Για τις χρόνιες παθογένειες που ταλανίζουν τον ελληνικό τουρισμό, όπως η οικονομία του διαμοιρασμού, καθώς και για τις προκλήσεις στις οποίες καλείται να αντεπεξέλθει την επόμενη ημέρα ο κλάδος μιλά σε συνέντευξή του στο Euro2day.gr ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) Αλέξανδρος Βασιλικός.
«Χρειαζόμαστε μια Εθνική Συμφωνία για την ποιοτική πορεία του τουρισμού από δω και πέρα, η οποία θα δεσμεύσει τους πάντες και δεν θα αλλάζει κατά το δοκούν, ανάλογα με τον υπουργό ή την κυβέρνηση. Για να απελευθερώσουμε το εν υπνώσει δυναμικό του ελληνικού τουρισμού, και η φιλοξενία να προσφέρει στην οικονομία και την κοινωνία πολλά περισσότερα απ’ όσα ήδη κάνει», επισημαίνει, μεταξύ άλλων.
Αναφερόμενος σε ένα από τα μείζονα προβλήματα του κλάδου, εκείνο της έλλειψης εργατικού δυναμικού και δη καταρτισμένου, ο πρόεδρος του ΞΕΕ επισημαίνει ότι πρέπει «να υπάρξει μια γέφυρα ανάμεσα στην αγορά της φιλοξενίας και τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, προκειμένου να υπάρχει ένας κοινός βηματισμός στον σχεδιασμό των ακαδημαϊκών προγραμμάτων».
Τα τελευταία δύο χρόνια ο ελληνικός τουρισμός επέδειξε ισχυρές αντοχές παρά την πανδημία και κατάφερε να ενισχύσει τη συνεισφορά του στο ΑΕΠ της χώρας. Πώς εκτιμάτε ότι θα κινηθεί φέτος ο ελληνικός τουρισμός; Ποιες παράμετροι θα καθορίσουν τη φετινή σεζόν; Θα καταφέρει φέτος ο τουρισμός να ανακτήσει το χαμένο έδαφος και να καταγράψει μεγέθη αντίστοιχα με εκείνα του 2019; Τι ισχύει για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις;
Η πολύ καλή διαχείριση της πανδημίας τόσο από τον ξενοδοχειακό κλάδο όσο και από τη χώρα συνολικά ενίσχυσε ακόμη περισσότερο το ελληνικό brand και αυτό αντανακλάται στη ζήτηση για το προϊόν μας. Η σεζόν λοιπόν θα «τρέξει» με βάση αυτή την υψηλή ζήτηση και την έντονη επιθυμία του κόσμου να ταξιδέψει μετά τους περιορισμούς, έχοντας διαθέσιμα τα χρήματα που αποταμίευσε την προηγούμενη διετία. Συνεπώς η σεζόν πράγματι έχει τις προϋποθέσεις για να είναι άμεσα συγκρίσιμη με αυτή του 2019, τουλάχιστον για τα resort ξενοδοχεία.
Πρέπει ωστόσο να έχουμε κατά νου πως αυτά τα διαθέσιμα δεν θα κρατήσουν για πάντα καθώς ήδη «ροκανίζονται» από τις πληθωριστικές πιέσεις, οπότε η μονοδιάστατη προσέγγιση της σεζόν με ποσοτικούς όρους δεν είναι επαρκής για να μας οδηγήσει στο αύριο. Άρα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά είναι αυτά που θα πρέπει να μας απασχολήσουν και η στρατηγική που θα ακολουθήσουμε σε σχέση με τις υποδομές, με την ενίσχυση του τουριστικού ρεύματος και εκτός σεζόν, με την ανάπτυξη νέων τουριστικών θεματικών για τον εμπλουτισμό και τη διαφοροποίηση του προϊόντος μας.
