Εν όψει της επιτακτικής ανάγκης κάλυψης των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας μας στα τέλη του μήνα και ενώ οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας συνεχίζονται χωρίς εμφανές ευοίωνο αποτέλεσμα για την Ελλάδα, η κυβέρνηση παρουσίασε το σχέδιο νόμου για τη νέα ρύθμιση των 100 δόσεων.
Σε μια ύστατη προσπάθεια για ταχεία αύξηση των δημοσίων εσόδων και με προσδοκίες για εισροή 1,5 δισ. ευρώ εντός του έτους στα ταμεία του κράτους, η νέα ρύθμιση φαίνεται να ικανοποιεί παράλληλα κατά ένα μικρό μέρος το κοινωνικό αίσθημα για δικαιότερη προσπάθεια φορολογικής αντιμετώπισης και εξυγίανσης των φυσικών προσώπων - μη επιτηδευματιών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ύστερα από τον καταιγισμό φοροεισπρακτικών μέτρων των τελευταίων ετών που ωστόσο βρίσκονται ακόμα σε ισχύ.
Η νέα ρύθμιση:
1. Περιλαμβάνει το σύνολο των ληξιπρόθεσμων βεβαιωμένων οφειλών έως 1η Μαρτίου 2015 προς τη φορολογική διοίκηση που αφορά στον Κ.Φ.Δ., Κ.Ε.Δ.Ε. και Τελωνειακό Κώδικα, ενώ δίνει το δικαίωμα υπαγωγής και μη βεβαιωμένων οφειλών που βρίσκονται σε ένδικη διαδικασία εφόσον ο υπόχρεος παραιτηθεί από κάθε ένδικο δικαίωμα.
2. Προβλέπει την εφάπαξ εξόφληση με μείωση 100% των προσαυξήσεων και τη ρύθμιση από 2 έως 100 δόσεις με μείωση των προσαυξήσεων από 30 έως 90%, αναλόγως με την επιλογή του αριθμού των δόσεων και ανεξαρτήτου ποσού οφειλής.
3. Θέτει ως ελάχιστο ποσό καταβολής τα 20 ευρώ και σε περίπτωση οφειλών σε παραπάνω από μία εφορία, το ελάχιστο ποσό μειώνεται στα 10 ευρώ.
4. Απαλλάσσει τις οφειλές έως 5.000 € από προσαυξήσεις ή τόκους, ενώ οι οφειλές άνω των 5.000 € επιβαρύνονται με ετήσιο επιτόκιο 3%.
5. Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής δόσης προβλέπει μηνιαία προσαύξηση 0,25%.
6. Παρέχει φορολογική ενημερότητα.
7. Αναστέλλει τις ποινικές διώξεις και τη λήψη αναγκαστικών μέτρων, ενώ αίρει τις κατασχέσεις εις χείρας τρίτων εφόσον καταβληθεί το 25% της αρχικής οφειλής.
8. Δίνει τη δυνατότητα σε ήδη ρυθμισμένες οφειλές να καταταγούν εκ νέου στη ρύθμιση εφόσον κρίνεται συμφέρον για το φορολογούμενο.
9. Θέτει ως καταληκτική προθεσμία υπαγωγής την 26η Μαΐου 2015.
Τα σημαντικά πλεονεκτήματα της προς ψήφιση ρύθμισης σε σύγκριση με την ισχύουσα είναι:
1. Η δυνατότητα χρήσης των 100 δόσεων και όχι μόνο 72 για ποσά άνω των 15.000 €.
2. Η δυνατότητα ρύθμισης ποσών άνω του 1.000.000 €.
3. Η απαλλαγή των προσαυξήσεων για ποσά έως 5.000 €.
4. Η μείωση του ελαχίστου ποσού δόσης από 50 € σε 20 €.
5. Η μείωση του ετήσιου επιτοκίου από 4,56% σε 3%.
6. Η καταβολή του 25% της οφειλής έναντι του 50% σε κατασχέσεις εις χείρας τρίτων.
Τι θα μπορούσε, όμως, να συνυπολογιστεί για να γίνουν ορισμένα από τα πλεονεκτήματα της ρύθμισης ισχυρότερα και δικαιότερα;
Δεδομένου του γεγονότος πως ικανός αριθμός οφειλετών και μικρών επιχειρήσεων έχει οφειλές έως 5.000 € σε συνδυασμό με το μικρό ποσό της ελάχιστης δόσης, η νέα ρύθμιση θα ανακουφίσει αρκετούς φορολογούμενος και θα φέρει άμεσα έσοδα στα δημόσια ταμεία.
Ωστόσο, θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη πως, για τις περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις το ποσό των 5.000 € κρίνεται εξαιρετικά μικρό, αφού η οικονομική ύφεση των τελευταίων ετών που φέρει ως αποτέλεσμα την πτώση του κύκλου εργασιών σε συνδυασμό με τις μειωμένες πιστωτικές παροχές από το τραπεζικό σύστημα έχει οδηγήσει τον μεγαλύτερο αριθμό εξ αυτών σε ληξιπρόθεσμα χρέη μεγαλύτερα του ποσού των 5.000€, που είναι κρίσιμα για τη βιωσιμότητά τους.
