Η άλυτη εξίσωση και οι φιλόδοξοι στόχοι εξαγωγών

Γιατί ο στόχος αύξησης των εξαγωγών κατά 38% μέχρι το 2016 φαντάζει υπεραισιόδοξος. Ποια είναι η αχίλλειος πτέρνα στο νέο «αναπτυξιακό μοντέλο». Ο κίνδυνος των εισαγωγών και οι αλήθειες των αριθμών. Γράφει ο Κ. Μελάς.

  • του Κώστα Μελά
Η άλυτη εξίσωση και οι φιλόδοξοι στόχοι εξαγωγών
Υπάρχει διάχυτη η εντύπωση, η οποία και υπερπροβάλλεται, ότι ο εξαγωγικός τομέας της ελληνικής οικονομίας θα πρέπει να αποτελέσει όχι μόνο την αιχμή του δόρατος της ανάκαμψής της αλλά και τον βασικό πυλώνα του «νέου» αναπτυξιακού υποδείγματος χάριν του οποίου λειτουργεί το μνημόνιο σε όλες του τις εκφάνσεις.

Η στόχευση να ανέλθουν οι εισπράξεις της ελληνικής οικονομίας από εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών στο 35% του ΑΕΠ το 2016, αν λάβουμε υπόψη μας απολύτως τις τελευταίες προβλέψεις του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία, μεταφράζεται στο ότι θα πρέπει να προσεγγίσουν το ύψος των 67,8 δισ. ευρώ (35% του ΑΕΠ, το οποίο το 2016 υπολογίζεται σε 193,8 δισ. ευρώ) από 49,1 δισ. ευρώ (με καύσιμα) ή 41,7 δισ. ευρώ (χωρίς καύσιμα) το 2012. Στόχος εξόχως δύσκολο να επιτευχθεί δεδομένου ότι μιλάμε για αύξηση 38%.

Ο πρώτος βασικός περιορισμός συνίσταται στο ότι θα πρέπει να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος κατά τη διάρκεια αυξητικής τάσης του ΑΕΠ και παράλληλα θα πρέπει να εξασφαλιστεί η επιτευχθείσα προσαρμογή του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (πλησίον της ισορροπίας).

Δηλαδή ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών να μην υπολείπεται του αντίστοιχου ρυθμού αύξησης των εισαγωγών. Ο περιορισμός αυτός φαντάζει τρομακτικά δύσκολο να γίνει σεβαστός σε μια οικονομία η οποία λειτουργεί σε καθεστώς ελεύθερου εμπορίου, είναι μέλος οικονομικής και νομισματικής ένωσης, έχει υποστεί τρομακτικές απώλειες στο ΑΕΠ λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής και επομένως η έξοδος από τα δεσμά «του μνημονίου» είναι βέβαιον ότι θα απελευθερώσει καταπιεσμένες συμπεριφορές.

Όμως, υπάρχουν και άλλοι περιορισμοί οι οποίοι ενυπάρχουν στην παραγωγική δομή της ελληνικής οικονομίας.

Σύμφωνα με τις εξελίξεις των επιμέρους μεγεθών, οι εξαγωγές αγαθών, ως ποσοστό του ΑΕΠ, την περίοδο 2000-2012, κατά μ.ο. κυμάνθηκαν στο 36,24%. Επομένως οι εισπράξεις από τις υπηρεσίες την ίδια περίοδο κυμάνθηκαν κατά μ.ο. στο 63,76%.

Από πού αναμένεται να προέλθει η επιδιωκόμενη αύξηση; Οι εξαγωγές των παραγόμενων λοιπών αγαθών (εκτός καυσίμων και πλοίων) αποτελούν ποσοστό αρκετά μικρότερο, κατά μέσο όρο, των συνολικών εισπράξεων από εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών (περίπου το 27% την περίοδο 2000-2012), και προέρχονται κατά 75% (κατά μέσο όρο 12,8 δισ. ευρώ την περίοδο 2008-2012) από τον μεταποιητικό τομέα, ο οποίος όμως φθίνει συνεχώς ως ποσοστό στη συμμετοχή προσδιορισμού του ΑΕΠ.

