Τα τελευταία χρόνια τίθεται όλο και περισσότερο το θέμα στο τι χρησιμεύει μια επιχείρηση. Να απαντάει στις ανάγκες των καταναλωτών; Να δημιουργεί κέρδη; Στους προβληματισμούς της κοινωνίας;
Στο θέμα αυτό έχουμε αναπτύξει τα τελευταία τρία χρόνια αρκετή αρθρογραφία.
1. Κ. Ζοπουνίδης, 100 λέξεις για την επιχείρηση, Ναυτεμπορική, Δευτέρα 06 Μαίου 2019.
2. Κ. Ζοπουνίδης, η ενηλικίωση της επιχείρησης, Ναυτεμπορική, Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020.
3. Κ. Ζοπουνίδης, επιχείρηση και μάνατζμεντ, Εκδόσεις Κλειδάριθμος 2020.
4. Κ. Ζοπουνίδης, ηθική στις επιχειρήσεις, Ναυτεμπορική, Δευτέρα 06 Σεπτεμβρίου 2021.
Οι εκδόσεις Croquant μόλις δημοσίευσαν ένα βιβλίο σε επιμέλεια των Daniel Bachet και Benoit Borrits, το οποίο αναφέρεται στις εργασίες ενός σεμιναρίου με θέμα την υπέρβαση του κλασικού στόχου μιας επιχείρησης που είναι το κέρδος (καπιταλιστική επιχείρηση). Αναπτύχθηκαν θέματα όπως το νομικό καθεστώς της επιχείρησης, η δύναμη των εργαζομένων μέσα στην επιχείρηση, η κοινωνικοποίηση της πίστωσης, η λογιστική (βλ. D. Bachet, B. Borrits, depasser l’entreprise capitaliste, Ed. Du Croquant, 16/09/2021, 217 σελίδες).
Το βιβλίο αυτό συγκεντρώνει τις συνεισφορές οικονομολόγων και κοινωνιολόγων συμπληρωμένες με ανταλλαγές απόψεων με τους συμμετέχοντες στο σεμινάριο.
Λογιστική προσέγγιση και κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα
Οι συγγραφείς αναφέρουν ότι η χρηματοοικονομική λογιστική αποτελεί σήμερα την καρδιά του κοινωνικοοικονομικού μας συστήματος. Έτσι, στη λογιστική αναδιπλώνονται οι θεμελιώδεις κοινωνικές σχέσεις του καπιταλισμού (μισθολογική σχέση, νομισματική σχέση, σχέσεις ιδιοκτησίας, κ.λπ).
Από τη δεκαετία του 1980, ένας επικίνδυνος νόμος έχει θεσπιστεί από τα κράτη σε ολόκληρο τον πλανήτη. Τα πρότυπα IFRS (International Financial Reporting Standard) έχουν γίνει το διεθνές σημείο αναφοράς για μεγάλες επιχειρήσεις στις οποίες επιβάλλουν ένα μοντέλο διοίκησης που ονομάζεται «εύλογη αξία». Αυτά τα πρότυπα οδηγούν τους CEO αυτών των επιχειρήσεων να ικανοποιούν κατά προτεραιότητα τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα των μετόχων. Μια εταιρεία λαμβάνεται ως περιουσιακό στοιχείο που αποτιμάται στην πιθανή αξία πώλησής του σε μια αγορά.
Τα κέρδη καθορίζονται με βάση ένα απαιτούμενο ποσοστό απόδοσης περίπου 10% έως 15%, μερικές φορές περισσότερο, γεγονός που συμβάλλει στο να τεθεί σε κίνδυνο η κοινή μας ζωή στον πλανήτη εν όψει του πεπερασμένου της. Με άλλα λόγια, τα κράτη θεσπίζουν σκόπιμα και ανεύθυνα μια πραγματική παγκόσμια οικονομική συγκρότηση που βασίζεται σε αυτά τα λογιστικά πρότυπα, τα οποία δεν έχουν τίποτα φυσικό.
Στο εγχειρίδιο αυτό προτείνονται οι λογαριασμοί της προστιθέμενης αξίας και της άμεσης προστιθέμενης αξίας καθώς και η προσέγγιση CARE (Comprehensive Accounting in Respect of Ecology), λογιστική προσαρμοσμένη στην ανανέωση του περιβάλλοντος. Αυτά είναι τα καταλληλότερα εργαλεία διαχείρισης για να υπάρξει η επιχείρηση ως παραγωγική δομή, σκοπός της οποίας είναι πρώτα από όλα η παραγωγή και η πώληση αγαθών ή/και υπηρεσιών.
Η αποστολή τους είναι επίσης να αποτρέψουν τη ζημιά στις περιβαλλοντικές λειτουργίες που είναι απαραίτητες για την επιβίωση της βιόσφαιρας και να αποτρέψουν τις παράπλευρες ζημιές της οικονομικής ανάπτυξης στους ανθρώπους: κοινωνικό-ψυχολογικοί κίνδυνοι, ατυχήματα, κόστος περιβαλλοντικής ανασφάλειας, κ.λπ. (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Μ. Εσκαντάρ, Αιμ. Γαλαριώτης, πράσινη λογιστική και κλιματική πρόκληση, Πολυτεχνείο Κρήτης, 21/11/2021). Σε αυτή τη νέα λογιστική, η εργασία γίνεται πηγή αξίας και ανάπτυξης και όχι κόστος ή βάρος που πρέπει να μειώνεται συνεχώς.
