Μετά το «όχι» στο δημοψήφισμα η μπάλα βρίσκεται πλέον στο γήπεδο των Ευρωπαίων, υποστηρίζει ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς, λέγοντας πως το ερώτημα είναι αν θα επιμείνουν στην ίδια καταστροφική πολιτική.
Όπως τονίζει, οι απαιτήσεις των δανειστών της Ελλάδας είχαν μέχρι τώρα καταστροφικές συνέπειες στη χώρα, μειώνοντας το ΑΕΠ κατά 25% και εκτινάσσοντας την ανεργία στο 28%.
Ο Αμερικανός οικονομολόγος σημειώνει πως δεν πιστεύει ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπάθησαν να τιμωρήσουν τους Έλληνες, αλλά χρησιμοποίησαν λανθασμένα μοντέλα. Η Ευρώπη και το ΔΝΤ είχαν προβλέψει μια γρήγορη ανάκαμψη, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι ακολούθησε μια πολύ βαθιά ύφεση.
Πράγματι, σημειώνει ο ίδιος, η χώρα δεν εφάρμοσε όλες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προέβλεπαν τα προγράμματα. Ορισμένες από αυτές όφειλε να τις είχε κάνει, όπως το να βελτιώσει τη συλλογή φόρων από τους πλουσίους. Άλλες θα είχαν νόημα αν η οικονομία βρισκόταν στο δρόμο της ανάκαμψης, αλλά όχι τώρα εν μέσω μιας βαθιάς ύφεσης. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν η Ελλάδα είχε εφαρμόσει όλες τις μεταρρυθμίσεις, η κατάσταση σήμερα δεν θα είχε μεγάλες διαφορές όσον αφορά το ΑΕΠ.
Ενδεχομένως, περισσότεροι άνθρωποι να ήταν άνεργοι και θα υπήρχε ακόμα μεγαλύτερη δυστυχία. Δεν είναι η έλλειψη αυτών των μεταρρυθμίσεων που εμποδίζει την Ελλάδα να αναπτυχθεί. Άλλωστε η χώρα αναπτύχθηκε με ταχύτερο ρυθμό από την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση από τα μέσα της δεκαετία του 1990 ως και την έναρξη της παγκόσμιας κρίσης (4% έναντι 2,6%).
«Η μπάλα βρίσκεται τώρα στο γήπεδο των Ευρωπαίων ηγετών. Το ερώτημα είναι: Θα επιμείνουν σε μια πολιτική που έχει αποδειχθεί καταστροφική; Ή θα συνδυάσουν την επιθυμία να διατηρήσουν το ευρώ, με καλές οικονομικές πολιτικές και σεβασμό στη δημοκρατία; Μπορούν να μεταρρυθμίσουν το πακέτο μεταρρυθμίσεων;» γράφει ο κ. Στίγκλιτς.
«Αυτή είναι η στιγμή για να αντισταθούν στην απερίσκεπτη λιτότητα» προσθέτει, λέγοντας πως πριν από τέσσερα χρόνια υποσχέθηκαν στην Ελλάδα ότι πρέπει να υπάρξει μια στρατηγική για την ανάπτυξη αλλά δεν έκαναν τίποτα για αυτό. Ένα μέρος του ελληνικού χρέους αναδιαρθρώθηκε, αλλά ήταν πολύ μικρό και έγινε καθυστερημένα. Όταν ξεκίνησε η κρίση το χρέος βρισκόταν κάπου στο 117% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα, μετά την αναδιάρθρωση, είναι στο 177%.
Tώρα ακόμα και το ΔΝΤ ζητάει μια βαθιά αναδιάρθρωση χρέους, σημειώνει ο κ. Στίγκλιτς. Σύμφωνα με τον ίδιο υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο: η επιμήκυνση της διάρκειας των δανείων, η μείωση των επιτοκίων ή ακόμα και η διαγραφή μέρους του χρέους ή η μετατροπή του σε ομόλογα συνδεδεμένα με το ΑΕΠ.
Μια αναδιάρθρωση χρέους θα ευθυγραμμίσει τα συμφέροντα της Ελλάδας και των πιστωτών για μια γρήγορη επιστροφή στην ανάπτυξη.
Σύμφωνα με τον κ. Στίγκλιτς, είναι ακόμα εφικτή μια συμφωνία που θα κρατάει την Ελλάδα στην ευρωζώνη. Μια βαθιά αναδιάρθρωση χρέους (που θα αναγνωρίζει ότι τα χρήματα που δεν μπορούν να αποπληρωθούν δεν θα αποπληρωθούν), πιο εύλογοι δημοσιονομικοί στόχοι όπως ένα πρωτογενές πλεόνασμα 1% και όχι 3,5% όπως απαιτούσε η Ευρώπη πριν από το δημοψήφισμα και εύλογες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, είναι το κλειδί.
Επιπλέον η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να προσφέρει άμεσα ρευστότητα. «Ποιο είναι το νόημα σε μια νομισματική ένωση αν η κεντρική τράπεζα δεν λειτουργεί ως δανειστής έκτακτης ανάγκης;» διερωτάται ο κ. Στίγκλιτς, προσθέτοντας ότι αν δεν παρασχεθούν τα ευρώ που έχουν ανάγκη οι ελληνικές τράπεζες θα ισοδυναμεί με την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Ο ίδιος προειδοποιεί πως αν οι εταίροι της Ελλάδας συνεχίσουν στην ίδια πορεία που βρίσκονταν πριν από την κρίση, τότε δεν υπάρχει καμία ελπίδα. «Θα είναι κακό για την Ελλάδα, κακό για την Ευρώπη, κακό για την παγκόσμια οικονομία, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ. Ακόμα και αν το ευρώ επιβιώσει για λίγο, θα είναι η αρχή του τέλους. Στην επόμενη κρίση – και θα υπάρξουν και άλλες κρίσεις – θα διωχθεί κάποια άλλη χώρα» σημειώνει.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.