Το κυβερνών κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (AKP) της Τουρκίας έχασε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις 7 Ιουνίου για διάφορους λόγους.
Πρώτον, το αριστερό φιλοκουρδικό κόμμα HDP κατάφερε να διευρύνει τη δημοφιλία του και στις μη κουρδικές μειονότητες και να εκμεταλλευτεί την αυξανόμενη δυσαρέσκεια με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Δεύτερον, το HDP κατάφερε να προσελκύσει στην πλατφόρμα του και πιο συντηρητικούς Κούρδους, παρά την σοσιαλδημοκρατική ατζέντα του, αποκαλύπτοντας σοβαρές «τρύπες» στην στρατηγική του AKP να επικεντρώνει την προσοχή του σχεδόν αποκλειστικά σε θρησκόληπτους ψηφοφόρους της Ανατολίας.
Τρίτον, αυξήθηκε η στήριξη προς το Εθνικιστικό Κίνημα (MHP) –ένα «προϊόν» της προσπάθειας του AKP να καταλήξει σε ειρηνευτική συμφωνία με τους Κούρδους.
Τέλος, η επιδείνωση της οικονομίας διάβρωσε την εικόνα του AKP ως της λύσης προς την οικονομική ευημερία, και πολλοί Τούρκοι θεωρούν ριψοκίνδυνη και πολωτική την εξωτερική πολιτική του Ερντογάν και την προσπάθειά του για συγκέντρωση της εξουσίας στο πρόσωπό του.
Το AKP συγκέντρωσε 18 έδρες λιγότερες από τις 276 που απαιτούνται για τον σχηματισμό κυβέρνηση και οι προοπτικές του για σχηματισμό κάποιου συνασπισμού δεν φαίνονται καλές.
Η πόλωση
Η πιο λογική πολιτική ένωση από την άποψη του AKP θα ήταν με το HDP, ελπίζοντας να ξαναμπεί «στις ράγες» η ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους, διατηρώντας υπό έλεγχο τους Κούρδους αντάρτες και αναβιώνοντας το «παζάρι» με τους φιλοκούρδους βουλευτές που θα αντάλλασσαν την ψήφο τους υπέρ των προεδρικών εξουσιών του Ερντογάν με υποχωρήσεις στο κουρδικό ζήτημα.
Το πρόβλημα είναι ότι το AKP έχει γίνει πολιτικά «δηλητηριώδες» για τα τουρκικά κόμματα της αντιπολίτευσης. Όποιο κόμμα και αν συνδεθεί με το AKP, κινδυνεύει να χάσει αξιοπιστία στους ψηφοφόρους του. Ο ηγέτης του HDP, Selahattin Demirtas τηρεί τη γραμμή του, ότι δηλαδή δεν θα προχωρήσει σε συνασπισμό με το AKP. Δεδομένου ότι είναι η πρώτη φορά που οι Κούρδοι έχουν μπει στη Βουλή υπό την ομπρέλα ενός και μόνο κόμματος, η στρατηγική του HDP είναι να σχηματίσει μια ισχυρή αντιπολίτευση στο τουρκικό κοινοβούλιο.
Ένα άλλο πιθανό αποτέλεσμα θα ήταν η ένωση του AKP με το MHP. Τα δυο κόμματα έχουν ιστορικό επιλεκτικής συνεργασίας σε ορισμένα ζητήματα. Ωστόσο, το MHP μέχρι στιγμής δεν έχει δώσει ενδείξεις ότι ενδιαφέρεται να συνεργαστεί με το AKP, αν και το εθνικιστικό κόμμα θα μπορούσε να πειστεί στις διαπραγματεύσεις των επόμενων ημερών. Όμως, μια συμμαχία AKP-MHP ουσιαστικά θα «σκότωνε» την ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους, αναζωπυρώνοντας την απειλή του αντάρτικου.
Ο Ερντογάν δεν θεωρείται πιθανό να ζητήσει από το δεύτερο σε ψήφους κόμμα και βασικό αντίπαλο του AKP, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP) να σχηματίσουν κυβέρνηση. Άλλωστε, το CHP και το MHP συνδυαστικά θα συνέχιζαν να έχουν 64 έδρες λιγότερες από τις απαιτούμενες για τον σχηματισμό κυβέρνησης, χωρίς το AKP. Επιπλέον, θα ήταν πολιτικό «ανάθεμα» το εθνικιστικό MHP να ενωθεί με το φιλοκουρδικό HDP.
Η προφανής πόλωση των κομμάτων καθιστά εξαιρετικά πιθανό ο Ερντογάν να μην μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση μέσα στις επόμενες 45 μέρες. Συνεπώς, ο πρόεδρος θα κηρύξει πρόωρες εκλογές οι οποίες, σύμφωνα με το Σύνταγμα της χώρας, θα πρέπει να οργανωθούν εντός 90 ημερών από την προκήρυξή τους.