Τα 12μηνης λειτουργίας ξενοδοχεία ήταν εκείνα που επλήγησαν περισσότερο κατά την πανδημία και εκείνα που, όπως φαίνεται, θα ανακάμψουν τελευταία. Τίθεται πλέον θέμα βιωσιμότητας για κάποιες επιχειρήσεις;
Αν και για την ώρα δεν διαφαίνεται ένας τέτοιος κίνδυνος έχοντας ρυθμισμένες τις υποχρεώσεις τους, τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί μεσομακροπρόθεσμα. Σίγουρα τα 12μηνης λειτουργίας ξενοδοχεία έχουν ένα διαφορετικό προφίλ από τα resort, επλήγησαν πολύ περισσότερο από τις συνθήκες της πανδημίας και ας μην ξεχνάμε ότι πέρασαν πολύ δύσκολα όλο τον περασμένο χειμώνα, συμπεριλαμβανομένου του πρώτου τετραμήνου του '22 με πολύ χαμηλές πληρότητες και με πολύ αυξημένα κόστη λειτουργίας. Με αυτά τα δεδομένα, κάποιες στοχευμένες κινήσεις εξισορρόπησης θα απομάκρυναν τα απειλητικά σενάρια.
Τα τελευταία χρόνια, όπως και φέτος, αρκετοί επιχειρηματίες δυσκολεύονται στην εύρεση εργατικού δυναμικού, πόσω μάλλον καταρτισμένου προσωπικού. Πώς θεωρείτε ότι θα μπορούσε να δοθεί λύση σε αυτό το διττό πρόβλημα, το οποίο ξεφεύγει από την ελληνική πραγματικότητα, ειδικά από τη στιγμή που στόχος τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και των επιχειρηματιών είναι η προσέλκυση τουριστών υψηλού εισοδηματικού επιπέδου και η έλλειψη προσωπικού έχει οδηγήσει αρκετούς επιχειρηματίες να περιορίσουν τις προσφερόμενες υπηρεσίες τους;
Το ζήτημα έχει δύο πτυχές. Η πρώτη είναι στρατηγικής φύσης και έχει μεσομακροπρόθεσμη διάσταση. Αφορά στο να μπει σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης η φιλοξενία. Δεν μπορεί να απουσιάζει ως έννοια, όταν η Ελλάδα είναι αυτή που την έχει δημιουργήσει, στο κάτω κάτω, από την αρχαιότητα και σήμερα είναι μια δραστηριότητα που συνεισφέρει πάνω από το 25% του ΑΕΠ της χώρας.
Με την ίδια λογική, πρέπει να υπάρξει μια «γέφυρα» ανάμεσα στην αγορά της φιλοξενίας και τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, προκειμένου να υπάρχει ένας κοινός βηματισμός στον σχεδιασμό των ακαδημαϊκών προγραμμάτων. Όπως επίσης πρέπει να έχουμε και προγράμματα εκπαίδευσης και αναβάθμισης δεξιοτήτων των ίδιων των ξενοδόχων, σε μια χώρα όπου το μέσο ξενοδοχείο δεν ξεπερνάει τα 42 δωμάτια και ο ξενοδόχος είναι και ο ξενοδοχοϋπάλληλος. Από τις μελέτες που κάναμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, έχουμε εντοπίσει σημεία καλυτέρευσης ως προς τους βασικούς πυλώνες που έχουμε ορίσει για τη Φιλοξενία της «επόμενης μέρας» και ακριβώς αυτά τα κενά πρέπει να τα καλύψουμε και για τους ίδιους τους ξενοδόχους, ώστε να προετοιμάσουν κατάλληλα και να αναβαθμίσουν τις επιχειρήσεις τους.
