Την ώρα που η δημόσια συζήτηση για τα «κόκκινα» δάνεια εστιάζεται στο αν το σχέδιο κρατικής εγγυοδοσίας «Ηρακλής» αποτελεί επαρκές ή όχι «εργαλείο» για την ταχεία και αποτελεσματική μείωσή τους, ένας από τους πλέον έμπειρους σε θέματα αφερεγγυότητας νομικούς της χώρας, υπενθυμίζει τα αυτονόητα.
Ο Στ. Ποταμίτης, managing partner του νομικού γραφείου Ποταμίτης-Βεκρής, εντοπίζει την… καρδιά του προβλήματος στο βαρύ, δυσλειτουργικό και χωρίς ενιαία οπτική νομοθετικό πλαίσιο. Και προειδοποιεί ότι αν δεν βελτιώσουμε ριζικά το νομικό «οπλοστάσιο», υιοθετώντας ολιστική επαναπροσέγγιση για ρυθμίσεις, συμβιβασμούς, αναγκαστική εκτέλεση, πτώχευση και παραπτωχευτικές διαδικασίες, δεν θα δοθεί λύση στο πρόβλημα.
Υπενθυμίζει τους τέσσερις βασικούς άξονες που πρέπει να υπηρετεί όλο το πλαίσιο αφερεγγυότητας και διαπιστώνει ότι απαιτούνται άμεσες παρεμβάσεις στην πτώχευση, στον εξωδικαστικό συμβιβασμό και στον νόμο Κατσέλη.
Χαρακτηρίζει το πλαίσιο της πτώχευσης «τραγικά αναποτελεσματικό και αδιαφανές», θεωρεί ότι ο εξωδικαστικός δεν μπορεί να οδηγήσει σε μαζικές ρυθμίσεις και συμβιβασμούς και διατυπώνει την άποψη ότι ο νόμος Κατσέλη πρέπει να αποσυρθεί καθώς δεν επιδέχεται διορθώσεων. Ζητά την εισαγωγή και στην Ελλάδα του θεσμού της καταναλωτικής πτώχευσης, που απαλλάσσει τον ιδιώτη πιστωτή από τα χρέη του, αν τηρήσει για ένα σύντομο χρονικό διάστημα τις υποχρεώσεις του, ενώ ευελπιστεί ότι η ολιστική επαναπροσέγγιση του πλαισίου και η υιοθέτηση απλούστερων διαδικασιών θα μειώσει σημαντικά το χρόνο απονομής δικαιοσύνης.
Κύριε Ποταμίτη, έχετε μακρά εμπειρία γύρω από το μείζον θέμα των μη εξυπηρετούμενων πιστωτικών ανοιγμάτων. Πιστεύετε ότι απαιτούνται περαιτέρω νομοθετικές παρεμβάσεις για να αποκτήσει η χώρα ένα ευέλικτο και αποτελεσματικό πλαίσιο διαχείρισης;
Είμαι βέβαιος ότι χρειάζονται περαιτέρω νομοθετικές παρεμβάσεις, αν και πιστεύω επίσης ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις δεν αρκούν από μόνες τους. Το πρόβλημα των μη εξυπηρετουμένων ανοιγμάτων στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά οξύ (το ποσοστό των NPEs είναι πολλές φορές πολλαπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου) και πρέπει να καταλάβουμε τόσο τους λόγους που δημιουργήθηκε, όσο και τους λόγους για τους οποίους δεν έχει ακόμα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Σίγουρα έχει μεγάλη συμβολή στη δημιουργία του προβλήματος η οικονομική κρίση, από την οποία φαίνεται, σταδιακά, να βγαίνουμε. Υπάρχουν, όμως, και άλλες αιτίες, όπως η έλλειψη έμπειρων δικηγόρων και διαχειριστών αφερεγγυότητας, η έλλειψη εξειδικευμένων δικαστηρίων, ακόμα και η σχεδόν παντελής έλλειψη επαρκών στατιστικών στοιχείων για την αποτελεσματικότητα των εργαλείων ανάκτησης των δανειακών απαιτήσεων. Άρα, αν εντοπιστούμε μόνο στη νομοθετική μεταρρύθμιση, θα αφήσουμε όλα τα άλλα σοβαρά εμπόδια στη θέση τους.
Χρειάζεται, επομένως, να ξαναδούμε όλο το πλαίσιο με ενιαία στρατηγική;
Τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζονται από μεγάλη, ίσως υπερβολικά μεγάλη παραγωγή νόμων. Σίγουρα έγιναν κάποιες καλές παρεμβάσεις, παρέμειναν, όμως, στην επίλυση επιμέρους προβλημάτων. Αυτό που χρειάζεται, κατά τη γνώμη μου, είναι η ολιστική αντιμετώπιση του προβλήματος της αφερεγγυότητας, έτσι ώστε όλες οι επιμέρους διατάξεις και διαδικασίες να εξυπηρετούν, συνδυαστικά και αρμονικά, συγκεκριμένους βασικούς στόχους. Κατά την άποψή μου υπάρχουν βασικοί στόχοι:
Πρώτον, η διατήρηση βιώσιμων επιχειρήσεων (όχι όμως κατ’ ανάγκη από τους υφιστάμενους ιδιοκτήτες τους).
Δεύτερον, η παροχή μιας νέας ευκαιρίας σε επιχειρηματίες που απέτυχαν (και σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται και οι διοικήσεις των νομικών προσώπων που ασκούν επιχείρηση) αλλά και σε υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, που δεν είναι έμποροι. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, και απαλλαγή, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, από τις συνέπειες της αποτυχίας.