Επίσης, είναι γνωστό ότι παράγει προϊόντα χαμηλής προστιθέμενης αξίας, η οποία δεν ξεπερνά το 25%-30%. Αυτό σημαίνει ότι μεγάλο τμήμα της εγχώριας παραγωγής είναι εισαγόμενη και επομένως οποιαδήποτε αύξηση της παραγωγής συνεπάγεται, έστω και μικρότερη, αύξηση των εισαγωγών, κάτι που δυσκολεύει πολύ την εξαγωγική προσπάθεια.

Όμως η ελληνική οικονομία, και αυτό κατά την άποψή μας αποτελεί μια δομικά βασική αδυναμία της, παράγει παράλληλα μικρό αριθμό τελικών εξαγώγιμων προϊόντων. Δεν χρειάζεται μόνον η ποσοτική αύξηση της ήδη υφιστάμενης παραγωγής, αλλά πρωτίστως η παραγωγή νέων προϊόντων που θα διευρύνουν την γκάμα των προσφερόμενων για εξαγωγή προϊόντων. Ωραίο ακούγεται, αλλά δύσκολα πραγματοποιείται.

Οι επιχειρηματικές αποφάσεις δεν στηρίζονται σε μια απλή διαπίστωση. Εκτός του ότι απαιτείται χρόνος για τη λήψη μιας απόφασης, απαιτείται περισσότερος χρόνος για την υλοποίηση και την απόδοσή της.

Συνεπώς ο συγκεκριμένος τομέας είναι δύσκολο να «αναζωογονηθεί» σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα για να καλύψει το μερίδιο που του αναλογεί στη συνολικά επιδιωκόμενη - απαιτούμενη αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, ακόμη και αν υπάρξουν όλες οι απαιτούμενες προϋποθέσεις και δυνατότητες. Δεν θέλω να αναφερθώ σε πλήθος άλλων δυσμενών δεδομένων τα οποία ενυπάρχουν στο υπάρχον και εν λειτουργία οικονομικό υπόδειγμα, τα οποία είναι πολύ δύσκολο να εξαλειφθούν σε μεσοχρόνιο διάστημα.

Οι εισπράξεις από υπηρεσίες, οι οποίες την περίοδο 2000-2012 ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 63,76% των συνολικών εισπράξεων αγαθών και υπηρεσιών, αποτελούν τον σημαντικότερο τομέα των εισπράξεων της ελληνικής οικονομίας από το εξωτερικό. Σχεδόν διπλάσιο ποσοστό των εισπράξεων από τις εξαγωγές αγαθών.

Όμως, σύμφωνα με τα στοιχεία, οι εισπράξεις από τις υπηρεσίες βαίνουν μειούμενες την τελευταία πενταετία (2008-2012) και από 34,1 δισ. ευρώ το 2008 έφθασαν στα 27,1 δισ. ευρώ το 2012. Επίσης οι συγκεκριμένες εισπράξεις εξαρτώνται κυρίως από την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία βρίσκεται την περίοδο αυτή σε επίπεδο χαμηλής μεγέθυνσης και το ευρωπαϊκό της τμήμα σε ύφεση. Δύσκολο επομένως διαγράφεται το μέλλον των εισπράξεων από υπηρεσίες τουλάχιστον για την επόμενη τριετία.

 

* Ο κ. Κώστας Μελάς είναι Δρ Οικονομίας, Όμιλος Κοινωνικού - Οικονομικού Προβληματισμού και Πολιτικής Δράσης.

**Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με τον αρθρογράφο;

Τι γνώμη έχετε;To Εuro2day.gr ενθαρρύνει τον διάλογο και την έκφραση απόψεων από τους αναγνώστες. Σχολιάστε το άρθρο και πείτε την άποψή σας δημόσια για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν όλους. Αν θεωρείτε το άρθρο σημαντικό, διαδώστε το με τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v