Δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 21/10 το σχέδιο νόμου για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, που αποτελεί ένα σημαντικό βήμα το οποίο αλλάζει τα λογιστικά δεδομένα για την πλειονότητα των επιχειρήσεων.
Όσοι μπουν στον κόπο να διαβάσουν παρακάτω θα πρέπει να γνωρίζουν ότι οι απόψεις που παρουσιάζονται δεν είναι αντικειμενικές καθώς υπήρξα μέλος της ομάδας εργασίας του Υπουργείου Οικονομικών που συνέταξε το πόρισμα το οποίο ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με το κείμενο που δόθηκε σε διαβούλευση.
ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Το περιεχόμενο του νομοσχεδίου είναι η κατάληξη ενός μακρού ταξιδιού που επιταχύνθηκε από την κρίση, ενώ τα προβλήματα υπήρχαν πολύ πριν. Σε όλους μας ήταν γνωστή η τοπική ιδιομορφία του ΚΒΣ που ταλαιπωρούσε χιλιάδες επιχειρήσεις και λογιστές για δεκαετίες. Όταν το 2010 η χώρα υπέγραψε το μνημόνιο, οι επόπτες των δανειστών μας αντιλήφθηκαν ότι η Ελλάδα είχε δημιουργήσει λογιστικούς και φορολογικούς κανόνες τήρησης βιβλίων που ήταν μοναδικοί παγκοσμίως και εμπόδιζαν τη λειτουργία όλης της οικονομίας.
Το κράτος ανέλαβε την υποχρέωση κατάργησης του ΚΒΣ και στις 27/4/2011 συστάθηκε επιτροπή, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους παρέδωσε πόρισμα (το οποίο δεν δόθηκε στη δημοσιότητα) και κατέληγε ότι με μικρές διορθώσεις ο ΚΒΣ ήταν καλώς καμωμένος. Μετά τις γνωστές και από άλλα θέματα «διαπραγματεύσεις» ψηφίστηκε ο Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (Ν. 4093/2012) ο οποίος ίσχυε από 1η/1/2013 και ήταν στην ουσία μία light version του ΚΒΣ. Πλην όμως προσωρινή, καθώς στο τελευταίο του άρθρο 14 προέβλεπε την αυτοκαταστροφή του, και τρία από τα βασικότερα άρθρα έπαυαν να ισχύουν σε έναν χρόνο, ενώ το ίδιο άρθρο προέβλεπε τη νομοθετική υποχρέωση σύστασης επιτροπής απλοποίησης του ΚΦΑΣ (στην ουσία οι ξένοι επέμεναν στην πλήρη κατάργηση). Έτσι στις 13/5/2013 συστάθηκε ομάδα εργασίας η οποία, κάνοντας ένα βήμα εμπρός, παρέδωσε ως πόρισμα το σχέδιο νόμου στα τέλη του ίδιου χρόνου. Στην ομάδα εργασίας μετείχα, προσπαθώντας να μεταδώσω εμπειρίες από τον χώρο των ιδιωτικών επιχειρήσεων, στον οποίο εργάζομαι αποκλειστικά και ο οποίος υπήρξε και το μεγαλύτερο θύμα τους ΚΒΣ.
Η ΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ
Η μία από τις δύο σπουδαιότερες μεταρρυθμίσεις που επιχειρεί να επιφέρει ο νόμος είναι ότι καταργεί τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ, κεφάλαια 2 και 3). Η δεύτερη είναι οι λογιστικοί κανόνες στους οποίους θα αναφερθούμε παρακάτω. Το νομοσχέδιο εξουδετερώνει τη βασική λογική του ΚΒΣ/ΚΦΑΣ που ήταν περιγραφικά η εξής: το κράτος καθορίζει ποια ακριβώς λογιστικά βιβλία τηρούνται, πώς και πότε ενημερώνονται, τι μορφή έχουν και με ποια παραστατικά στοιχεία γίνονται οι εγγραφές. Αυτά για δεκαετίες συνοδεύονταν από τις γνωστές μας θεωρήσεις, τα πλαστά και «αυθεντικά» βιβλία και στοιχεία, που ούτε μία στιγμή δεν συγκράτησαν τη φοροδιαφυγή για την οποία υποτίθεται ότι είχαν δημιουργηθεί.
