελ.
Στην Ελλάδα, οι θετικές γνώμες για τον κ. Σόιμπλε είναι της τάξης του 15%, ύστερα από χρόνια κατάλληλης εκπαίδευσης της ελληνικής κοινής γνώμης, με τους πολίτες να τον θεωρούν υπεύθυνο για τη χρεοκοπία του ελληνικού Δημοσίου και τη σκληρή μνημονιακή πενταετία.
Όμως η πραγματικότητα δεν είναι αυτή ακριβώς. Ο κ. Σόιμπλε εκτιμά ότι η χώρα μας αδυνατεί να προσαρμοστεί στους κανόνες της ευρωζώνης και γι' αυτό προωθεί το σενάριο της προσωρινής εξόδου της από αυτήν. Κατά την άποψή του, με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλίσουμε τον αναγκαίο χρόνο για να βάλουμε σε τάξη την εθνική οικονομία και να την κάνουμε περισσότερο ανταγωνιστική.
«Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, όπως και οι άλλοι κορυφαίοι πολιτικοί της χώρας του, θεωρούν αναγκαία την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση για πολιτικούς και στρατηγικούς λόγους. Το προσωρινό Grexit που προτείνει ο κ. Σόιμπλε δεν αποσκοπεί στην τιμωρία της Ελλάδας, αλλά στη δημιουργία των προϋποθέσεων για καλύτερη λειτουργία της ευρωζώνης και ενίσχυση της συνοχής της. Ανάλογη είναι η προσέγγιση του Διοικητή της ΕΚΤ κ. Μ. Ντράγκι, ο οποίος ζητεί να αξιοποιηθεί η ελληνική κρίση -ανεξάρτητα από την εξέλιξή της-, για να υπάρξει ένα ποιοτικό άλμα προς τα εμπρός σε ό,τι αφορά στην οικονομική ολοκλήρωση της ευρωζώνης», τονίζει ο κ. Γιώργος Κύρτσος.
«Αυτό το ποιοτικό άλμα είναι σήμερα απαραίτητο όσο ποτέ άλλοτε. Η ευρωζώνη βρίσκεται σε φάση οικονομικής ανόδου και πρέπει να ισχυροποιήσει τη θέση της στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας -τώρα που η Ασία αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω Κίνας. Αυτή η προσπάθεια, όμως, δεν μπορεί να υπονομεύεται από τον ελληνικό ιό», υπογραμμίζει η οικονομολόγος Άννα Κάρχιλ, η οποία είναι και αρθρογράφος σε ιρλανδικές εφημερίδες.
Γνωρίζει δε καλά την ελληνική πραγματικότητα από πολυάριθμα ρεπορτάζ για τη χώρα μας.
Μέσα λοιπόν σε αυτό το περιβάλλον και με δεδομένη την αδυναμία της όποιας υπό τον κ. Τσίπρα κυβέρνησης να εφαρμόσει το προτεινόμενο τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο, οι πιθανότητες να δικαιωθεί ο κ. Σόιμπλε συνεχώς κερδίζουν έδαφος. Όλοι πλέον στις Βρυξέλλες και αλλού βλέπουν ξεκάθαρα ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα μέλος της ευρωζώνης που μπήκε σε πρόγραμμα χρηματοδότησης διαρθρωτικών αλλαγών και δεν κατάφερε να βγει από αυτό. Η Ιρλανδία και η Πορτογαλία άφησαν οριστικά πίσω τους το μνημόνιο, η Κύπρος βγήκε ήδη στις αγορές και απ' ό,τι φαίνεται θα ολοκληρώσει το πρόγραμμα ταχύτερα από ό,τι είχε προγραμματιστεί, οι δε χώρες της Βαλτικής πέρασαν από ειδικά προγράμματα προσαρμογής για να πάρουν το εισιτήριο για την ΟΝΕ.
Αποδεικνύεται συνεπώς στην πράξη ότι η ελληνική εξαίρεση δεν έχει σχέση με τον πολιτικό σχεδιασμό του κ. Σόιμπλε ή οποιουδήποτε άλλου κορυφαίου πολιτικού της ευρωζώνης, αλλά με την αδυναμία μας να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τα οικονομικά προβλήματα.
Μπροστά λοιπόν στην πολύ σοβαρή κρίση που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα από τον Σεπτέμβριο, για τον κ. Αλέξη Τσίπρα (και γενικότερα για το πελατειακό και κρατικοδίαιτο πολιτικό σύστημα της χώρας) ο δρόμος που μας προτείνει ο κ. Σόιμπλε ίσως είναι η καλύτερη λύση -αν, βέβαια, η έξοδος από την ευρωζώνη γίνει συντεταγμένα και όχι υπό την πίεση του λόμπι της δραχμής και των νοσηρών φαντασιώσεων του κ. Γ. Βαρουφάκη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.