«Κόκκινα δάνεια» και διδάγματα από το παρελθόν

Ζημίες έως και 33,5 δισ. ευρώ είναι πιθανόν να κληθούν να καλύψουν οι τράπεζες από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Πόσα από αυτά καταλήγουν ανεπίδεκτα είσπραξης, πόσα κεφάλαια "εξαφανίζουν". Τι δείχνουν οι μελέτες. Γράφει ο Κ. Μελάς.

  • του Κώστα Μελά*
«Κόκκινα δάνεια» και διδάγματα από το παρελθόν
Η συμφωνία Basel III επιβάλλει στις τράπεζες ο λόγος ιδίων κεφαλαίων/σταθμισμένα με τον φέροντα κίνδυνο των στοιχείων του ενεργητικού να κυμαίνεται μεταξύ 8% και 12%. Το 4,5% αναλογεί στα βασικά κεφάλαια, το 2,5% αποτελεί το «μαξιλάρι» συντήρησης, το υπόλοιπο 2,5% το μαξιλάρι που χρησιμεύει σε περίπτωση ύπαρξης αντικυκλικών αναγκών (στο ανώτερο σημείο του κύκλου) και το επιπλέον 2,5% επιβάλλεται στις συστημικές τράπεζες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που αφορούν την κατανομή των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις χώρες του ΟΟΣΑ, στα περισσότερα ιστορικά συμβάντα το ποσοστό είναι χαμηλό. Η διάμεσος αντιστοιχεί περίπου στο 6%, είναι σχετικά χαμηλή.

Όμως, αν συμπεριληφθούν τα κατά περιόδους ακραία συμβάντα, τότε το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων ξεπερνά το 19%. Μέχρι τη σημερινή κρίση, τα υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων εμφανίζονταν με τη μορφή διπλών κρίσεων (συναλλαγματική - τραπεζική) όπως στη Νότια Κορέα (1997), στην Τουρκία (1999 - 2000) και στην Ισλανδία (2008).

Στις ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης δεν είχαν παρουσιαστεί ανάλογα φαινόμενα. Το ποσοστό 19% θα μπορούσε να ληφθεί ως το ανώτερο πλαφόν για τις ανεπτυγμένες οικονομίες. Βεβαίως, αν θεωρήσουμε ότι η Ελλάδα ανήκει σε αυτές, τότε το ποσοστό 29% των μη εξυπηρετούμενων δανείων βρίσκεται εκτός του παραπάνω πλαισίου.

Υπάρχει, όπως είναι γνωστό, μια σχέση που διέπει το ύψος των επισφαλών δανείων με τις καταγραφόμενες τελικές απώλειες από τα ανεπίδεκτα είσπραξης δάνεια. Οι εμπειρικές μελέτες συσχέτισης των δύο μεγεθών δείχνουν ότι περίπου το 50% των επισφαλών δανείων (των μη εξυπηρετούμενων) καταλήγει τελικά στην κατηγορία των ανεπίδεκτων είσπραξης, δημιουργώντας τις αντίστοιχες ζημίες. Επίσης, σύμφωνα με την υπάρχουσα εμπειρία, περίπου το 1% από τις παραγόμενες ζημίες καλύπτεται από τις υπάρχουσες προβλέψεις στον λογαριασμό αποτελεσμάτων.

Με βάση τις παρατηρήσεις των τραπεζικών κρίσεων των χωρών του OECD, τα τελευταία 50 χρόνια, εξάγεται το συμπέρασμα ότι αν τα ίδια κεφάλαια αποτελούν το 9% του συνολικού ενεργητικού τότε ο λόγος ιδίων κεφαλαίων/σταθμισμένα με τον φέροντα κίνδυνο των στοιχείων του ενεργητικού στο ύψος του 18% θεωρείται ικανός να απορροφήσει τους πρώτους κραδασμούς των στοιχείων του ενεργητικού στις παραπάνω περιπτώσεις.

Βεβαίως, θα πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι η στατιστική διερεύνηση δεν αποτελεί παρά σχετικό γνώμονα για μελλοντική δράση των τραπεζών ως προς το ύψος του απαιτούμενου κεφαλαίου σε περίπτωση νέων κρίσεων.

Επίσης, θα πρέπει να υπογραμμισθεί το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουν ληφθεί υπόψη μόνο οι απαιτήσεις των δανείων από το σύνολο του ενεργητικού των τραπεζών. Όπως είναι γνωστό, το υπόλοιπο 50% αποτελείται κατά 25% από το επενδυτικό χαρτοφυλάκιο, το οποίο σαφώς εμπεριέχει στοιχεία υψηλοτέρου κινδύνου, και κατά 25% από τις διατραπεζικές απαιτήσεις και ταμειακά διαθέσιμα. Ακόμη δεν λαμβάνονται υπόψη όλες εκείνες οι δραστηριότητες που καταγράφονται «εκτός ισολογισμού» (off balance sheet activities), οι οποίες επίσης υποκρύπτουν σοβαρό κίνδυνο.

Στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια το πρώτο τρίμηνο του 2013 συνέχισαν να αυξάνονται και έφθασαν το 29% έναντι 24,2% στο τέλος του 2012 . Πρόκειται για ποσοστό υπερβολικά υψηλό για ανεπτυγμένη δυτική χώρα του OECD, και ειδικότερα για χώρα της ζώνης του ευρώ. Μάλιστα, η τάση συνεχίζει να είναι ανοδική, γεγονός που θέτει συνεχώς νέα προβλήματα στη μέχρι τώρα ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών.

Αν ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα της προαναφερόμενης μελέτης, με βάση τα στοιχεία των χωρών του OECD, τότε οι ζημίες στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα κυμανθούν περίπου στο 50%, δηλαδή σχεδόν σε 33,5 δισ. ευρώ.

Οι προβλέψεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών (ισολογισμοί του έτους 2012) ανέρχονται συνολικά σε 7,9 δισ. ευρώ ή περίπου στο 9% του συνόλου των μέχρι τώρα μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το ύψος των προβλέψεων είναι πολλαπλάσιο από αυτό που υπολογίζεται από τα ιστορικά στοιχεία των χωρών του OECD και δικαιολογείται από το ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ακραία κατάσταση σε σχέση με τον μέσο όρο των ιστορικών περιπτώσεων που λαμβάνονται υπόψη στη μελέτη.

Η ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, όπως έχει πραγματοποιηθεί, αυτήν τη στιγμή, φαίνεται να ανταποκρίνεται στα απαιτούμενα από τη Βασιλεία ΙΙΙ. Όμως η δυναμική της οικονομίας δεν είναι ευνοϊκή για το τραπεζικό σύστημα, το οποίο σε σύντομο χρονικό διάστημα θα κληθεί να ξαναπεράσει τους ελέγχους ακραίων συνθηκών, τα αποτελέσματα των οποίων όλοι αναμένουμε με ενδιαφέρον.

* Ο κ. Κώστας Μελάς είναι Δρ Οικονομίας, Όμιλος Κοινωνικού - Οικονομικού Προβληματισμού και Πολιτικής Δράσης.

**Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με τον αρθρογράφο;

Τι γνώμη έχετε;To Εuro2day.gr ενθαρρύνει τον διάλογο και την έκφραση απόψεων από τους αναγνώστες. Σχολιάστε το άρθρο και πείτε την άποψή σας δημόσια για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν όλους. Αν θεωρείτε το άρθρο σημαντικό, διαδώστε το με τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v