Μέχρι και σήμερα όλες οι επιχειρήσεις και οι επαγγελματίες ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθούν τους (λεπτομερέστατους) κανόνες του ΚΒΣ/ΚΦΑΣ, του Ελληνικού Λογιστικού Σχεδίου (ΕΓΛΣ), διατάξεων του Ν. 2190/20 (3150/55 για τις ΕΠΕ) ταυτόχρονα, ακόμα και αν αυτές ήταν αντιφατικές. Επιπρόσθετα εκδίδονται κάθε χρόνο εκατοντάδες εγκύκλιοι (ΠΟΛ) που συχνά καθόριζαν ειδικές οδηγίες που αφορούσαν τη λογιστική λειτουργία. Το προτεινόμενο νομοσχέδιο αποτελεί σε μεγάλο βαθμό κείμενο αρχών, που μεταθέτει την ευθύνη της ορθής λογιστικής τήρησης στους πραγματικούς ιδιοκτήτες: τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες. Είναι κρίσιμη η παράγραφος 1 του άρθρου 3 που ορίζει: «Η διοίκηση της οντότητας έχει την ευθύνη για την τήρηση αξιόπιστου λογιστικού συστήματος και κατάλληλων λογιστικών αρχείων για τη σύνταξη χρηματοοικονομικών καταστάσεων και άλλων πληροφοριών, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου». Αποφεύγονται, όσο είναι δυνατόν, όρια που αναπόφευκτα προκαλούν προβλήματα, καταργείται κάθε είδους θεώρηση (ό,τι είχε απομείνει) και δεν ορίζονται οι στήλες που πρέπει έχουν τα ισοζύγια ή τι χρώμα θα έχει το 3ο αντίγραφο της φορτωτικής για να εκπίπτει από τα έξοδα, όπως είχαμε συνηθίσει να παραλογιζόμαστε συλλογικά. Η γραφικότητα που είχε συγκεντρωθεί στον ΚΒΣ/ΚΦΑΣ ξεπερνά κάθε λογιστική φαντασία και δεν την αντιλαμβανόμαστε πλήρως καθώς αναπτύξαμε αντισώματα εξοικείωσης.
Ενδεικτικά αναφέρω ότι οι ξένοι που συμμετείχαν συμβουλευτικά στη διαμόρφωση του νομοσχεδίου, αφού ενημερώθηκαν για τις προβλέψεις του ΚΒΣ, μας συνέστησαν είτε να τον καταργήσουμε καθώς δεν υπήρχαν ανάλογοι κανόνες στον υπόλοιπο κόσμο είτε να τον εξαγάγουμε, αν πιστεύαμε ότι είχαμε ανακαλύψει κάποιο χρήσιμο προϊόν για καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, που είναι διεθνές πρόβλημα.
Η δεύτερη -και πολύ σημαντική- μεταρρύθμιση του νομοσχεδίου είναι η συγκέντρωση σε ένα ενιαίο κείμενο των λογιστικών κανόνων που σήμερα είναι διάσπαρτοι σε δεκάδες νομοσχέδια. Από τον νόμο εξαιρούνται οι (λίγες) επιχειρήσεις που ακολουθούν τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Συνεπώς οι κραυγές ότι εισάγονται τα ΔΛΠ με το νομοσχέδιο για όλες τις επιχειρήσεις είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας, αν και ταιριάζουν με ξενοφοβικές λογικές που είναι πολύ διαδεδομένες στη χώρα μας και ενισχύθηκαν από την κρίση. Από 1η.1.2015 καταργούνται απαρχαιωμένες και αντικρουόμενες διατάξεις νόμων που περιέχονται στους νόμους 2190/1920, 3190/1955, 4172/2012, που αφορούν τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις των εταιριών Α.Ε., Ε.Π.Ε., Ι.Κ.Ε, καταργείται το Π.Δ. 1123/1980 (Ε.Γ.Λ.Σ.), ο Κ.Φ.Α.Σ. (Ν. 4093/2012), τα κλαδικά λογιστικά σχέδια των ασφαλιστικών και των τραπεζών, ο Ν. 1809/1988, χωρίς ωστόσο να αλλάζει το καθεστώς των ταμειακών μηχανών (για το θέμα θα επανέλθω). Οι λογιστικοί κανόνες (κεφάλαια 4 - 7) βασίζονται στις διατάξεις της Οδηγίας 2013/34/EE (νέα λογιστική οδηγία) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι και υποχρέωση της χώρας.
ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ ΤΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ;
Το εθνικό λογιστικό σχέδιο (ΕΓΛΣ) μετά από 35 χρόνια είναι απαρχαιωμένο. Δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά, όσο καλή και αν υπήρξε η δομή του, όταν τα υλικά κατασκευής του αντλούνται από τη δεκαετία του '70 του προηγούμενου αιώνα. Η υποχρεωτική του χρήση έχει εξαντλήσει όσες θετικές επιδράσεις επέφερε, ενώ σε πολλά θέματα λειτουργεί οπισθοδρομικά. Η κύρια ερώτηση είναι αν θα πρέπει να επιβάλουμε ενιαίο και υποχρεωτικό λογιστικό σχέδιο σε όλους. Υποστηρίζω την άποψη πως είναι πρακτικώς αδύνατο ένα σχέδιο να καλύψει όλα τα μεγέθη και τα είδη των επιχειρήσεων, ενώ η υποχρεωτική χρήση το μόνο που επιτυγχάνει είναι να ταλαιπωρεί λογιστές και να αυξάνει το κόστος ξένων εταιρειών που έχουν το δικό τους σχέδιο λογαριασμών που δεν θέλουν να θυσιάσουν στην Ελλάδα
Θα πρέπει συνεπώς να διερωτηθούμε αν υπάρχει άλλη χώρα που έχει υποχρεωτικό λογιστικό σχέδιο. Τα περί διευκόλυνσης σύνταξης εθνικών λογαριασμών είναι αστεία. Αν σήμερα αθροίζαμε όλους τους λογαριασμούς 11–Κτίρια θα προέκυπτε η αξία των κτισμάτων στην Ελλάδα; Η ανάπτυξη σειράς λογαριασμών για αποθέματα (ομάδα 2) και πωλήσεις (ομάδα 7) δημιουργεί ανάγκες αντιστοιχήσεων με παραστατικά και γραμμές τιμολογίων καθώς και ειδικές προσαρμογές στα ηλεκτρονικά συστήματα για τη λογιστική παρακολούθηση των αποθεμάτων. Μόνο βάρος (μεγαλύτερο από όσο φαντάζονται όσοι δεν έχουν δουλέψει στην πράξη) προσθέτει μια ποικιλία από λογιστικούς λογαριασμούς σε πολλές βαθμίδες. Είναι κακόγουστο λογιστικό ανέκδοτο η επιβολή βιβλίου αποθήκης μέσω του λογαριασμού 94. Σήμερα οι περισσότεροι λογαριασμοί τροφοδοτούνται από ηλεκτρονικά συστήματα τιμολόγησης και από τη λειτουργία σύγχρονων και παγκόσμιων ERP συστημάτων, ενώ ταυτόχρονα είναι διαθέσιμα και εξελιγμένα συστήματα επιχειρηματικής πληροφόρησης. Κατά συνέπεια όσο πιο ανεπτυγμένη ή υποχρεωτική είναι η κωδικαρίθμηση του ελληνικού λογιστικού σχεδίου τόσο το χειρότερο.
