«Η πώληση των δανείων από τις τράπεζες στα funds πρέπει να είναι εξαίρεση και όχι ο κανόνας», τονίζει ο Δημήτρης Σπυράκος, Διδάκτωρ Νομικής, πρώην Γενικός Γραμματέας Καταναλωτή, Γραμματέας του Τομέα Ιδιωτικού Χρέους και Προστασίας των Δανειοληπτών του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής.
Και εξηγεί τι πρέπει να γίνει για να αντιμετωπισθεί η εκτίναξη του ιδιωτικού χρέους, των κόκκινων δανείων και των πλειστηριασμών.
Το ιδιωτικό χρέος έχει εκτιναχθεί. Γιατί συμβαίνει αυτό και πώς είναι δυνατή σήμερα η αντιμετώπισή του;
Πράγματι το ιδιωτικό χρέος έχει προσλάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Οι οφειλές με καθυστερήσεις από δάνεια και προς τους δημόσιους φορείς αγγίζουν πλέον τα 260 δισ. Ασφαλώς, οι ρίζες του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους βρίσκονται στις οικονομικές κρίσεις που, για διαφορετικές αιτίες, έπληξαν τη χώρα μας τα τελευταία 15 χρόνια. Ωστόσο, η βασική αιτία της κορύφωσης και εκρηκτικής του διάστασης είναι η απουσία ουσιαστικών πολιτικών για την αντιμετώπισή του. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αντιμετώπισε το πρόβλημα των κόκκινων δανείων ως πρόβλημα μόνο των τραπεζών. Εκείνο που προέταξε, ήταν να απομακρύνει τα δάνεια από τους ισολογισμούς των τραπεζών, αδιαφορώντας για το τι θα γίνει με τους δανειολήπτες που αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους. Οι δε προσφερόμενες ρυθμίσεις για τους οφειλέτες του δημοσίου ήταν τέτοιες που δεν παρείχαν, σε επιδεινούμενες οικονομικά συνθήκες, κίνητρα και προοπτική βιώσιμης αποπληρωμής των παλιών οφειλών.
Ο εξωδικαστικός μηχανισμός, όπως τον καθιέρωσε και τον διόρθωσε η κυβέρνηση της ΝΔ, δεν συνεισφέρει στην αντιμετώπιση του προβλήματος;
Κατ’ αρχάς, σε μία εποχή που οι πλειστηριασμοί έχουν μορφή χιονοστιβάδας, είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία δεν αφιερώνει ούτε μία λέξη στο πρόγραμμά της για την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, προκειμένου να διευκολύνει την πώληση των κόκκινων δανείων, κατάργησε κάθε πλαίσιο προστασίας των δανειοληπτών. Εισήγαγε μάλιστα ένα πτωχευτικό δίκαιο που μοναδική μέριμνα έχει τη διευκόλυνση της ταχείας ρευστοποίησης της ακίνητης περιουσίας των οφειλετών, συμπεριλαμβανομένης της κύριας κατοικίας. Ο εξωδικαστικός της μηχανισμός δεν μπορεί ούτε να υποκαταστήσει την προστασία που κατήργησε ούτε να κρύψει την απουσία της. Όχι μόνο γιατί πρόκειται για έναν μηχανισμό που τα funds ή οι τράπεζες αν θέλουν συμμετέχουν, δίχως μάλιστα και στην περίπτωση αυτή να δεσμεύονται από κανόνες ή κώδικες δεοντολογίας όσον αφορά τη ρύθμιση της οφειλής. Αλλά κυρίως, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματικός εξωδικαστικός μηχανισμός, αν προηγουμένως έχεις καταργήσει κάθε προστασία και διαπραγματευτική υπόσταση των δανειοληπτών.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής τι μέτρα προτείνει για την προστασία των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και επιχειρήσεων;
Αφετηρία μας είναι η αποκατάσταση της διαπραγματευτικής δύναμης των δανειοληπτών με τη διασφάλιση των όρων της αξιοπρεπούς διαβίωσης. Αυτό προϋποθέτει την επαναφορά, όσον αφορά τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, της προστασίας της κύριας κατοικίας αλλά και τη διαμόρφωση ενός πτωχευτικού δικαίου με κοινωνικό χαρακτήρα και έμφαση στη διάσωση των επιχειρήσεων. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η προστασία της αγροτικής περιουσίας. Αν δεν προστατευθεί η αναγκαία για την επιβίωσή του αγροτική περιουσία, μοιραία ο αγρότης οδηγείται στην περιθωριοποίηση αφού δεν θα είναι σε θέση να ασκήσει το μοναδικό επάγγελμα για το οποίο έχει εμπειρία και δεξιότητες. Επισημαίνω ότι στις ρυθμίσεις αυτές η προστασία της κύριας κατοικίας, όπως και της αγροτικής περιουσίας, δεν χαρίζεται. Οι δανειολήπτες υποχρεούνται να πληρώσουν την αξία τους, σε μία μακρόχρονη όμως ρύθμιση με το χαμηλό επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου.
