Το νέο σύστημα τιμολόγησης που ισχύει στην αγορά προμήθειας ηλεκτρισμού από τον Αύγουστο φαίνεται να είναι προβληματικό. Για τους καταναλωτές, που πλήρωσαν ακριβότερα το ρεύμα, για τις εταιρείες προμήθειας, που αναγκάζονται να το εφαρμόζουν και βρίσκονται υπόλογες για υπερέσοδα και για την ίδια την αγορά, στην οποία ακυρώνεται επί της ουσίας ο ανταγωνισμός.
Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από όσα λέει ο πρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ) και γενικός διευθυντής της Φυσικό Αέριο Ελλάδος Γιάννης Μητρόπουλος, στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Euro2day.gr.
«Είναι αδύνατον», υπογραμμίζει, «σήμερα να προβλέψει μία εταιρεία το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τον επόμενο μήνα, εξαιτίας των διακυμάνσεων των τιμών του φυσικού αερίου». «Αυτό που ζήσαμε τους πρώτους τρεις μήνες εφαρμογής του νέου μηχανισμού ήταν καταστάσεις που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν με τίποτα». Όπως εξηγεί, «οι εταιρείες, προκειμένου να μη βρεθούν προ εκπλήξεων, στον τρόπο υπολογισμού του κόστους περιλαμβάνουν και ένα περιθώριο ρίσκου ή κινδύνου». Το αποτέλεσμα ήταν οι υψηλές τιμές προμήθειας που ανακοινώθηκαν και οι οποίες απείχαν από το κόστος των εταιρειών. «Θεωρώ ότι δεν υπήρχε πρόθεση από καμία εταιρεία. Έτυχε το κόστος να ήταν χαμηλότερο από ό,τι η εκτίμηση, άρα και τα έσοδα ήταν υψηλότερα από αυτά που είχαμε εκτιμήσει».
Για το θέμα της επικείμενης φορολόγησης των υπερεσόδων των προμηθευτών, που ανακοίνωσε το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο κ. Μητρόπουλος υποστηρίζει ότι «μία ρύθμιση που θα αποσκοπεί στην υπερφορολόγηση των εσόδων, εάν έχει ένα μεγάλο διάστημα εφαρμογής, θα βοηθήσει όλες τις εταιρείες ώστε να χρησιμοποιούν κάποια από αυτά τα έσοδα και να τα επιστρέφουν στην αγορά τους, στους καταναλωτές τους».
Από την άλλη πλευρά, με τις εταιρίες προμήθειας στο «κυνήγι» κάλυψης του κόστους τους, ουσιαστικά εγκατέλειψαν τις εμπορικές πολιτικές τους, με συνέπεια οι τιμές να μην έχουν διαφορά από πάροχο σε πάροχο. «Η διαφοροποίηση στα τιμολόγια δεν είναι τόσο σημαντικές τους τελευταίους τέσσερις μήνες με το νέο σύστημα», επισημαίνει ο κ. Μητρόπουλος. «Αν ληφθεί υπόψη και η επιδότηση, οι καταναλωτές δεν βλέπουν κάποιο σημαντικό κίνητρο για να αλλάξουν πάροχο». Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα πρόσφατα στοιχεία του ΔΕΔΔΗΕ για το τρίμηνο Ιούλιος-Αύγουστος-Σεπτέμβριος, στη διάρκεια του οποίου δεν καταγράφεται ιδιαίτερα αξιοσημείωτη μετακίνηση καταναλωτών, με τις εταιρείες να διατηρούν σε γενικές γραμμές τα μερίδιά τους, συμπεριλαμβανομένης της ΔEΗ.
Ωστόσο, τον τελευταίο ενάμιση χρόνο η αγορά προμήθειας αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα που συνδέεται άμεσα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές. Πρόκειται για τον λεγόμενο «ενεργειακό τουρισμό», ένα θέμα που παραμένει αρρύθμιστο, όπως τονίζει ο κ. Μητρόπουλος, όπως κι αυτό της Καθολικής Υπηρεσίας, επιβαρύνοντας όχι μόνον τις εταιρείες αλλά και τους καλοπληρωτές.
Στη συνέντευξη, ο κ. Μητρόπουλος υπεραμύνεται της χρήσης του φυσικού αερίου, ως καύσιμο για τον χειμώνα, διαβεβαιώνει ότι η Ελλάδα δεν θα κρυώσει τον χειμώνα σε αντίθεση με ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, αποκαλύπτει ότι η Φυσικό Αέριο δεν ενδιαφέρεται για εξαγορά πελατολογίου, αλλά για την εξασφάλιση τεχνογνωσίας, προκειμένου να προσφέρει υπηρεσίες με προστιθέμενη αξία, κάτι το οποίο θα επιδιώξει μέσω εξαγορών, και, τέλος, εκφράζει την άποψη ότι η ενεργειακή κρίση θα διαρκέσει για ένα χρόνο ακόμη.