Είδε το φως της δημοσιότητας (VOX.ORG 9 April 2014) η μελέτη «How much do countries benefit from membership in the European Union?» των Nauro F Campos, Fabrizio Coricelli, Luigi Moretti, με την οποία επιχειρείται να διερευνηθεί το κατά πόσον η ένταξη των χωρών στην Ε.Ε. μετά το 1980 και μετά το 2004 είχε θετικά αποτελέσματα στην οικονομική τους εξέλιξή.
Ως κριτήριο τέθηκε η εξέλιξη του κατά κεφαλήν (κκ) ΑΕΠ των χωρών που εισήλθαν στην Ε.Ε. Η πρωτοτυπία της έρευνας έγκειται στο ότι επιχειρεί να απαντήσει στο εξής ερώτημα: ποια θα ήταν η εξέλιξη του κκ ΑΕΠ των συγκεκριμένων χωρών εάν δεν είχαν εισέλθει στην Ε.Ε.;
Επιχειρείται δηλαδή μια συγκριτική παρουσίαση της πραγματικής – ιστορικής εξέλιξης της συγκεκριμένης χρησιμοποιούμενης μεταβλητής (κκ ΑΕΠ) σε σχέση με την εξέλιξη της ίδιας μεταβλητής στην περίπτωση που δεν είχαν ενταχθεί οι χώρες στην Ε.Ε. Γίνεται άμεσα κατανοητό ότι η δεύτερη υπόθεση είναι μη πραγματική με την έννοια ότι δεν μπορεί να υπάρξει ως γεγονός πραγματικό.
Η αδυναμία στην πράξη να δοθεί απάντηση στο πώς θα ήταν η εξέλιξη π.χ. του κκ ΑΕΠ της χώρας μας αν δεν είχαμε εισέλθει στην Ε.Ε. το 1981, με έναν «σχετικά αντικειμενικό» τρόπο προκαλεί την εμφάνιση πλήθους αποκλινουσών απαντήσεων, οι οποίες βρίθουν ιδεολογισμών.
Στη συγκεκριμένη μελέτη (οικονομετρική διερεύνηση) χρησιμοποιείται η μέθοδος Synthetic counterfactuals, η οποία έχει αναπτυχθεί από το 2003 (Abadie, A and J Gardeazabal (2003), "The Economic Costs of Conflict: A Case Study of the Basque Country", American Economic Review, 93: 113–132).
Είναι γνωστό ότι όλες οι οικονομετρικές διερευνήσεις εξαρτώνται από τις προϋποθέσεις που οι ίδιες θέτουν για να χρησιμοποιηθούν και τα διαφορετικά αποτελέσματά τους στη διερεύνηση του ίδιου προβλήματος δείχνουν το μέγεθος της άγνοιά τους (μας).
Όμως στην οικονομία δυστυχώς δεν έχουμε άλλους τρόπους προσέγγισης της ποσοτικής πλευράς των οικονομικών γεγονότων, φθάνει να μην ξεχνούμε ποτέ τους σημαντικούς περιορισμούς που η ίδια η οικονομετρική διερεύνηση εμπεριέχει αλλά και η πολυπλοκότητα της πραγματικότητας επιβάλλει.
Τα αποτελέσματα της έρευνας για τις τρεις χώρες ,Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία, προκαλούν μεγάλο ενδιαφέρον.
Συγκεκριμένα οι δύο ιβηρικές χώρες φαίνεται ότι έχουν επωφεληθεί θετικά από την ένταξή τους στην Ε.Ε. Ο συνθετικός δείκτης που αντιπροσωπεύει την εξέλιξη του ΑΕΠ στην περίπτωση μη ένταξης των δύο χωρών στην Ε.Ε. βρίσκεται σαφώς χαμηλότερα από την πραγματική εξέλιξη του ίδιου δείκτη.
Παρεμπιπτόντως το ίδιο συμβαίνει και για τις χώρες που εντάχθηκαν μετά το 2004 (Τσεχία, Εσθονία, Λετονία, Ουγγαρία, Σλοβενία, Λιθουανία). Η μοναδική εξαίρεση είναι η Ελλάδα!!! Αυτό φαίνεται καθαρά από την αναφερομένη γραφική παράσταση.
Η διερεύνηση γιατί συμβαίνει αυτό (με την προϋπόθεση των επιφυλάξεων που απορρέουν από ότι πρόκειται για απλή οικονομετρική μελέτη) παρουσιάζει τεράστιες δυσκολίες αν κανείς δεν θέλει να οδηγηθεί σε απλοϊκές όσο και πληκτικές ιδεολογικές ερμηνείες.
Να αναφέρω ένα παράδειγμα: Είναι ευθύνη της Ε.Ε. η διαμορφωθείσα κατάσταση ή είναι ευθύνη όσων κυβέρνησαν ή υπάρχει επιμερισμός ευθυνών;
Και αν ναι, σε τι ποσοστό;
Πάντως έχει σημασία η αναφορά στη συγκεκριμένη μελέτη ως σημείο αναστοχασμού της πορείας της ελληνική οικονομίας εν όψει των επερχόμενων ευρωεκλογών...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.