Με βάση την πλούσια εμπειρία σας στο θέμα, ποιες πρέπει και μπορούν να είναι οι ασφαλιστικές δικλίδες ώστε να μην ωφεληθούν πάλι και οι στρατηγικοί κακοπληρωτές;
Προϋπόθεση για κάθε αίτηση είναι η άρση κάθε οικονομικού απορρήτου. Πλέον και με τις πλατφόρμες που έχουν δημιουργηθεί, είναι δεδομένη η άμεση πληροφόρηση των πιστωτών σχετικά με την οικονομική κατάσταση και το ιστορικό του οφειλέτη, ώστε να μπορούν αυτοί να αμυνθούν απέναντι σε κάθε καταχρηστική αίτηση. Αν αναφέρεστε, εξάλλου, στο νόμο Κατσέλη, η όποια κριτική δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να επεκταθεί πέρα από το διαδικαστικό στάδιο της προσωρινής προστασίας, ως αποτέλεσμα μεταγενέστερων ατυχών παρεμβάσεων, ή των καθυστερήσεων στην εκδίκαση των υποθέσεων, τα οποία ως τέτοια και αντιμετωπίζονται με τη νομοθετική μας πρόταση. Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά ότι υπήρξαν στρατηγικοί κακοπληρωτές που επωφελήθηκαν από δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν για υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Αντίθετα, αν διατυπώνεται ένα παράπονο, αυτό προέρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση. Πολλοί καταναλωτές δηλαδή αποκλείστηκαν ως δόλιοι εξαιτίας του γεγονότος ότι δανείστηκαν, στην εποχή των επιθετικών πρακτικών των τραπεζών, πάνω από τις δυνατότητές τους. Οι στρατηγικοί κακοπληρωτές ακολουθούν άλλες διαδρομές. Η Νέα Δημοκρατία τούς επικαλείται μόνο ως πρόσχημα, γιατί δεν έχει τη βούληση και το ενδιαφέρον να προσφέρει ουσιαστική ανακούφιση και αξιοπρεπή διέξοδο στη συντριπτική πλειοψηφία των υπερχρεωμένων νοικοκυριών που έχουν πραγματική ανάγκη προστασίας και διάσωσης της κατοικίας τους.
Σήμερα, όμως, είναι γεγονός ότι το συντριπτικό μέρος των κόκκινων δανείων έχει περάσει στα χέρια των funds. Είναι δυνατόν να υποχρεωθούν αυτά να ρυθμίσουν τα χρέη των δανειοληπτών και με ποιο τρόπο θα μπορούσε να γίνει αυτό;
Ο λόγος που τα κόκκινα δάνεια πουλήθηκαν στα funds -και αυτή είναι η μόνη συμβατή με το δημόσιο συμφέρον εξήγηση- είναι γιατί τα πιστωτικά μας ιδρύματα, εξαιτίας του μεγάλου όγκου κόκκινων δανείων, δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αναδιάρθρωσης. Η μεταβίβασή τους στα funds πραγματοποιήθηκε έτσι σε τέτοιους ευνοϊκούς γι’ αυτά οικονομικούς όρους που επιτρέπουν τόσο στα funds όσο και στις εταιρείες διαχείρισης να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους για ρεαλιστική ρύθμιση και αναδιάρθρωση των οφειλών, δίχως να διακινδυνεύεται η εύλογη κερδοφορία τους. Ο τραπεζικός δανεισμός υπηρετεί και συμμετέχει στην οικονομική ανάπτυξη και ως τέτοιος δεν μπορεί να γίνει για κανέναν παράγοντα πεδίο αχαλίνωτης κερδοσκοπίας. Θα πρέπει, λοιπόν, να γίνει σαφές ότι στα funds δεν μεταφέρθηκαν απαιτήσεις κατά των δανειοληπτών αλλά σχέσεις συνεργασίας δανειοληπτών με τράπεζες. Σχέσεις που δεν ανατρέπονται από το «κοκκίνισμα» του δανείου. Γι’ αυτό και βασικό μας κατ’ αρχήν μέλημα είναι η θέσπιση κανόνων που θα ρυθμίζουν τη λειτουργία των εταιρειών διαχείρισης κατά τρόπο που να διασφαλίζουν τα δικαιώματα των δανειοληπτών και μία ανάλογη με αυτήν τράπεζας εξυπηρέτηση.