Το κοινωνικό συμφέρον είναι τότε αυτό όλων των συστατικών μερών της επιχείρησης, τα οποία είναι όλα εξίσου θεμιτά μεταξύ τους να ενεργούν και να συμμετέχουν στη δημιουργία και τη λήψη αποφάσεων. Αυτή η εκπροσώπηση του κοινωνικού συμφέροντος θέτει υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα που απορρέει από την ιδιοκτησία, η οποία συνήθως δίνει όλες τις εξουσίες στους μοναδικούς κατόχους κεφαλαίου και στους αντιπροσώπους τους, τους μάνατζερ των επιχειρήσεων (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, από τον καπιταλισμό των μετόχων στον αυταρχικό καπιταλισμό, Ναυτεμπορική, Κυριακή 27 Ιουνίου 2021).
Τα λογιστικά εργαλεία που προσφέρονται είναι λειτουργικά σήμερα, αλλά πρέπει να γενικευθούν και να τοποθετηθούν σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Ιδιοκτησία – εξουσία
Μέσα στις κυρίαρχες νεοκλασικές θεωρίες – Agency theory, theory of financial markets – μόνο ο μέτοχος υποτίθεται ότι αναλαμβάνει κινδύνους. Αμείβεται με μερίσματα. Ονομάζεται υπολειπόμενος πιστωτής επειδή μπορεί να μην λάβει μερίσματα και όλοι οι άλλοι πιστωτές μιας επιχείρησης πληρώνονται πριν από αυτόν σε περίπτωση δυσκολιών. Στο βαθμό που ο μέτοχος μπορεί να θεωρηθεί ως ιδιοκτήτης μιας επιχείρησης, το εταιρικό δίκαιο αναθέτει στις περισσότερες χώρες στο διοικητικό συμβούλιο το καθήκον να εποπτεύει τους μάνατζερ για την προστασία των συμφερόντων των μετόχων, στο πλαίσιο των διαδικασιών εσωτερικού ελέγχου.
Οι μέτοχοι και οι επενδυτές κατάφεραν να προσποιηθούν ότι είχαν το μονοπώλιο στον καθορισμό των συμφερόντων της επιχείρησης. Δηλαδή, οι μέτοχοι συμπεριφέρονται σαν να είχαν όλες τις εξουσίες στην επιχείρηση και πάνω σε αυτήν. Το μόνο όριο σε αυτές τις εξουσίες είναι τα κοινωνικά δικαιώματα που παρέχονται στους εργαζόμενους. Ωστόσο, όπως όλοι γνωρίζουν, πρόκειται για πολύ αδύναμους ελέγχους και ισορροπίες. Έτσι τα δικαιώματα των εργαζομένων, όταν βρίσκονται σε άμεση αντιπαράθεση με τα δικαιώματα των ιδιοκτητών σε μια δομή όπως μια κεφαλαιουχική εταιρεία, έρχονται τελευταία όσον αφορά τον καθορισμό των κανόνων του παιχνιδιού και ειδικότερα των μισθών.
Οι ιδιοκτήτες είναι οι κυρίαρχοι παράγοντες που καταλαμβάνουν εντός του νομικού προσώπου που είναι η εταιρεία με θέση τέτοια ώστε η οντότητα αυτή να ενεργεί συστηματικά υπέρ τους. Μη έχοντας την ιδιότητα του συνεργάτη, δηλαδή του ιδιοκτήτη ή των μετόχων, οι εργαζόμενοι δεν είναι μέλη της επιχείρησης ενώ αποτελούν μέρος αυτής ως συλλογικό έργο.
Οι συγγραφείς προτείνουν ότι για να βγούμε από τη λογική κυριαρχίας που επιβάλλεται στην εργασία από το κεφάλαιο, δεν πρέπει πλέον να σκεφτόμαστε με όρους ιδιοκτησίας αλλά εξουσίας. Η εταιρεία είναι μέρος της σχέσης κεφαλαίου / εργασίας χωρίς ωστόσο να συγχέεται ούτε με το κεφάλαιο ούτε με την εργασία. Είναι μια θεσμική μονάδα που έχει σχετική αυτονομία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η επιχείρηση είναι μια βαθιά πολιτική οντότητα που μεταμορφώνει τον κοινωνικό κόσμο.
Συμπερασματικά: Το γεγονός να αποδοθεί στην επιχείρηση ένας άλλος στόχος εκτός από το μοναδικό κέρδος, καθιστά δυνατή την αμφισβήτηση της, νομικά αβάσιμης, έννοιας της ιδιοκτησίας της και τη διασφάλιση ότι η εξουσία ανάληψης υποχρέωσης δεν είναι πλέον αποκλειστική ιδιοκτησία του κεφαλαίου.
Στην πραγματικότητα, η επιχείρηση είναι ένα σύνολο που αποτελείται από ένα νομικό πρόσωπο και την παραγωγική δομή. Η ύπαρξη της δομής διασφαλίζεται από την επιχείρηση που από μόνη της έχει νομική προσωπικότητα. Ο σκοπός της κοινωνίας είναι να κάνει την επιχείρηση να υπάρχει ως παραγωγική δομή – παραγωγή και πώληση αγαθών ή/και υπηρεσιών.
Το προκύπτον εισόδημα, η προστιθέμενη αξία, είναι το οικονομικό αντίστοιχο της παραγωγής και πώλησης αγαθών και υπηρεσιών. Αντιπροσωπεύει το κοινό εισόδημα των συστατικών μερών της επιχείρησης και ως εκ τούτου πρέπει να μοιράζεται δίκαια. Η προστιθέμενη αξία είναι το πραγματικό εισόδημα της επιχείρησης όσο και η πηγή εσόδων των δικαιούχων μεταξύ των οποίων διανέμεται αυτή (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, βασικές αρχές χρηματοοικονομικού μάνατζμεντ, εκδόσεις Κλειδάριθμος, 2013).
* O Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης είναι καθηγητής-ακαδημαϊκός: Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ, Πολυτεχνείο Κρήτης και Audencia Business School, France