Ανάκαμψη θα φέρει η ανακάλυψη του... αυτονόητου

Προϋπόθεση ευημερίας οι θεσμοί, γράφει ο Παντελής Λάμπρου. Οι «εύκολες» επιτυχίες και τα πραγματικά προβλήματα. Τι κρύβουν οι αριθμοί και πώς μπορεί να σπάσει ο φαύλος κύκλος. Πώς η αγορά μπορεί να δώσει λύσεις και ευκαιρίες.

  • του Παντελή Λάμπρου*
Ανάκαμψη θα φέρει η ανακάλυψη του... αυτονόητου

Παρά τις αντεγκλήσεις και τις διαφορές στις εκτιμήσεις ότι υπάρχει βελτίωση στα οικονομικά και μακροοικονομικά αποτελέσματα της Ελλάδας, όλοι συμφωνούν ότι η «ανακάλυψη του αυτονόητου», η εφαρμογή δηλαδή της κοινής λογικής και του ορθολογισμού, είναι απαραίτητη.

Οι βελτιώσεις αυτές, καίτοι αποτελούν προϋποθέσεις οικονομικής ανάπτυξης, δεν αρκούν. Γι' αυτό και έχουμε μια επίμονη και βαθιά ύφεση.

Ταυτόχρονα παρατηρείται μείωση των διαθέσιμων αναπτυξιακών πόρων. Κεφάλαια που δεν προσελκύονται, δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση, μειώσεις μισθών με παράλληλη αύξηση φόρων, πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό που μεταναστεύει.

Οι επενδύσεις και η ανάπτυξη γενικότερα δεν είναι παρούσες. Δεν υπάρχει παραγωγή οικονομικού αποτελέσματος και ως συνέπεια αυτού δεν υπάρχει διαθέσιμος πλούτος για διάχυση στην κοινωνία. Το καθιερωμένο μοντέλο του παρελθόντος, αυτό της διανομής του «πλούτου» (τα δανεικά δηλαδή) της παγκόσμιας ρευστότητας, είναι σαφές ότι δεν είναι εφικτό πλέον να εφαρμοστεί.

Μια διεθνής παρατήρηση...

Η οικονομική αποτελεσματικότητα επηρεάζεται τόσο από μακροοικονομικούς παράγοντες όσο και από διάφορες πολιτικές και κατ΄επέκταση θεσμικές μεταβλητές, δεδομένου ότι το θεσμικό πλαίσιο ασκεί σημαντικές επιπτώσεις στο κόστος των συναλλαγών και στο κόστος παραγωγής.

Το κόστος των συναλλαγών είναι πολύ υψηλότερο όταν για παράδειγμα τα δικαιώματα ιδιοκτησίας δεν είναι σαφώς προσδιορισμένα ή δεν επικρατεί ο κανόνας του δικαίου, οπότε οι οικονομικές μονάδες έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες στροφής στην παραοικονομία.

Έχει παρατηρηθεί, διεθνώς και διαχρονικά, ότι η θεσμική ανάπτυξη (ποιότητα δημοκρατίας και διακυβέρνησης, ελευθερία, θεσμικό περιβάλλον, κράτος δικαίου, επίπεδο διαφθοράς κ.λπ.) αποτελεί προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία.

Οι εύκολες επιτυχίες

Μέχρι στιγμής το κέντρο βάρος της ακολουθούμενης πολιτικής αναφερόταν στη βελτίωση ποσοτικών οικονομικών μεγεθών. Λαμβάνονταν αποφάσεις από την πολιτική ηγεσία και εφαρμόζονταν μόνον αυτές που μπορούσαν να εφαρμοστούν, δηλαδή αυτές για τις οποίες δεν απαιτούνταν λειτουργική ικανότητα από την κεντρική διοίκηση. Κατά βάση τέτοιες αποφάσεις είναι οι τυφλές αποφάσεις αύξησης φορολογικών συντελεστών και μείωσης μισθών.

Οι εύκολες αυτές αποφάσεις ήταν αποσυνδεδεμένες, οι μεν από την αύξηση των εσόδων, οι δε από τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της οικονομίας.

Βέβαια αυτές οι «εύκολες επιτυχίες» στοιχίζουν «ακριβότερα». Η κοινωνία πληρώνει το τίμημα μέσω της ανεργίας, της ύφεσης και της υποανάπτυξης.

Τα δύσκολα ελλείμματα

Οι διαρθρωτικές αλλαγές, η απελευθέρωση των αγορών, η βελτίωση των δεικτών «θεσμικής ανάπτυξης» υπολείπονται. Είτε έχουν καθυστερήσει στη θέσπισή τους είτε δεν εφαρμόζονται στην πραγματική ζωή.

Ο διαγκωνισμός των επιμέρους ομάδων συμφερόντων (=συντεχνιών) για την εφαρμογή «προστατευτικών» διατάξεων μέσω νόμων εξακολουθεί να αποτελεί την κυρίαρχη πολιτική πρακτική. Το όφελος μιας συγκεκριμένης ομάδας προκαλεί ζημιά στο κοινωνικό σύνολο (win–lose situation). Δυστυχώς απέχουμε από την κυριαρχία πρακτικών για συνολικό θετικό αποτέλεσμα (win-win). Για δημιουργία πλούτου που θα διαχέεται στην κοινωνία με δίκαιο τρόπο (ανάλογα με την προσπάθεια, αλλά και με ευαισθησία όπου αυτό είναι αναγκαίο).