Όσο δε αφορά τη ρύθμιση των δανείων, το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής έχει εισηγηθεί νομοθετικές προτάσεις για την εισαγωγή δεσμευτικών κανόνων για ρεαλιστική και βιώσιμη ρύθμιση στη βάση συγκεκριμένων αρχών και κριτηρίων. Στο πλαίσιο αυτό, τα funds θα υποχρεούνται να αιτιολογούν τις προτάσεις ρύθμισης, ενώ οι δανειολήπτες θα έχουν δυνατότητες προσφυγής σε ανεξάρτητα όργανα και θα μπορούν να αμυνθούν και δικαστικά απέναντι σε κάθε καταχρηστική συμπεριφορά.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής εισηγείται τη δυνατότητα των δανειοληπτών να αγοράζουν το δάνειό τους πριν αυτό πουληθεί στη δευτερογενή αγορά δανείων. Τι εννοείτε με «δυνατότητα»; Θα έχουν οι τράπεζες υποχρέωση να εξαντλήσουν μία τέτοια πιθανότητα πριν το δάνειο καταλήξει σε fund; Και με τι όρους, ώστε να είναι εφικτή;
Αποστολή της τράπεζας δεν είναι μόνο να χορηγεί δάνεια αλλά και να διαχειρίζεται τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι δανειολήπτες. Οι πωλήσεις των δανείων έχουν έτσι έναν ηθικό κίνδυνο: εθίζουν τις τράπεζες σε μία πρακτική με την οποία απεμπολούν ένα σημαντικό μέρος της αποστολής τους, δηλαδή να διαχειρίζονται οι ίδιες κατά τρόπο υπεύθυνο τα δάνεια που χορηγούν και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι δανειολήπτες. Η πώληση των δανείων πρέπει, γι’ αυτό, να είναι εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Σε αυτή την κατεύθυνση έχουμε καταθέσει, ως αντικίνητρο, επίσης νομοθετικές προτάσεις που υποχρεώνουν τις τράπεζες, πριν προβούν στην πώληση του δανείου, να παράσχουν στον δανειολήπτη μία τελευταία πρόταση ρύθμισης αλλά και το δικαίωμα προαίρεσης στην αγορά του δανείου του. Η τιμή αγοράς του δανείου από τον δανειολήπτη κλιμακώνεται ώστε να διασφαλίζει μεγαλύτερα οφέλη για την τράπεζα σε σχέση με αυτά που θα είχε από την πώληση του δανείου σε fund αλλά και μεγάλη ανακούφιση και διαγραφή χρέους για τον δανειολήπτη που θα μπορέσει να αποπληρώσει ή να αναχρηματοδοτήσει το δάνειό του.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής έχει εισηγηθεί επίσης ρυθμίσεις για την προστασία των δανειοληπτών δανείων σε ελβετικό φράγκο. Σε ποια κατεύθυνση κινείται η πρότασή σας;
Η πρότασή μας, η οποία αποδίδεται και στη σχετική τροπολογία που κατατέθηκε, κινείται στην αντιμετώπιση μίας αδικίας. Οι τράπεζες διέθεσαν τα δάνεια αυτά, την περίοδο 2006-2007, εντάσσοντας αυτά στην πολιτική τους για επιθετική πιστωτική επέκταση, παρά την άνοδο των επιτοκίων σε ευρώ. Αυτό συνέβη δίχως να υπάρχει επαρκές προστατευτικό πλαίσιο για τους δανειολήπτες, όπως προκύπτει και από τις νομοθεσίες που ακολούθησαν για τα δάνεια σε συνάλλαγμα, και δίχως