Χιλιάδες Έλληνες λογιστές έχουν αποστηθίσει ένα περίπλοκο σύστημα λογιστικών εγγραφών για τον προσδιορισμό του λογιστικού αποτελέσματος με αλλεπάλληλες μεταφορές ποσών από λογαριασμό σε λογαριασμό της ομάδας και χωρίς κανέναν ουσιαστικό λόγο. Αυτό δεν έχει καμία σχέση με την ανάγκη των επιχειρήσεων για την παρακολούθηση της κερδοφορίας τους, που έτσι και αλλιώς παρακολουθούν με διαφορετικούς τρόπους και συστήματα και όχι μέσα από τους υπολογαριασμούς της εκμετάλλευσης του ΕΓΛΣ που τηρούνται σαν αγγαρεία. Σωστά λοιπόν το νομοσχέδιο δεν προβλέπει τίποτα για αναλυτική λογιστική (ομάδα 9), που παρέμενε σαν άταφο πτώμα στη λογιστική μας ιστορία.
Εν συντομία. Όσο πιο γενικοί και ενδεικτικοί είμαστε στο σχέδιο λογαριασμών, τόσο το καλύτερο. Αλλιώς θα λογιστικομαχούμε για τους «κατάλληλους» λογαριασμούς μέχρις εξαντλήσεως και στο τέλος θα καταλήγουμε σε υποχρεωτικούς λογαριασμούς απλώς γιατί έχουν γαλουχηθεί αρκετές γενιές στη χώρα να σκέφτονται με κεντρικούς κρατικούς σχεδιασμούς. Θα πρέπει να μετατοπιστεί η στόχευση από το λογιστικό σχέδιο μιας εταιρείας, που ποτέ δεν δημοσιεύεται, στην ποιότητα των οικονομικών καταστάσεων που αποτελεί την ουσία της πληροφόρησης που παρέχεται στους τρίτους.
ΟΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Μία από τις μεγάλες αρετές του νομοσχεδίου είναι οι ορισμοί στο παράρτημα. Έχουν αντληθεί από τα ΔΧΠΑ και από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγονται οι ορισμοί μέσα στο κείμενο του νομοσχεδίου, υπάρχει άμεση δυνατότητα να καταλάβει κάποιος τι εννοεί ο νομοθέτης και θεμελιώνεται η λογιστική νομοθεσία με τη διεθνή εμπειρία που υπερβαίνει τη δική μας. Η Ελλάδα είναι μικρή για να ξοδεύει πόρους στη διατήρηση λογιστικών αρχών και κανόνων, ειδικά σε ένα παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον που έχει όλο και περισσότερο αυξανόμενες ανάγκες λογιστικής επικοινωνίας.
Ένα ολοκληρωμένο και σύγχρονο λογιστικό πλαίσιο ελάχιστα αφορά το σχέδιο λογαριασμών, αλλά τους λογιστικούς κανόνες αναγνώρισης και επιμέτρησης καθώς και σύγχρονα υποδείγματα λογιστικών καταστάσεων (παράρτημα Β του νομοσχεδίου). Ακολουθώντας τις διεθνείς τάσεις, η Ελλάδα θα πρέπει να εφαρμόσει τις ευρωπαϊκές οδηγίες και να εγκαταλείψει εγχώριους λογιστικούς αυτοσχεδιασμούς. Μέχρι σήμερα μία επιχείρηση ανεξαρτήτως μεγέθους έπρεπε να εφαρμόζει ταυτόχρονα το ΕΓΛΣ, τον ΚΦΑΣ και αν είναι εισηγμένη ή θυγατρική ξένης τα ΔΧΠΑ. Αυτό πρακτικώς είναι από χαοτικό έως αδύνατο. Το νομοσχέδιο δημιουργεί ομαλή διαβάθμιση των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων ανάλογα με το μέγεθός τους, με κλιμακούμενες απαιτήσεις για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (αρχή think small first).
Όπως επιβάλλουν και οι αρχές της οδηγίας 2013/34 όσο μικρότερη είναι η επιχείρηση, τόσο το λογιστικό της πλαίσιο πρέπει να είναι απλούστερο και πλησιέστερο στους κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας ώστε να αποφεύγονται άσκοπες επικαλύψεις και επιβαρύνσεις. Όσο μεγαλύτερη η επιχείρηση, τόσο περισσότερο οι λογιστικοί κανόνες αποσκοπούν στην εύλογη παρουσίαση της επίδοσης και της χρηματοοικονομικής της κατάστασης. Αυτές τις αρχές υιοθετεί το νομοσχέδιο. Οι μικρές επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα να ταυτίζουν τα φορολογικά τους αποτελέσματα με τα λογιστικά. Ταυτόχρονα παρέχεται η δυνατότητα και στις μικρές επιχειρήσεις, εάν το χρειάζονται για τις ανάγκες τους, να επιλέγουν τους λογιστικούς κανόνες των μεγάλων επιχειρήσεων.
ΧΡΟΝΟΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Η κατάργηση του ΚΦΑΣ εφαρμόζεται από 1η.1.2015 (άρθρα 3 έως 6). Το κέντρο βάρους των εσωτερικών ασφαλιστικών δικλίδων μετατοπίζεται εντός των επιχειρήσεων, όπως θα έπρεπε να έχει συμβεί εδώ και δεκαετίες. Από τη στιγμή που διασφαλίζεται η δυνατότητα διενέργειας ουσιαστικού ελέγχου χωρίς να επιβαρύνονται οι επιχειρήσεις, οι τελευταίες δεν έχουν λόγο να ανησυχούν. Οι λογιστικοί κανόνες του νομοσχεδίου που επιχειρήσεις και λογιστές θα κληθούν να εφαρμόσουν χρησιμοποιώντας τα νέα υποδείγματα λογιστικών καταστάσεων αφορούν τις οικονομικές καταστάσεις του έτους 2015, δηλαδή τους πρώτους μήνες του 2016.
Με δεδομένο ότι το λογιστικό σχέδιο που χρησιμοποιεί μία επιχείρηση μπορεί να παραμείνει σχεδόν ίδιο, υπάρχει επαρκής χρόνος προετοιμασίας. Άλλωστε το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αφαιρεί χωρίς να προσθέτει υποχρεώσεις. Ενδεικτικά, οι διατάξεις περί τιμολόγησης που είναι εξαιρετικά σημαντικές για κάθε επιχείρηση, παραμένουν σχεδόν ίδιες, καθώς υπήρξε μία προσαρμογή με τον ΚΦΑΣ, ενώ ταυτόχρονα εισάγονται βελτιώσεις ή καταργήσεις αναχρονισμών που διευκολύνουν τη λειτουργία της αγοράς (βλ. άρθρα 8, 9, 10, 15).
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ
Όλοι οι Έλληνες λογιστές (είτε εργαζόμαστε ως μισθωτοί σε επιχείρηση είτε ως ελεύθεροι επαγγελματίες) είμαστε για δεκαετίες υποχρεωμένοι να διαβάζουμε και να εφαρμόζουμε χιλιάδες λεπτομερείς νόμους και εγκυκλίους που γράφονται από ανθρώπους που στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν είχαν επαφή με αυτό που αποκαλείται πραγματική οικονομία (διαφωνώ με τον όρο γιατί δεν υπάρχει φανταστική οικονομία, αλλά τον χρησιμοποιώ γιατί έχει επικρατήσει). Επειδή η Ελλάδα διαθέτει καλούς και μορφωμένους λογιστές, και γνωρίζω και πολλούς καλύτερους από εμένα, θα πρέπει να επιδιώκεται η συμβολή τους στη διαμόρφωση σχετικών νομοσχεδίων. Το να κριτικάρουν εκ των υστέρων λανθασμένες ή και παράλογες αποφάσεις δεν βοηθάει στην επιβάρυνση που υφίσταται η ελληνική οικονομία.
Μεγάλη ευθύνη έχουν και οι ελεγκτικές εταιρείες, που και τεχνογνωσία διαθέτουν και αποτελούν τη λογιστική πύλη των ξένων που θέλουν να επενδύσουν στη χώρα μας. Θα έπρεπε να ασχολούνται και να υποστηρίζουν νομοσχέδια σαν και τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα ακόμα και χωρίς αμοιβή, αντί να διπλασιάζουν τις αμοιβές τους πουλώντας φορολογικά πιστοποιητικά σε μία τρικυμία φορολογικής αστάθειας.
ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΤΟΥΝ
Το νομοσχέδιο για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα δέχθηκε (και πιθανότατα θα συνεχίσει να δέχεται) επεμβάσεις από πολιτικούς που εκπροσωπούν διαφόρων ειδών πελάτες, συνδικαλιστικές ενώσεις που επιχειρηματολογούν επί παντός επιστητού (η λογιστική θα τους ξέφευγε;) ή ομάδες (οικονομικών) συμφερόντων που κακοποιούν (και) τη λογιστική ζημιώνοντας όλους τους υπόλοιπους.
Ως ενδεικτικό παράδειγμα θα αναφέρω την κατάργηση του Ν. 1809/88 (παρ. 2 άρθρου 38 του νομοσχεδίου), ο οποίος είναι ο νόμος μήτρα όλων των τεχνολογικών παρεμβάσεων στα φορολογικά (ταμειακές μηχανές, διασυνδέσεις με taxis κ.λπ.). Ταυτόχρονα όμως (παρ. 1 άρθρου 40) δεν καταργεί την ουσία του (ειδικές ταμειακές και ηλεκτρονικές σημάνσεις) παραπέμποντας στο μέλλον που καλείται να καθορίσει ο ΓΓΔΕ. Η σήμανση των μηχανισμών στις λιανικές πωλήσεις με μηχανογραφικά συστήματα δεν προσθέτει ευρώ στα ταμεία του κράτους αλλά στις τσέπες όσων πουλάνε ταμειακές και πιστοποιήσεις με την αποτελεσματικότατη μέθοδο ορισμού των προδιαγραφών.
Είναι μία ηλεκτρονική έκδοση της λογικής του ΚΦΑΣ. Θα φτάσουμε στον παραλογισμό να εκδίδονται αθεώρητες χειρόγραφες αποδείξεις λιανικής, αλλά να απαιτείται ηλεκτρονική θεώρηση στις μηχανογραφημένες. Κατόπιν παρεμβάσεων ο νόμος τελειώνει άδοξα, καθώς προβλέπει (παρ. 2 άρθρου 40) τη διατήρηση σε ισχύ των υπουργικών αποφάσεων ΠΟΛ. 1220/12 και 1221/12. Προτείνω σε όλους ανεπιφύλακτα την αναζήτησή τους μέσω του διαδικτύου και την ανάγνωση των δύο αυτών αποφάσεων γιατί είναι ενδεικτικές της κακοδαιμονίας μας. Άλλο παράδειγμα τοξικού κατάλοιπου του παρελθόντος είναι η εξαίρεση των αγροτών (άρθρο 39 παρ.1α) λες και η τήρηση λογιστικών αρχείων είναι παράσιτο καθώς και η εξαίρεση (επόμενη παράγραφος) των «συγγραφέων και εισηγητών σεμιναρίων» όταν το θέμα των αμοιβών τους το λύνει ωραιότατα το νομοσχέδιο (άρθρο 8 παρ. 5) με την αυτοτιμολόγηση.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΜΕ ΘΕΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
Οι επεμβάσεις στο νομοσχέδιο αποτελούν υπαρκτό κίνδυνο, όμως και η διατήρηση παράλληλης νομοθεσίας ή η εξουσιοδότηση του ΓΓΔΕ να νομοθετεί λεπτομέρειες είναι σημαντικότεροι. Επιμελώς ο νόμος έχει αποφύγει την εξουσιοδότηση του υπουργού Οικονομικών να νομοθετεί με αποφάσεις. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα ακυρωθεί από κερκόπορτες. Η διαρκής επιτροπή που προβλέπεται (παρ. 3 άρθρο 39) έχει μεγάλη ευθύνη να προφυλάξει τον νόμο από παρεμβάσεις που δεν έχουν σχέση με όσα πρέπει επιτέλους να καταργηθούν ή τον εκσυγχρονισμό που οφείλει να τολμήσει η χώρα.
* Το σχέδιο νόμου με τα σχετικά παραρτήματα δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη «Συνοδευτικό Υλικό».
**Ο κ. Κωνσταντίνος Μαρκάζος είναι οικονομολόγος.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.