Το άρθρο 13 του Ν.4172 στην παρ. 1 αναφέρει: «Οποιαδήποτε παροχή σε είδος λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζεται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία της, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των 300€ ανά φορολογικό έτος».
Η απόφαση με αριθ. πρωτ. Δ12 1168638 ΕΞ 2014/18.12.2014 του Υπουργείου Οικονομικών, την οποία υπογράφει η κ. Σαββαΐδου με θέμα "Φορολογική μεταχείριση της παρεχόμενης μείωσης των διδάκτρων για τα παιδιά των εργαζόμενων, διευθυντών, διαχειριστών και μελών διοίκησης ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων", στην παρ. 4 αναφέρει:
"Στις προαναφερόμενες ειδικές τιμολογιακές πολιτικές που εφαρμόζουν τα ιδιωτικά σχολεία συμπεριλαμβάνεται και η μείωση των διδάκτρων ή η δωρεάν φοίτηση για τα παιδιά εργαζόμενων, διευθυντών, διαχειριστών και μελών διοίκησης αυτών. Η παρεχόμενη αυτή μείωση εξυπηρετεί τις ανάγκες της επιχείρησης (ιδιωτικού σχολείου) καθ' όσον αποτελεί κίνητρο για τους εργαζόμενους ή διοικούντες αυτό, δεσμεύοντάς τους κατ' αυτόν τον τρόπο σε μακροχρόνια συνεργασία αλλά και ενισχύοντας την απόδοση του έργου τους».
Πιο απλά, ο μεν νόμος ορίζει ότι οποιεσδήποτε παροχές σε είδος λαμβάνει ο εργαζόμενος θα συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του, ενώ με την παραπάνω απόφαση αρχίζουν οι εξαιρέσεις.
Πώς λοιπόν ορίζεται, κατά την αντίληψη του Υπουργείου Οικονομικών, η αρχή της ίσης μεταχείρισης;
Γιατί οι παροχές σε είδος στη συγκεκριμένη περίπτωση αποτελούν κίνητρο καλής απόδοσης για τους εργαζόμενους στα ιδιωτικά σχολεία και δεν αποτελούν αντίστοιχο κίνητρο για τους εργαζόμενους σε άλλες επιχειρήσεις;
Και ναι μεν εδώ μπορεί κάποιος να δεχθεί ότι αυτή η παροχή σε είδος αποτελεί και εμπορική δραστηριότητα της επιχείρησης (ιδιωτικό σχολείο) και μπορεί να την παρέχει στους εργαζόμενους, αλλά όταν κάποιος εργάζεται σε επιχείρηση π.χ. ιατρικών μηχανημάτων ή σε τεχνική εταιρία, τι θα δώσει σε αυτόν ως κίνητρο; Αξονικό τομογράφο ή υλικά οικοδομών;
Γιατί λοιπόν οι εν λόγω εταιρίες να μην μπορούν κάλλιστα να προσφέρουν στους εργαζομένους τους την ίδια παροχή (π.χ. υπηρεσίες εκπαίδευσης), χωρίς αυτοί να επιβαρυνθούν φορολογικά για αυτή;
Με ποιο κριτήριο η παροχή αυτή για τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τους εργαζόμενους σε αυτά αποτελεί κίνητρο για εκείνους και εξυπηρετεί τις ανάγκες της επιχείρησης και σε οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση δεν ισχύει αυτό;
Ανέκαθεν, πολλές επιχειρήσεις, πέραν των μισθολογικών απολαβών που έδιναν στους εργαζομένους τους, παρείχαν ως κίνητρο και διάφορες παροχές σε είδος, όπως κινητό τηλέφωνο, ασφάλεια ζωής, άτοκα δάνεια, προγράμματα επιμόρφωσης και εκπαίδευσης, ταξίδια, μετοχές κ.λπ.
Και για να μην είμαι άδικη με το νόμο, αναφέρω ότι για κάθε εργαζόμενο αναγνωρίζει παροχές σε είδος μέχρι το ποσό των 300€!
Ακόμη ένα παράλογο του Ν.4172. Στις τεχνικές εταιρίες που αναλαμβάνουν έργα εκτός της έδρας τους, η κάλυψη του κόστους ενοικίου των εργαζομένων της για τη διαμονή τους στον τόπο όπου εκτελούνται τα έργα θεωρείται παροχή σε είδος και είναι φορολογητέα!
Υπάρχει ακόμη και άλλο παράλογο: Ο επιχειρηματίας και ο ελεύθερος επαγγελματίας που εργάζονται στις επιχειρήσεις τους φορολογούνται ως φυσικά πρόσωπα για τη χρήση του αυτοκινήτου που κάνουν, για να ανταποκριθούν στις ανάγκες της δραστηριότητας του επαγγέλματός τους ή της επιχείρησής τους.
Δεν μπορεί να θεωρείται παροχή σε είδος το αυτοκίνητο που σου παραχωρείται για να διεξάγεις σωστά τη δουλειά σου όταν αυτό είναι βασικό εργαλείο και μάλιστα όταν απαιτείται να δουλεύεις τόσο πολλές ώρες και με τόσο έντονους ρυθμούς, ακόμη κι εάν είσαι μέτοχος και εργάζεσαι στην επιχείρησή σου.
Γιατί όλες αυτές οι παροχές, που δίνονται ως κίνητρα αύξηση της παραγωγικότητας στους εργαζόμενους, να μην εκπίπτουν στο σύνολό τους από τις επιχειρήσεις και να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τις ελεγκτικές αρχές;
Είναι απαραίτητο να επιβραβεύονται οι εργαζόμενοι εκείνοι που διαρκώς εξελίσσονται και ενστερνίζονται τη φιλοσοφία και τους στόχους της επιχείρησης στην οποία εργάζονται και συμβάλλουν με κάθε δυνατό τρόπο στην επίτευξη των στόχων των οργανισμών μέσα τους οποίους λειτουργούν.
Η σωστή εργασία πρέπει να αμείβεται και να επιβραβεύεται και η Πολιτεία οφείλει να συμβάλει σε αυτό κι όχι να το αποτρέπει.
Είναι παράλογο να προσπαθεί κάθε φορά ο λογιστής να μεταφράζει «δημιουργικά» το νόμο, προκειμένου να βρίσκει τρόπους να είναι η επιχείρηση νομότυπη και όχι νόμιμη.
Είναι παράλογο να αναλωνόμαστε για να βρίσκουμε λύσεις στα προβλήματα, στα κενά και στις αδικίες που δημιουργεί το κράτος άλλοτε με τις ασάφειες νόμων κι άλλοτε με τις φωτογραφικές διατάξεις ή αποφάσεις που εκδίδει.
Παράλογο... είσαι εδώ; (Κατά Λαζόπουλο)
Δυστυχώς είναι! (Κατ' εμέ)
*Η κ. Μαρίνα Πολίτου είναι Γενική Γραμματέας του Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.