Το AKP α μπορούσε να αποφασίσει να προχωρήσει χωρίς τις ψήφους και να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας. Στο σενάριο αυτό, το AKP θα διαπραγματευτεί με το MHP για τις 18 ψήφους που χρειάζεται ώστε να εξασφαλίσει ψήφο εμπιστοσύνης, δημιουργώντας μια αδύναμη και ασταθή κυβέρνηση που θα μπορούσε εύκολα να πέσει και να οδηγήσει και πάλι σε πρόωρες εκλογές.
Ζητήματα ασφάλειας
Όπως είχε προβλέψει το Stratfor, η εξασφάλιση από το HDP ποσοστού μεγαλύτερου του ορίου του 10% που απαιτείται για να μπει στο τουρκικό κοινοβούλιο, σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση του AKP, θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερη πολιτική αστάθεια στην Τουρκία. Η χώρα έχει μακρά ιστορία έντονης πολιτικής βίας, μια τάση που ήδη φαίνεται να ενισχύεται τον τελευταίο χρόνο με την επανεμφάνιση των αριστεριστών ανταρτών. Η πιθανότητα οι κούρδοι αντάρτες να αρχίσουν και πάλι τις επιθέσεις όταν ξεκαθαριστεί ότι η ειρηνευτική διαδικασία έχει καταρρεύσει, αποτελεί ένα ακόμα «στρώμα» στην απειλή αυτή.
Στην περίπτωση πρόωρων εκλογών, το AKP πιθανότατα θα έχει πάρει το μάθημά του στην προσπάθειά του να «φλερτάρει» ταυτόχρονα με τις ψήφους και των Κούρδων και των εθνικιστών. Το Stratfor αναμένει μια εντονότερη στροφή προς μία κατεύθυνση, πιθανότατα προς την κατεύθυνση των εθνικιστών, στην περίπτωση που ξαναμπεί σε προεκλογική εκστρατεία φέτος το κόμμα. Μια πιο εθνικιστική εκστρατεία όμως θα αυξήσει τον κίνδυνο αναζωπύρωσης των εντάσεων με τους Κούρδους αυτονομιστές.
Κούρδοι, Ρώσοι και τζιχαντιστές
Το αποτέλεσμα των εκλογών, όμως, έχει και γεωπολιτικό αντίκτυπο. Η Τουρκία από καιρό αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της αμερικανικής στρατηγικής στην Ευρασία. Καθώς βρίσκεται μεταξύ δυο ηπείρων, η επιρροή της Τουρκίας εκτείνεται από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας μέχρι τη Μέση Ανατολή, με αποτέλεσμα να θεωρείται στρατηγικός σύμμαχος στην προσπάθεια να αντισταθμιστεί η ρωσική επιρροή αλλά και να υπάρξει διαχείριση των συγκρούσεων στον Ισλαμικό κόσμο.
Όμως, η Τουρκία του σήμερα δεν είναι η ευάλωτη Τουρκία της δεκαετίας του 1950 που ήταν έτοιμη να μπει κάτω από την ομπρέλα ασφαλείας των ΗΠΑ. Σήμερα η χώρα καταλαβαίνει ότι έχει να παίξει ρόλο στην περιοχή. Όμως, δεν έχει ούτε την ομοφωνία, αλλά ούτε και τη συνοχή για να αναπτύξει με αποτελεσματικό τρόπο την ισχύ της. Τα αποτελέσματα των εκλογών 7ης Ιουνίου επιδεινώνουν την κατάσταση.
Η Τουρκία, σύμφωνα με το Stratfor, θα διολισθήσει σε μια γνώριμη και επικίνδυνη περίοδο πολιτικής αστάθειας που θα θυμίζει την δεκαετία του 1970, όταν η πολιτική σκηνή της χώρας χαρακτηρίζονταν από αμφίρροπες εκλογικές αναμετρήσεις και αδιέξοδες συμμαχίες. Ακολούθησαν περιστατικά πολιτικής βίας, εν μέσω αδύναμων οικονομικών συνθηκών, που οδήγησαν στο στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980. Ήδη ακροαριστερά κινήματα όπως το Επαναστατικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Κόμμα-Μέτωπο (THKP-C) έχουν ξανακάνει την εμφάνισή τους στην πολιτικά ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της Τουρκίας, ενώ μια σειρά επιθέσεων στιγμάτισε τις ημέρες που προηγήθηκαν των εκλογών.
Καθώς μπαίνει σε τέλμα η ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους, η Τουρκία θα χρειαστεί επίσης να αντιμετωπίσει την απειλή των επιθέσεων κούρδων αυτονομιστών, την ίδια ώρα που θα προσπαθεί να αποτρέψει την τζιχαντιστική δραστηριότητα να περάσει τα σύνορα.
Ως προς το ίδιο το κυβερνών κόμμα, η αντίληψη ότι ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποτελεί όλο και μεγαλύτερο «παθητικό» θα προκαλέσει ρήγμα στο κόμμα, οδηγώντας σε αδιέξοδο καθώς θα επανεξετάζονται εναλλακτικές «επιλογές», όπως ο πρώην πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιούλ.