Συνεπώς, το ύψος του ποσού που απαλλάσσεται των προσαυξήσεων όσον αφορά στους επιτηδευματίες θα ήταν σκόπιμο και πιο εύστοχο να ανέλθει στις 10 ή 20 χιλιάδες ευρώ, ώστε να δοθεί μια ανάσα σε μεγαλύτερο αριθμό μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αποτελούν και τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Εξετάζοντας καλύτερα τις ιδιαιτερότητες και τις δυνατότητες που έχει κάθε επιχείρηση, ο αριθμός και το ύψος των δόσεων, καθώς και οι προσαυξήσεις και οι απαλλαγές αυτών, πρέπει να εξατομικεύονται ανάλογα με το διαθέσιμο εισόδημα της καθεμίας, ώστε οι επιχειρήσεις με τα μεγαλύτερα προβλήματα να τύχουν όσο το δυνατόν ευνοϊκότερης μεταχείρισης για τον εξορθολογισμό των οικονομικών τους στοιχείων και την αντιμετώπιση των οφειλών τους, ενώ εκείνες που τα οικονομικά τους στοιχεία τους επιτρέπουν να ανταποκριθούν και θελήσουν να εκμεταλλευτούν τη δυνατότητα εξάντλησης του αριθμού των δόσεων καθυστερώντας με αυτόν τον τρόπο την καταβολή των οφειλών τους, να αποτραπούν από το να ακολουθήσουν μια τέτοια τακτική εις βάρος των υπολοίπων.
Ο «κουβάς» που ομαδοποιεί όλες τις επιχειρήσεις και τείνει να είναι κοινός τόπος για κάθε ρύθμιση πρέπει να καταργηθεί, διότι μπορεί να αποτελεί ένα σίγουρο τρόπο για άμεση εισπραξιμότητα, αλλά δεν δύναται να διαχωρίσει την επιχείρηση που πραγματικά δεν μπορεί από αυτήν που δεν θέλει, διατηρώντας έτσι ένα σύστημα αδικίας μεταξύ των μη εχόντων και των βολεμένων. Για του λόγου το αληθές, η ρύθμιση προβλέπει πως ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζει ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής, καθώς και για εξαιρέσεις από την υπαγωγή σε αυτή. Επομένως, μένει να δούμε πώς και αν θα εφαρμοστεί στην πράξη αυτή η δυνατότητα.
Επιπλέον, το μεγάλο μειονέκτημα κάθε νομοθετικής προσπάθειας για αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων των επιχειρήσεων και για την κάλυψη τρεχουσών υποχρεώσεων του κράτους είναι η αμέλεια ή η αδυναμία, εσκεμμένη ή μη, να επιβραβεύσει ένα σημαντικό αριθμό επιχειρηματιών που είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, παρέχοντας έτσι άμεση ρευστότητα στα δημόσια ταμεία και έμμεση στο ευρύτερο οικονομικό, τραπεζικό και εμπορικό κύκλωμα. Έτσι τους αφαιρεί ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, το οποίο θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν είτε για αναπτυξιακά-επεκτατικά σχέδια σε μέγεθος επιχείρησης, είτε για επικράτηση τους στην αγορά εν μέσω τιμολογιακών πολιτικών στο πλαίσιο της ανταγωνιστικής αγοράς, είτε σε βελτίωση των υπηρεσιών και των προϊόντων τους.
Μια πρόταση θα ήταν να μπορούν οι συνεπείς αυτές επιχειρήσεις να επωφεληθούν από κάποια απαλλαγή ή μείωση των υπέρογκων προστίμων που φέρουν οι εκπρόθεσμες υποβολές διαφόρων δηλώσεων καθώς και καταβολές φόρων, εφόσον διαπιστώνεται πως αυτό συμβαίνει περιστασιακά και όχι συστηματικά και κατ' επανάληψη. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να δίνεται η δυνατότητα σε αυτές τις επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν κατά περίπτωση μειωμένο συντελεστή στον προσδιορισμό των φορολογητέων τους κερδών, κάτι το οποίο θα αποτελούσε ισχυρότερο κίνητρο για πολλές από αυτές για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τους και παράλληλα θα ταύτιζε το κρατικό συμφέρον άμεσα με το συμφέρον των επιχειρήσεων.
Συνοψίζοντας, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως η νέα ρύθμιση έχει σαφώς βελτιωμένες θέσεις από τη μέχρι τώρα ισχύουσα για τους οφειλέτες και άμεση εισπραξιμότητα για τα δημόσια ταμεία, αλλά, όσον αφορά τη δικαιότερη αντιμετώπιση των φορολογουμένων, χρειάζονται ακόμη αρκετές παράμετροι να συνυπολογιστούν, να μελετηθούν, να διερευνηθούν αναλυτικά και όχι εκ του προχείρου, κάτω από την πίεση των ταμειακών ελλειμμάτων της χώρας.
Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσε να βρεθεί ένα μοντέλο πρακτικής εφαρμογής για αυτές, μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο φορολογικής νομοθεσίας -και όχι μόνο ρυθμίσεων- που θα εξυπηρετεί ταυτόχρονα το κράτος, τις επιχειρήσεις και το σύνολο των φορολογουμένων.
*Ο κ. Μιχάλης Πολυγγέρ είναι οικονομολόγος, γενικός διευθυντής και επίτιμος πρόεδρος του Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.