Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Kapoor: H Ελλάδα δεν πήρε ποτέ μια δίκαιη πρόταση

Η πολιτική των πιστωτών έχει «καταστρέψει» την Ελληνική Δημοκρατία ενώ έχει προκαλέσει ζημιά στο κοινό ευρωπαϊκό εγχείρημα. Το μεγάλο λάθος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν να υποθέσει ότι τα οικονομικά επιχειρήματα θα μπορούσαν να υπερισχύσουν της... realpolitik. Οι χαμένες ευκαιρίες της Αθήνας.

Kapoor: H Ελλάδα δεν πήρε ποτέ μια δίκαιη πρόταση

Εχοντας την εμπειρία, από πρώτο χέρι, μιας γερμανικής κυβέρνησης σχεδόν έτοιμης να οδηγήσει την Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης το 2012, ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα βρισκόμασταν και πάλι σε αυτό το σταυροδρόμι.

Χρειάστηκαν πολλοί από εμάς - σύμβουλοι, τεχνοκράτες της ΕΕ, Αμερικανοί πολιτικοί και ακαδημαϊκοί - για αρκετές εβδομάδες για να πείσουμε τους ιθύνοντες του Βερολίνου να μην τραβήξουν τη σκανδάλη και δεν είναι καθόλου προφανές ότι θα το πετυχαίναμε.

Στο τέλος, η καγκελάριος Μέρκελ πήρε μια απόφαση να παρακάμψει τον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος εξακολούθησε να... αμφιβάλλει.

Η διαδικασία ήταν κόλαση, αν μη τι άλλο, επειδή τα οικονομικά επιχειρήματα, οι οικονομικοί υπολογισμοί και τα πολιτικά σενάρια δεν είναι ο ιδανικός τρόπος για να αλλάξεις τα μυαλά αυτών που αποτελούν τον πυρήνα της γερμανικής κοινότητας χάραξης οικονομικής πολιτικής. Γι 'αυτούς ήταν λιγότερο οικονομία και περισσότερο κανόνες και ήθη.

Για να είμαστε δίκαιοι μαζί τους, όταν η Ελλάδα ανακοίνωσε στα τέλη του 2009 ότι είχε υποτιμήσει τα στοιχεία για το έλλειμμά της για χρόνια, οι Γερμανοί ήταν μεταξύ των πρώτων που επιδοκίμασαν την αναδιάρθρωση του χρέους.

Ωστόσο, ο Trichet της ΕΚΤ καθώς και η άσκηση πίεσης από τις μεγάλες γερμανικές και γαλλικές τράπεζες τους έπεισε για το αντίθετο.

Τους είπαν, ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα προκαλέσει μεγάλη οικονομική κρίση μέσω απωλειών που το τραπεζικό σύστημα δεν θα μπορούσε να αντέξει οικονομικά μέσω της μετάδοσης της κρίσης και στις άλλες αγορές των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης.

Ως εκ τούτου, εκείνη η μοιραία απόφαση να μην αναδιαρθρωθεί το ελληνικό χρέος ελήφθη, και χάθηκε η καλύτερη ευκαιρία που θα μπορούσε να προσφερθεί στην Ελλάδα για το νέο ξεκίνημα. Για να είμαστε δίκαιοι με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, η ελληνική κυβέρνηση ήταν επίσης έντονα κατά της αναδιάρθρωσης του χρέος της, αφού το έβλεπε ως ταπείνωση.

Αλλά οι τράπεζες έπρεπε να αποπληρωθούν, η Ελλάδα χρειαζόταν χρήματα για να επιβιώσει και έτσι η διάσωση που απαιτούνταν οργανώθηκε με βιασύνη. Αυτό ήταν το προπατορικό αμάρτημα. Η διάσωση, σχεδιασμένη με βιασύνη, ήταν βαθύτατα προβληματική σε πολλά διαφορετικά επίπεδα.