Η προσέγγιση της θεσμικής ανάπτυξης φαίνεται να είναι «φθηνότερη» αφού οι προϋποθέσεις της είναι άυλες (πολιτική αποφασιστικότητα, δίκαιη προσέγγιση και συναίνεση) και δημοσιονομικά ουδέτερες. Είναι όμως «δυσκολότερη» στην επίτευξή της αφού απαιτείται καλλιέργεια σε όλο το βάθος της κοινωνίας (οι αλλαγές πρέπει να ξεκινήσουν από τη βάση της και αναφέρονται σε αξίες, συμπεριφορές κ.ά.).

Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας

Για την ανάκαμψη και την ανάπτυξη στη συνέχεια της οικονομίας απαιτείται η διαμόρφωση ενός αναπτυξιακού πλαισίου που θα σπάσει τον φαύλο κύκλο της ύφεσης. Αυτή η ανάπτυξη θα απαιτήσει πρόσβαση σε χρηματοδότηση, αναπτυξιακά και επενδυτικά κεφάλαια με χαμηλό κόστος.

Τα κεφάλαια αυτά, που θα ενισχύσουν τους διαθέσιμους πόρους της οικονομίας, δεν μπορούν να προέλθουν από τις παραδοσιακές πηγές χρηματοδότησης. Μπορούν να προέλθουν κυρίως από το εξωτερικό.

Οι επενδυτικές όμως εναλλακτικές αξιολογούνται με βάση πληθώρα κριτηρίων ανάλογα με το επενδυτικό προφίλ του ενδιαφερόμενου. Όλοι όμως (σχεδόν) αποστρέφονται την αστάθεια και την απροσδιοριστία του περιβάλλοντος (πολιτική, φορολογική, θεσμική, λειτουργική). Δεν επιλέγουν επενδύσεις τις οποίες αδυνατούν να αξιολογήσουν ορθολογικά. Πώς να αξιολογηθεί ένα μη ασφαλές νομικό περιβάλλον επενδύσεων. Βέβαια στο οικοσύστημα υπάρχουν και κάποια «σπάνια είδη», που επιλέγουν να κινηθούν σε περιβάλλον με μικρή ορατότητα.

Για να αντισταθμιστεί όμως αυτό το υψηλό ρίσκο που αναλαμβάνουν «τιμολογούν» χαμηλά τις επιλογές τους, δηλαδή «πληρώνουν» λίγα έως πολύ λίγα.

Το αποτέλεσμα είναι ότι με την υφιστάμενη κατάσταση στο θεσμικό περιβάλλον είναι πολύ δύσκολο να γίνει προσέλκυση επενδύσεων και να υλοποιηθούν αποκρατικοποιήσεις που θα συνεισφέρουν ουσιωδώς στο οικονομικό αποτέλεσμα και θα δώσουν πολλαπλασιαστική δυναμική στην οικονομία. Και αυτό έχει πλέον αποδειχθεί.

Και μια τίμια παράκαμψη...

Η αγορά κεφαλαίου στην Ελλάδα είναι θεσμικά πλήρως ενταγμένη στο ευρωπαϊκό περιβάλλον. Οι κανονιστικές ρυθμίσεις της ελληνικής αγοράς κεφαλαίου είναι πλήρως ευθυγραμμισμένες με τις ευρωπαϊκές, διαμορφώνοντας έτσι ένα αναγνωρίσιμο και ασφαλές περιβάλλον για τους συμμετέχοντες.

Στην παρούσα συγκυρία, σημαντικού μεγέθους έμμεσες επενδύσεις μέσω του χρηματιστηρίου φαίνεται ότι θα μπορούσαν να προηγηθούν των άμεσων επενδύσεων.

Η αρνητική διαφήμιση των τελευταίων χρόνων για την Ελλάδα και την οικονομία της αλλά και ενέργειες ενάντια σε ξένες επενδύσεις έχουν συμβάλει στην υποχώρηση της αντίληψης των ξένων επενδυτών για το επίπεδο θεσμικής ανάπτυξης και εφαρμογής του κράτους δικαίου στη χώρα.

Οι επενδύσεις από το εξωτερικό προέρχονται κυρίως από οργανωμένες επενδυτικές εταιρίες στις οποίες απαιτείται επαρκής εσωτερική τεκμηρίωση για τις αποφάσεις τους. Στην περίπτωση όπου οι επενδύσεις είναι ενταγμένες σε ένα χρηματιστηριακό περιβάλλον, διευκολύνονται οι αποφάσεις και η εσωτερική τεκμηρίωση που απαιτείται στους επενδυτικούς οίκους.

Επιπλέον, μετά τη σημαντική συμπίεση του ΑΕΠ, αλλά και της αγοράς, τα τελευταία χρόνια, τόσο η πραγματική οικονομία όσο και η προεξόφλησή της (που γίνεται μέσω της αγοράς) μπορεί να δώσουν σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης και απόδοσης αντίστοιχα.

Άρα οι επενδύσεις στην ελληνική οικονομία μέσω αγοράς (έμμεσες επενδύσεις) εμπεριέχουν σημαντικές προοπτικές (upside potential) και είναι εύκολες, και ασφαλείς, και απροβλημάτιστες (ευρωπαϊκό θεσμικό περιβάλλον).

* Ο κ. Παντελής Λάμπρου είναι Μηχανικός Η/Υ, INSEAD IEP και δραστηριοποιείται ως διευθυντικό στέλεχος στον χρηματοοικονομικό τομέα.

 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v