Η δεύτερη πτυχή του ζητήματος έχει να κάνει με το παγκόσμιο φαινόμενο της «μεγάλης παραίτησης» και βλέπουμε για παράδειγμα τι γίνεται σε μεγάλα διεθνή αεροδρόμια από την έλλειψη προσωπικού. Εργαζόμενοι έφυγαν από τον τομέα των υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της πανδημίας και μετακινήθηκαν σε άλλους τομείς που είχαν ζήτηση και τους πρόσφεραν μεγαλύτερη εργασιακή ασφάλεια σε συνθήκες πανδημίας. Άρα είναι σίγουρο πως θα χρειαστεί χρόνος μέχρι να διαμορφωθεί μια νέα ισορροπία. Ο τουρισμός έχει από τη φύση του ιδιαιτερότητες και πρέπει να προβληματιστούμε όλοι για το πώς θα πετύχουμε συνθήκες εργασίας που θα προσαρμόζονται καλύτερα στις ανάγκες των εργαζομένων, ιδιαίτερα των νέων, οι οποίοι παράλληλα μπορεί να έχουν και άλλες δραστηριότητες όπως για παράδειγμα οι σπουδές τους.
Ποια είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα τα οποία καλείται να διαχειριστεί σήμερα ο ξενοδοχειακός κλάδος;
Το πρώτο πρόβλημα που τείνουμε να το ξεχνάμε είναι η πανδημία, η οποία εξακολουθεί να είναι παρούσα και μάλιστα με ανησυχητικές εξάρσεις. Το δεύτερο είναι αυτό που αντιμετωπίζουμε όλοι, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, και είναι η ακρίβεια. Η ταυτόχρονη αύξηση όλων των κοστολογικών κέντρων ενός ξενοδοχείου, ξεκινώντας από την ενέργεια που ξεπερνάει το 120%, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία μέχρι και τον Μάιο. Την ίδια στιγμή, το κόστος όλων των προμηθειών ενός ξενοδοχείου είναι επίσης αυξημένο τουλάχιστον κατά 40%, με ταυτόχρονες αυξήσεις των ενοικίων και με αυξητικές τάσεις στους μισθούς, σε ένα κλάδο που είναι εντάσεως εργασίας. Αυτό το πληθωριστικό «κοκτέιλ» ασφαλώς και επηρεάζει άμεσα και θα έχει βαθύ αποτύπωμα στα αποτελέσματα του κλάδου.
Επίσης, δεν μπορούμε να ξεχνάμε και τα χρονίζοντα ζητήματα, όπως η ανεξέλεγκτη οικονομία διαμοιρασμού. Μέσα σε ένα τόσο ασφυκτικό πλαίσιο, δεν μπορεί να δημιουργούνται άτυπα ξενοδοχεία, χωρίς αδειοδοτήσεις, χωρίς πιστοποιήσεις, χωρίς τα βάρη του υπερυθμισμένου ξενοδοχείου. Πέρα λοιπόν από τα προβλήματα που δεν μπορούμε να επηρεάσουμε και να λύσουμε καθώς μας έρχονται απέξω, υπάρχουν και ζητήματα εσωτερικά, τα οποία οφείλουμε ως η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει ρυθμίσει τη βραχυχρόνια μίσθωση (σ.σ. πλατφόρμες τύπου Airbnb) και δεν έχει βάλει κανόνες, να το πράξουμε άμεσα.
Τα προηγούμενα χρόνια, πολλές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις βρέθηκαν υπερχρεωμένες εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Εκτιμάτε ότι η υγειονομική κρίση και πλέον και η ενεργειακή κρίση θα ενεργοποιήσουν ένα νέο κύμα «κόκκινων» δανείων;
Δεν φαίνεται τουλάχιστον στον ορατό ορίζοντα ένα τέτοιο κύμα. Άλλωστε το επενδυτικό ενδιαφέρον που εκδηλώνεται είναι ψήφος εμπιστοσύνης στον τουρισμό, που αποδεικνύει πως μπορεί να ανακάμπτει ισχυρά και γρήγορα μετά από κρίσεις. Όμως ζούμε σε έναν κόσμο μεγάλων αβεβαιοτήτων και προκλήσεων και δεν μπορούμε να προβλέψουμε πώς θα εξελιχθεί κυρίως το ζήτημα του πληθωρισμού και πώς θα επηρεάσει κατηγορίες ξενοδοχείων που βγαίνουν από την πανδημία με πολλές ανοιχτές πληγές. Γι’ αυτό ακριβώς λέμε πως πολύ στοχευμένα μέτρα για τους πιο ευάλωτους μπορούν να αποτρέψουν ένα νέο κύμα «κόκκινων» δανείων.