Οι αρχικοί δημοσιονομικοί όροι που προσφέρθηκαν στην Ελλάδα ήταν μάλλον επαχθείς, ήταν πολύ περιοριστικοί και ο ρυθμός της δημοσιονομικής προσαρμογής ήταν υπερβολικός, αφού το ΔΝΤ υποτίμησε σοβαρά τις επιπτώσεις της λιτότητας στην οικονομία.

Έχει υπολογιστεί ότι από τα χρήματα που δανείστηκε η Ελλάδα περισσότερο από τα τρία τέταρτα (3/4) πήγαν στην εξόφληση των υφιστάμενων τότε πιστωτών και λιγότερο από το 10% για τη στήριξη των πολιτών μέσω της προσαρμογής σοκ.

Στην πραγματικότητα, τα περισσότερα από τα ελληνικά κεφάλαια διάσωσης χρησιμοποιήθηκαν για τη διάσωση των τραπεζών της Ευρωζώνης και των άλλων πιστωτών. Η ΕΚΤ και η Τράπεζα της Ελλάδας ήταν μέρος της δυσκίνητης «Τρόικας» που υπαγόρευσε την πολιτική στην Ελλάδα, όταν οι κεντρικές τράπεζες είναι συνήθως οι τελικοί αποδέκτες των προϋποθέσεων του ΔΝΤ.

Οι αποφάσεις από τα τρία θεσμικά όργανα λαμβάνονταν με βάση ένα «ελάχιστο κοινό παρονομαστή», πολλές αποφάσεις ήταν "κακές" (ill) και καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να υποστηρίξει τους επαχθείς όρους. Η πρότασή μας ήταν ότι η Ελλάδα χρειάζονταν ένα πρόγραμμα της Παγκόσμιας Τράπεζας για τη διευκόλυνση οικοδόμησης του κράτους με συνοπτικές διαδικασίες η οποία απορρίφθηκε τόσο από τους Έλληνες όσο και από την Ευρωζώνη, η οποία υβριστικά το θεώρησε ταπεινωτικό.

Μέχρι το 2012, το ελληνικό ΑΕΠ είχε προβλέψιμα καταρρεύσει, οι εσωτερικές πολιτικές απειλούνταν, η ανεργία έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ και το ΔΝΤ δεν μπορούσε πλέον να προσποιείται ότι πιστεύει στα δικά του μοντέλα και έτσι μια νέα συμφωνία ήταν απαραίτητη.

Εδώ, και πάλι η σύστασή μας για βαθύ κούρεμα της ονομαστικής αξίας για στους ιδιώτες πιστωτές, η χαλάρωση των όρων της διάσωσης και η εξαίρεση των ελληνικών τραπεζών και των συνταξιοδοτικών ταμείων από την αναδιάρθρωσή αντιταχθήκαν από τις προτάσεις της BNP Paribas και άλλων τραπεζών, που ισχυρίστηκαν ότι η μείωση της ονομαστικής αξίας δεν ήταν απαραίτητο μέτρο.

Στο τέλος, μετά από μια αναποτελεσματική διαδικασία σε δύο στάδια, η Ελλάδα κατάφερε να πάρει μια σημαντική μείωση στην ονομαστική αξία του χρέους της, αλλά ήταν πάρα πολύ μικρή και πολύ αργά. Μεγάλο μέρος του ιδιωτικού χρέους είχε ήδη αντικατασταθεί από το δημόσιο χρέος που δεν θα μπορούσε να κουρευτεί.

Με τη δεύτερη αυτή ευκαιρία χαμένη, η κάθοδος της Ελλάδας σε μια μεγάλη ύφεση συνεχίστηκε μέχρι που η ανεργία των νέων έφτασε το 60%, οδηγούμενη κυρίως από τα επίπεδα ρεκόρ της λιτότητας πάνω από το 25% του ΑΕΠ. Έλληνες πολίτες, χορτάτοι μετά από πέντε χρόνια δημόσιο εξευτελισμό και οικονομική δυστυχία, οδηγήθηκαν στην επιλογή του αντίθετου στη λιτότητα ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2015.

