Πολύς λόγος γίνεται τις τελευταίες ημέρες για τον ΕΝΦΙΑ και το ενδεχόμενο να καθιερωθούν υψηλότεροι συντελεστές για τις μεγάλες ακίνητες περιουσίες, προκειμένου ο φόρος αυτός να γίνει περισσότερο προοδευτικός.
Κατά τη γνώμη μου, πολλές από τις δηλώσεις που γίνονται στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (φτάνοντας και σε αναφορές περί... δήμευσης) εντάσσονται στη φιλοσοφία τού «γιατί εγώ κι όχι ο άλλος», μια φιλοσοφία που έχει διαποτίσει εδώ και δεκαετίες τη δημόσια συμπεριφορά των κάθε λογής συντεχνιακών εκπροσώπων, αλλά συχνά και των απλών πολιτών.
Κοντολογίς η συντριπτική πλειονότητα θέλει το ευρώ, ένα μεγάλο μέρος το θέλει και «πάση θυσία», αλλά συχνότατα εννοεί τη θυσία των... άλλων.
Η κατάσταση όμως αυτή πρέπει να τελειώσει, αν δεν θέλουμε να δούμε την Ελλάδα όχι απλώς ταπεινωμένη, αλλά και χρεοκοπημένη, πραγματικό παρία της Ευρώπης.
Για να επιστρέψουμε στην περίπτωση του ΕΝΦΙΑ, το χρηματικό ποσό που πρέπει να μαζευτεί είναι εκ των προτέρων γνωστό. Περίπου 2,65 δισ. ευρώ. Κι αυτό έχει φανεί καθαρά από τη στάση της τρόικας όλο το προηγούμενο διάστημα.
Η διατήρηση του ΕΝΦΙΑ για το 2015 έχει ήδη επιβληθεί (το ίδιο θα γίνει κατά πάσα πιθανότητα και το 2016 - έστω κι αν αλλάξει όνομα), ενώ αν γίνουν κάποιες αλλαγές, αυτές δεν πρέπει να επηρεάσουν αρνητικά το συνολικό ποσό. Οι όποιες αλλαγές θα πρέπει να πάρουν το πράσινο φως και από την τρόικα.
Αφού λοιπόν το ποσό είναι γνωστό και μένει η διανομή του, το ερώτημα είναι αν θα πρέπει να αυξηθεί η επιβάρυνση για τις μεγαλύτερες περιουσίες έναντι των μικρότερων ή όχι, σε ένα φόρο που έχει ήδη στοιχεία αδικίας, δεδομένου ότι επιβάλλεται με τις παλαιές και πολύ υψηλές αντικειμενικές αξίες.
Διαδικαστικά, το θέμα δεν φαίνεται εύκολο, αφού η συντριπτική πλειονότητα διαθέτει ακίνητη περιουσία κάτω των 300.000 ευρώ, ενώ οι ιδιοκτήτες με ακίνητη περιουσία πάνω από 1 εκατ. ευρώ είναι δεν είναι συνολικά 30.000.
Ωστόσο, στις σημερινές κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, εκτιμώ ότι η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι θετική. Οι αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην Ελλάδα, αλλά και στο υψηλό τίμημα που έχει ήδη πληρώσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας, δεν αφήνουν περιθώρια. Ιδίως όταν τα ακίνητα είναι σήμερα ο κύριος προσδιοριστικός παράγοντας διάκρισης, ανάμεσα σε «έχοντες» και μη «έχοντες».
Πολλά μπορούν να λεχθούν θεωρητικά επ' αυτού, καθώς το ζήτημα σαφέστατα έχει και ιδεολογικές προεκτάσεις. Αλλιώς το βλέπει ένας φιλελεύθερος, αλλιώς ένας σοσιαλδημοκράτης κι αλλιώς ένας σοσιαλιστής. Καλώς ή κακώς όμως, τώρα δεν είναι ώρα για θεωρίες, αλλά για μια πρακτική αντιμετώπιση της πραγματικότητας.
Η κοινωνική συνοχή πρέπει να ενισχυθεί, προκειμένου όχι μόνον να αποφευχθούν τα χειρότερα, σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, αλλά και μήπως δημιουργηθεί επιτέλους μια δυναμική «εθνικής ενότητας», ένα ενωτικό όραμα για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση. Διότι η χώρα μπορεί να κινηθεί σε ένα δρόμο μεταρρυθμίσεων και αλλαγών μόνο με την αποδοχή της μεγάλης κοινωνικής πλειονότητας.
Τα παραπάνω δεν αναιρούν τον άδικο χαρακτήρα που έχει ο ΕΝΦΙΑ λόγω των πλαστών αντικειμενικών αξιών, ούτε το γεγονός ότι το ακίνητο υπερφορολογείται, ακριβώς γιατί εντοπίζεται σχετικά εύκολα, ως αντίδοτο στη γενικευμένη φοροδιαφυγή. Κι ασφαλώς υπάρχουν δυσμενείς επιπτώσεις για τη συγκεκριμένη κατηγορία επενδύσεων.
Συγκυριακά ωστόσο, δεν φαίνεται να υπάρχουν άλλες λύσεις. Το μάρμαρο πρέπει να πληρωθεί, αλλιώς η χώρα θα χρεοκοπήσει.
Η κυβέρνηση, όμως, έχει την υποχρέωση να ανατρέψει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα τις συνθήκες που έχουν οδηγήσει σε αυτού του τύπου τους μονόδρομους, αλλάζοντας εκ βάθρων το φορολογικό σύστημα, με κύριους άξονες, την πάταξη τη φοροδιαφυγής, είτε είναι από τους «μικρούς», είτε και από τους «μεγάλους», αλλά και την ανάπτυξη της υγιούς ιδιωτικής πρωτοβουλίας, κι όχι μόνο στο χώρο των ακινήτων.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.