Ολοένα και περισσότερα ξένα funds επενδύουν στον ελληνικό ξενοδοχειακό κλάδο. Φοβάστε ενδεχόμενο αφελληνισμό του κλάδου;
Η επένδυση ξένων θεσμικών είναι θεμιτή, πιστοποιεί την εμπιστοσύνη στο ελληνικό ξενοδοχείο και δεν υπάρχει λόγος για φοβική ή αμυντική στάση. Αντίθετα οι ξένες επενδύσεις έρχονται να ολοκληρώσουν ένα φάσμα καταλυμάτων που χρειάζεται η χώρα σε όλα τα επίπεδα. Όπως χρειάζεται η οικογενειακή ξενοδοχειακή επιχείρηση που είναι η ταυτότητα της χώρας, έτσι χρειάζονται και τα μεγάλα brands που φέρνουν τεχνογνωσία και δίνουν προστιθέμενη αξία στο ξενοδοχειακό προϊόν της χώρας. Αρκεί αυτό να μη γίνει με όρους «distress». Αλλά πάνω απ’ όλα να μην ξεχνάμε πως ο μεγαλύτερος επενδυτής είναι ο Έλληνας ξενοδόχος.
Επενδύουμε σταθερά 1 δισ. ευρώ κάθε χρόνο σε ανακαινίσεις και αναβαθμίσεις των ξενοδοχείων μας. Δεν υπάρχουν πολλοί κλάδοι που να επενδύουν τέτοια ποσά, ακόμη και μέσα στην πανδημία όπως συνέβη το 2021, με προφανή οφέλη για το σύνολο της πραγματικής οικονομίας της χώρας. Καλοδεχούμενοι λοιπόν οι ξένοι επενδυτές, χωρίς όμως να ξεχνάμε πως ο μεγαλύτερος επενδυτής είναι ο Έλληνας ξενοδόχος.
Το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην αλλαγή του παραγωγικού και οικονομικού μοντέλου της χώρας, «ξεκλειδώνοντας» επενδύσεις στον τουρισμό, αλλά σε όλο το φάσμα της ελληνικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, εκτιμάτε ότι πρέπει να αλλάξει και το μοντέλο του τουρισμού στην Ελλάδα;
To ΞΕΕ διαχρονικά, ανατρέξτε και όσο πίσω θέλετε για να το επιβεβαιώσετε, τονίζει την ανάγκη της στροφής στον ποιοτικό τουρισμό. Θα πρέπει να καταλάβουμε πως αυτή είναι μια στρατηγική ανάγκη που υπήρχε πολύ πριν την πανδημία και η Covid λειτούργησε μόνον ως επιταχυντής τάσεων που ήδη γνωρίζαμε. Οι πολύτιμοι πόροι που διαθέτει σήμερα η Ευρώπη σε τέσσερις κατευθύνσεις, της τεχνολογικής αναβάθμισης, της βιωσιμότητας, της προσβασιμότητας και της εκπαίδευσης, πρέπει να αποδειχθούν οι καταλύτες για την ανταπόκρισή μας σε αυτές τις τάσεις.
