Η συσσωρευμένη πολυπλοκότητα, η γραφειοκρατία, η ύπαρξη δομών όπως λειτουργούν σήμερα, δεν συμβάλλουν θετικά στην ανάπτυξη της οικονομίας στην ελεύθερη αγορά.
Έχουμε πολυνομία, άδικους νόμους, νόμους με ασάφειες ή φράσεις που δίνουν τη δυνατότητα στο σύστημα να σε κρατά όμηρο, να σε φέρνει σε αδιέξοδο.
Δεν αλλάζουν οι άδικοι νόμοι με έκδοση σωρείας αποφάσεων. Πρέπει να αλλάξουν και να δημιουργηθούν νέοι. Νέοι σωστοί και δίκαιοι. Νέοι, με τη συμμετοχή των ενεργών πολιτών, που ξέρουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά κι όχι με τη συμμετοχή των ανθρώπων που γνωρίζουν την αγορά σε θεωρητικό επίπεδο. Και να δημιουργηθούν νέοι νόμοι, σε αυτό το «υπάρχον και προβληματικό» περιβάλλον θα καταστούν ανίσχυροι και αναποτελεσματικοί.
Ουσιαστικά απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας και ένα άλλο σύστημα το οποίο θα δημιουργήσει και νέους νόμους και νέο φιλικό περιβάλλον επιχειρηματικής δραστηριότητας, όπου το κέρδος δεν «ποινικοποιείται» και ο επιχειρηματίας δεν είναι εκ προοιμίου παραβάτης.
Φτάνει να διαβάσει κανείς προσεκτικά τον Ν. 4172/13 για να το καταλάβει. Να καταλάβει, όπως λένε και οι πρόγονοί μας, πως τίποτε δεν άλλαξε, απλώς άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς.
Τι να αναφέρει κανείς και πού να αναφερθεί!
Ας αναφερθούμε στο άρθρο 22 στις εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες, όπου στην παρ. α αναφέρεται ότι επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών που πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της.
Και εδώ γεννάται το ερώτημα, τι συνιστά η διατύπωση «...προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της».
Ας αναφερθούν επιτέλους οι δαπάνες που κρίνει το αρμόδιο Υπουργείο ότι εκπίπτουν από τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος.
Να μην μπαίνουν οι επιχειρήσεις στη διαδικασία διαπραγμάτευσης με την εκάστοτε ελέγχουσα αρχή, να μην προσφεύγουν στα φορολογικά δικαστήρια για να βρουν το δίκιο τους (ούτε αυτή η δυνατότητα δεν υπάρχει πλέον, σε αυτή τη δημοκρατική χώρα), να μην σπαταλώνται πόροι για την συντήρηση ενός αντιπαραγωγικού για το κοινωνικό σύνολο συστήματος.
Να γίνουν όλα ξεκάθαρα. Να εκπίπτουν όλες οι δαπάνες. Υπάρχουν δαπάνες που δεν πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις προς όφελός τους; Πετάει κανείς τα χρήματά του;
Ας αναφερθούν συγκεκριμένα αυτές οι δαπάνες κι ας αφήσουν τις σωστές και υγιής επιχειρήσεις να δουλέψουν. Τι σημαίνει η φράση «κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της», που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο;
Και εάν θέλει η επιχείρηση να αναπτυχθεί και προβεί και σε άλλες δαπάνες ή, δεδομένων των συνεχώς μεταβαλλόμενων συνθηκών στην αγορά, προβεί και σε άλλες δαπάνες μη συνήθης, στην προσπάθειά της να επιβιώσει, θα πρέπει να έχει μονίμως ένα άγχος να αποδείξει ότι είναι σύννομη και ότι δεν λειτουργεί σε βάρος του κράτους;
Κανονικά, η έκπτωση όλων των δαπανών, μόνο θετικά αποτελέσματα θα είχε στο κράτος και στο κοινωνικό σύνολο κι αυτό γιατί η δαπάνη που θα εκπίπτει, θα φορολογείται άμεσα στην πηγή της. Δηλαδή κατά την αγορά των προϊόντων ή της παροχής υπηρεσιών που θα κάνει η επιχείρηση. Έτσι απλά καταργούνται μηχανισμοί εύρεσης πλαστής ή εικονικής συναλλαγής, αδήλωτης εργασίας κλπ.
Επίσης, ΓΙΑΤΙ από τη στιγμή που υπάρχει νόμιμο παραστατικό στο οποίο αναγράφεται η αξία συναλλαγής, το παραστατικό αυτό να γίνει αντικείμενο συζήτησης και κατ' επέκταση και διαπραγμάτευσης, εάν η αξία της συναλλαγής κριθεί από την ελέγχουσα φορολογική αρχή κατώτερη ή ανώτερη της πραγματικής, στη βάση έμμεσων μεθόδων ελέγχου;
Δηλαδή εάν μια επιχείρηση προβεί σε αγορά ενός αντικειμένου σήμερα στην αξία των 60 ευρώ και το αντικείμενο αυτό πριν μερικά χρόνια πωλείτο 600 ευρώ, θα πρέπει η συναλλαγή να κριθεί μη σύννομη εάν η αξία αυτή δεν συμφωνεί με το αρχείο που τηρεί το Υπουργείο;
Δυστυχώς σπαταλάμε τη φαιά ουσία μας για την επίλυση προβλημάτων που δημιουργεί το ίδιο το «σύστημα» κι όχι για την ανάπτυξή μας.
Επιτέλους, είναι θέμα του πολιτικού συστήματος να συμφωνήσει σε ουσιαστική μεταρρύθμιση, ώστε να μη γίνεται, σε κάθε κυβερνητική αλλαγή, ανατροπή της φορολογικής πολιτικής. Είναι πασιφανές, ότι η ύπαρξη σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος, θα δημιουργήσει ασφάλεια, θα συμβάλλει στην επιχειρηματική ανάπτυξη και θα προσελκύσει επενδύσεις εγχώριων και ξένων κεφαλαίων.
Ακόμη, η πολυπλοκότητα και η ασάφεια των νόμων πολλαπλασιάζει τον όγκο εργασίας των τμημάτων λογιστηρίων των επιχειρήσεων, χωρίς κανένα παραγωγικό αποτέλεσμα.
Με το υπάρχον πλαίσιο, είναι υποχρεωμένες οι επιχειρήσεις να εφαρμόζουν «γραφειοκρατικές μεθόδους και διαδικασίες», προκειμένου να είναι σύννομες με ένα νόμο που δεν προσδιορίζει επακριβώς και σαφώς τα όρια του «σύννομου»!
Μήπως πρέπει να ξεκινήσουμε τα πάντα από την αρχή;
* Η κ. Μαρίνα Πολίτου είναι Οικονομολόγος και Γενική Γραμματέας Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.