Ο... αδύναμος κρίκος
Τα εγχώρια ζητήματα που αναλώνουν την προσοχή της Τουρκίας είναι φυσικό ότι θα περιορίσουν την δυνατότητα της χώρας να προβάλει την ισχύ της προς τα έξω. Η Τουρκία έχει δείξει τη δυσαρέσκειά της με τις ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ συμμετέχει κατά καιρούς και στις ασκήσεις που γίνονται στη Μαύρη Θάλασσα. Όμως η Άγκυρα τηρεί παράλληλα αποστάσεις από τους ηγέτες του Intermarium (ενός δικτύου συμμάχων χωρών της Βαλτικής και της Μαύρης Θάλασσας στο οποίο συμμετέχουν μεταξύ άλλων η Λιθουανία, η Πολωνία και η Ρουμανία) και του ΝΑΤΟ προκειμένου να αποφύγει μια πιο σοβαρή αντιπαράθεση με τη Μόσχα.
Η Τουρκία προσπαθεί να δείξει την ουδετερότητά της και να επωφεληθεί από τη θέση της ως ενός κράτους-transit για αγωγούς όπως ο Turkish Stream και ο Νότιος Διάδρομος. Και όσο αυξάνονται τα εσωτερικά προβλήματα, τόσο πιο πολύ θα διατηρείται η επιφυλακτική προσέγγιση προς τη Ρωσία.
Η Μέση Ανατολή είναι ένα ακόμα δυσκολότερο πρόβλημα για την Τουρκία. Η προοπτική να κάνει πραγματική πρόοδο το AKP στην ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους και να περιορίσει το αντάρτικο είναι εξαιρετικά χαμηλή. Και με τις εξεγέρσεις τόσο στη Συρία όσο και στο Ιράκ, θα συνεχίσει να υπάρξει αυξημένη κινητικότητα των κούρδων μαχητών στην περιοχή. Μια επιστροφή σε μια πιο εθνικιστική στάση σε ότι αφορά το κουρδικό ζήτημα θα «μεταφράζονταν» σε περισσότερες στρατιωτικές ενέργειες σε περιοχές Κούρδων, με πιθανότητα περάσουν τα τουρκικά σύνορα.
Τον τελευταίο χρόνο η Τουρκία έχει γίνει πιο ενεργητική σε ότι αφορά την στήριξη των ισλαμιστών ανταρτών στη βόρεια Συρία, οι οποίοι έχουν κερδίσει έδαφος στις μάχες τους για το Χαλέπι. Η συντήρηση αυτής της μάχης ταιριάζει στον ιδεολογικό στόχο του κυβερνώντος κόμματος για ανατροπή της κυβέρνησης της Συρίας και ανάληψης στης εξουσίας από μια φιλική ισλαμιστική κυβέρνηση. Χωρίς να χρειάζεται να διατηρήσει μια αντιφατική στρατηγική διαπραγματευμένης ειρήνης με τους Κούρδους στην Τουρκία, ενόσω θα αντιμετωπίζει στρατιωτικά τους Κούρδους στο εξωτερικό, η στρατιωτική προσοχή της Τουρκίας στα σύνορα της Συρίας και του Ιράκ θα μπορούσε να ενταθεί και να επιτρέψει την παροχή διασυνοριακής στήριξης σε επιλεγμένες ομάδες ανταρτών.
Πάντως, αυτό που θα καθορίσει τις στρατιωτικές ενέργειες της Τουρκίας στο εξωτερικό, θα είναι το επίπεδο των πολιτικών αντιπερισπασμών που θα πρέπει να χειριστεί η κυβέρνηση στο εσωτερικό της.
Μια Τουρκία που είναι απορροφημένη στους πολιτικούς της διαχωρισμούς, που είναι απρόθυμη να αντιμετωπίσει τη Ρωσία και που ενδιαφέρεται περισσότερο να στηρίξει τους Ισλαμιστές για να αντικαταστήσουν την κυβέρνηση της Συρίας αντί να περιορίσει το Ισλαμικό Κράτος, προφανώς δεν είναι ο ιδανικός σύμμαχος για τις ΗΠΑ, σχολιάζει το Stratfor.
Οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας είναι ήδη τεταμένες και αυτή η ένταση θα αυξηθεί καθώς η Τουρκία θα διολισθαίνει σε μια πιο ασταθή κατάσταση και θα αναζητά κάποιον κρυμμένο ξένο δάκτυλο για να τον κατηγορήσει για τα προβλήματά της.
Για την ώρα, η Τουρκία είναι ένας αδύναμος κρίκος στη συμμαχία των ΗΠΑ για την Ευρασία, όμως αυτό δεν σημαίνει πως οι ΗΠΑ μπορούν να αφήσουν τον αδύναμο αυτό κρίκο να φύγει από την αλυσίδα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.