Πρέπει να κατανοήσουμε και να αποενοχοποιήσουμε τις επιδοτήσεις στην Ελλάδα. Οι επιδοτήσεις είναι εργαλείο ανάπτυξης, αρκεί βέβαια να αξιοποιούνται σωστά και τα χρηματοδοτικά εργαλεία να είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες του κλάδου. Γι’ αυτό και το ΞΕΕ έκανε τέσσερις μελέτες, μία για την κάθε κατεύθυνση και τις παρέδωσε στην κυβέρνηση, προκειμένου να υπάρχει μια σαφής εικόνα πού βρίσκεται σήμερα ο κλάδος και τα προγράμματα να είναι έτσι σχεδιασμένα ώστε να ανταποκριθούν στις ανάγκες και τις τάσεις της αγοράς.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση του ελληνικού τουρισμού στη μετά Covid-19 εποχή;
Η μεγαλύτερη πρόκληση του ελληνικού τουρισμού είναι να ξεφύγει από τις αέναες συζητήσεις. Συζητάμε τις τελευταίες δεκαετίες για μια σειρά από στρατηγικά ζητήματα, χωρίς όμως να καταλήγουμε σε αποτελέσματα. Από το 2001 που έφυγε το αεροδρόμιο από το Ελληνικό, έπρεπε να περιμένουμε 20 ολόκληρα χρόνια μέχρι να ξεκινήσει το έργο της ανάπλασης. Διάβαζα προχθές πως «τα υδροπλάνα ζεσταίνουν τις μηχανές τους». Είμαι σίγουρος πως αν ψάξετε, θα βρείτε τους ίδιους ή ανάλογους τίτλους σε δημοσιεύματα του 2003 ή του 2004. Κι ας πετούσαν κι ας προσθαλασσώνονταν υδροπλάνα της Air France στο Καστελόριζο και στην Κάρπαθο τη δεκαετία του 1930!
Αυτές είναι οι παθογένειές μας και πρέπει να σταματήσουμε τις ατέλειωτες συζητήσεις και να δοθούν λύσεις στο πεδίο της πραγματικότητας. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε μια Εθνική Συμφωνία για την ποιοτική πορεία του τουρισμού από δω και πέρα, η οποία θα δεσμεύσει τους πάντες και δεν θα αλλάζει κατά το δοκούν, ανάλογα με τον υπουργό ή την κυβέρνηση. Για να απελευθερώσουμε το εν υπνώσει δυναμικό του ελληνικού τουρισμού και η φιλοξενία να προσφέρει στην οικονομία και την κοινωνία πολλά περισσότερα απ’ όσα ήδη κάνει.
Ο Capsule T έχει δώσει την ευκαιρία σε δεκάδες startups στον χώρο του τουρισμού να αναπτυχθούν και να δημιουργήσουν καινοτόμες λύσεις. Ποιο είναι το επόμενο βήμα;
Κατ’ αρχάς συνεχίζουμε να δημιουργούμε ένα οικοσύστημα καινοτομίας στον χώρο του τουρισμού. Ο Capsule T δημιουργήθηκε αφενός για να βοηθήσει τους Έλληνες ξενοδόχους να προχωρήσουν στην τεχνολογική αναβάθμιση των επιχειρήσεών τους και αφετέρου για να δώσει ευκαιρίες σε νέους ταλαντούχους ανθρώπους, οι οποίοι μέχρι πρότινος αναζητούσαν διέξοδο στο εξωτερικό προκειμένου να εκφράσουν τη δημιουργικότητά τους. Τώρα δίνουμε αυτές τις ευκαιρίες για να βάλουν σε εφαρμογή τις ιδέες τους και τις καινοτόμες προσεγγίσεις τους.
Είμαι πεπεισμένος πως σήμερα, όσο ανάγκη έχει η startup τον ξενοδόχο για να βγει στην αγορά και να αναπτυχθεί άλλο τόσο ανάγκη έχει ο ξενοδόχος τη startup για να εισχωρήσει σε έναν καινούργιο τρόπο σκέψης και δράσης. Η τεχνολογική εξέλιξη είναι ραγδαία και οφείλουμε να συγχρονιστούμε με τις ταχύτητές της. Ήδη ξεκινάμε τον πέμπτο κύκλο επιτάχυνσης και στηριγμένοι πάνω στα θεαματικά αποτελέσματα των τεσσάρων προηγούμενων βάζουμε ως στόχο τη διεθνοποίηση του Capsule T. Ήδη έχουμε προχωρήσει σε συνεργασίες με αντίστοιχους επιταχυντές του εξωτερικού για την ανταλλαγή τεχνογνωσίας, για ταξίδια αλληλογνωριμίας και ανάπτυξη συνεργειών.