οι τράπεζες να παρέχουν δυνατότητες αντιστάθμισης του κινδύνου και κατάλληλη διαφώτιση στους καταναλωτές που δεν είχαν απολύτως καμία εμπειρία σε τέτοια δάνεια. Εστίαζαν, έτσι, εκ του ασφαλούς για τις ίδιες, στη σύγκριση του επιτοκίου των δανείων σε ελβετικό με εκείνο των δανείων σε ευρώ, αποσιωπώντας τον κίνδυνο από μία ανατροπή της συναλλαγματικής ισοτιμίας όπως αυτή που ακολούθησε. Το αποτέλεσμα είναι ότι παρά τη 15ετή εξυπηρέτηση των δανείων αυτών, συνήθως με ρυθμίσεις, η οφειλή των δανειοληπτών παραμένει ιδιαίτερα υψηλή και σε αρκετές περιπτώσεις υψηλότερη του κεφαλαίου που είχαν λάβει και χρησιμοποίησαν για την αγορά της κατοικίας τους.
Άλλες ευρωπαϊκές χώρες με αντίστοιχο πρόβλημα ανέλαβαν πρωτοβουλίες για την ανακούφιση των δανειοληπτών. Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής έχει δεσμευτεί, λαμβάνοντας υπόψη τον στεγαστικό χαρακτήρα των δανείων αυτών και τις συνθήκες χορήγησής τους, για μία δίκαιη κατανομή του συναλλαγματικού κινδύνου, σύμφωνα με την οποία η τράπεζα φέρει τα δύο τρίτα του συναλλαγματικού κινδύνου και ο δανειολήπτης το ένα τρίτο.
H αύξηση των επιτοκίων στις συμβάσεις με κυμαινόμενα επιτόκια δημιουργούν κίνδυνο μίας νέας γενιάς κόκκινων δανείων; Θεωρείτε επαρκή τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας;
Αν τα δάνεια κοκκινίζουν δεν είναι μόνο ευθύνη των δανειοληπτών αλλά και ευθύνη των ίδιων των τραπεζών. Το τελευταίο ισχύει ιδίως όταν οι συνθήκες αποπληρωμής επιδεινώνονται και οι τράπεζες συμπεριφέρονται κατά τρόπο που το αγνοούν. Αυτό δυστυχώς συμβαίνει τον τελευταίο χρόνο. Οι τράπεζες εκμεταλλεύονται την επώδυνη για τους δανειολήπτες οικονομική συγκυρία, όχι απλώς για να διατηρήσουν αλλά για να αυξήσουν στην πραγματικότητα τα κέρδη τους. Η χώρα μας έχει τη μεγαλύτερη και συνεχώς αυξανόμενη διαφορά μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και επιτοκίων χορηγήσεων στην Ευρωζώνη, διπλάσια και από αυτή χωρών του Νότου.
H κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έμεινε όμως στην πραγματικότητα θεατής, δεν έλαβε μέτρα. Εμφάνισε ως επίτευγμα την απόδοση από τις τράπεζες ενός ασήμαντου μέρους από τα υπερκέρδη τους, ώστε οι αυξήσεις να είναι κατά το ήμισυ μικρότερες για περιορισμένους, όπως ήδη αποδείχθηκε, ευάλωτους δανειολήπτες ή ένα πάγωμα ορισμένων κυμαινόμενων επιτοκίων σε επίπεδα όμως που εδραιώνουν τα κέρδη της κρίσης. Η έκτακτη φορολόγηση των υπερκερδών, που εισηγείται το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, ως μέσο επηρεασμού της εμπορικής πολιτικής των τραπεζών και, διαφορετικά, ως μέσο άντλησης πόρων για τη στήριξη συνεπών και ευάλωτων νοικοκυριών δεν ήταν στα ενδιαφέροντά της.