Καθώς ήταν το μόνο κόμμα που δεν ήταν μέρος του πελατειακού κράτους στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ προσφέρθηκε να τα βάλει με τους ολιγάρχες της εγχώριας αγοράς και να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία με την Ευρωζώνη σε διεθνές επίπεδο.

Αλλά η ελληνική απάντηση, όπως το πρόγραμμα Ομπάμα "Ελπίδα και Αλλαγή", δεν είχε καμία ευκαιρία. Χωρίς καμία προηγούμενη εμπειρία διακυβέρνησης και πολύ κακή διπλωματία στην Ε.Ε., ο ΣΥΡΙΖΑ «έπαιξε» ένα... πολύ κακό χαρτί.

Την ημέρα μετά την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ, ανώτεροι Γερμανοί πολιτικοί δήλωσαν: «Οι Έλληνες ψήφισαν Grexit» και λίγες κυβερνήσεις της Ευρωζώνης ήταν έτοιμες να διαπραγματευθούν με καλή πίστη.

Η καλή διάθεση προς την Ελλάδα από τα επιτελικά στελέχη στο ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λόγω ενοχής για το δικό τους σημαντικό ρόλο στην τραγωδία στην Ελλάδα, διαβρώθηκαν σιγά-σιγά από την ελληνική αδιαλλαξία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Η εμπιστοσύνη διαβρώθηκε από όλες τις πλευρές και έγινε αδύνατη η τριγωνοποίηση μεταξύ του τι οι Έλληνες ήταν πρόθυμοι να αποδεχθούν αφενός και τι το ΔΝΤ και η Ευρωζώνη σχεδίαζαν να παραχωρήσουν από την άλλη. Οι διαφωνίες μεταξύ της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ ήταν τουλάχιστον το ίδιο μεγάλες με εκείνες ανάμεσα στην Ελλάδα και τους εταίρους της Ευρωζώνης.

Από καθαρή οικονομική ματιά, ο ΣΥΡΙΖΑ το είδε σωστά, τόσο από την άποψη των διαγνώσεων της κρίσης όσο και σε ποια μίκρο και μάκρο επίπεδα ήταν αναγκαία για την αποκατάσταση της Ελληνικής οικονομίας.

Αλλά το μεγάλο λάθος του ήταν να υποθέσει ότι τα οικονομικά επιχειρήματα θα μπορούσαν να υπερισχύσουν της ιδεολογίας και της realpolitik. Ένας άλλος λόγος της αποτυχίας ήταν η αδυναμία να πείσει τους ομολόγους της Ευρωζώνης ότι θα μπορούσε να καταφέρει στην πραγματικότητα τις υποσχέσεις που έκανε.

Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να δικαιολογηθεί για την αφέλεια του, οι πιστωτές όχι. Η απροθυμία τους να παραδεχτούν τα λάθη τους και να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους και να επικεντρωθούν στην παρωχημένη μικρο – πολιτική τους έχει και πάλι καταστρέψει την Ελληνική Δημοκρατία και τη λογική οικονομική πολιτική, ενώ έχει προκαλέσει μεγάλη ζημιά στο κοινό ευρωπαϊκό εγχείρημα.

Εάν δεν είναι πρόθυμοι να δώσουν στην Ελλάδα μια δίκαιη ευκαιρία κατά τη διάρκεια των προσεχών ημερών, η ζημιά θα είναι ανεπανόρθωτη. Και δεν είναι μόνο οι Έλληνες που θα πρέπει να ζήσουν με τις συνέπειες.

 

* Ο Sony Kapoor είναι διευθυντής του Think Tank Re-Define και Senior Visiting Fellow στο London School of Economics


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v