Τρίτον, η μεγιστοποίηση της ανάκτησης αξίας προς όφελος των πιστωτών, και τέταρτον, η επιστροφή των παραγωγικών μέσων των επιχειρήσεων, που αποτυγχάνουν, σε παραγωγικές χρήσεις από τους ίδιους ή και άλλους επιχειρηματίες. Άρα, πρέπει να δούμε τις υφιστάμενες διαδικασίες, υπό το πρίσμα του πόσο συντείνουν προς αυτούς τους στόχους και πόσο αρμονικά συνεργάζονται.
Το δικό μου συμπέρασμα είναι ότι όλες οι διαδικασίες μας έχουν ανάγκη παρεμβάσεων, αλλά το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα οξύ σε τρεις περιπτώσεις: στην πτώχευση, στον λεγόμενο «εξωδικαστικό συμβιβασμό» και στον Νόμο Κατσέλη. Η μεν πτώχευση είναι μια τραγικά αναποτελεσματική και αδιαφανής διαδικασία και γι' αυτό χρησιμοποιείται σε πολύ περιορισμένο βαθμό. Ο «εξωδικαστικός» έχει εισαγάγει κάποιες χρήσιμες καινοτομίες, ιδιαίτερα την πλατφόρμα συλλογής και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των πιστωτών, αλλά πιστεύω ότι, λόγω κακού σχεδιασμού, δεν μπορεί να οδηγήσει σε μαζικές ρυθμίσεις και συμβιβασμούς σε πολυμερή βάση, να εκπληρώσει δηλαδή το σκοπό του. Τέλος, ο Νόμος Κατσέλη προσφέρεται σε κατάχρηση και έτσι έχει χρησιμοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό. Δεν νομίζω ότι μπορεί να διορθωθεί, είναι άλλωστε καιρός, όπως και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να εισαγάγουμε κι εμείς τον θεσμό της καταναλωτικής πτώχευσης.
Τι προβλέπει ο θεσμός της καταναλωτικής πτώχευσης; Μπορεί να υποκαταστήσει το νόμο Κατσέλη, αντιμετωπίζοντας και το μεγάλο πρόβλημα των χιλιάδων περιπτώσεων που έχουν προσφύγει ήδη στα δικαστήρια, κερδίζοντας προσωρινή προστασία;
Θεωρώ το νόμο Κατσέλη ως ένα ιδιαίτερα προβληματικό νόμο. Όμως, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ψηφίστηκε μέσα στο ξέσπασμα της κρίσης και υπό τον φόβο της οικονομικής κατάρρευσης πολλών νοικοκυριών. Τώρα όμως που αποκαθίσταται βαθμιαία η οικονομική κανονικότητα, είναι καιρός να εισαγάγουμε πιο ομαλές ρυθμίσεις, για την αντιμετώπιση της οικονομικής αποτυχίας. Εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα, στις περισσότερες δυτικές χώρες η καταναλωτική υπερχρέωση αντιμετωπίζεται με τρόπο αντίστοιχο προς την εμπορική πτώχευση. Δηλαδή, ο καταναλωτής που αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, παραχωρεί τα βασικά περιουσιακά του στοιχεία για την ικανοποίηση των πιστωτών του, ενώ διατηρεί κάποια που είναι απαραίτητα για την κάλυψη των βασικών βιοτικών του αναγκών. Η νεότερη τάση είναι, όμως, η πολύ γρήγορη πτωχευτική απαλλαγή. Δηλαδή, η τήρηση των υποχρεώσεών του για ένα σύντομο χρονικό διάστημα να συνεπάγεται την απαλλαγή του από τα χρέη που συσσώρευσε. Η προσωρινή προστασία, και μάλιστα η πολυετής του νόμου Κατσέλη, αποτελεί στην πράξη παγίδευση όλων (πιστωτών, οφειλέτη αλλά και της οικογένειας) στην υπερχρέωση χωρίς ορατή λύση. Αντίθετα, η σύγχρονη καταναλωτική πτώχευση αποσκοπεί στη γρήγορη επάνοδο των καταναλωτών στη φυσιολογική οικονομική λειτουργία. Ως προς τις εκκρεμείς υποθέσεις, δεν το θεωρώ εύκολο να λυθούν με την εισαγωγή και μόνο του θεσμού της καταναλωτικής πτώχευσης, καθώς η μετάβαση από το ένα καθεστώς στο άλλο θα χρειαστεί μεταβατικές ρυθμίσεις, που παρουσιάζουν σημαντικές τεχνικές δυσκολίες.
Αναφερθήκατε στην έλλειψη εξειδικευμένων δικαστηρίων, ως μια από τις αιτίες της αναποτελεσματικότητας του υφιστάμενου πλαισίου. Οι προβλεπόμενες από τα Μνημόνια παρεμβάσεις επιτάχυνσης στον χρόνο απονομής της Δικαιοσύνης έχουν υλοποιηθεί;
Στον χώρο της αφερεγγυότητας, το πρόβλημα των καθυστερήσεων έκδοσης αποφάσεων είναι ιδιαίτερα οξύ και οι επιπτώσεις του εξαιρετικά δυσμενείς. Φοβάμαι ότι οι παρεμβάσεις που έγιναν για την επιτάχυνση έκδοσης αποφάσεων μικρή μόνο συμβολή είχαν στην άρση του προβλήματος. Και αυτό επειδή η καθυστέρηση οφείλεται σε δεδομένα που δεν έχουν αντιμετωπιστεί με επάρκεια. Πρώτον, έχουμε μια εξαιρετικά ισχυρή τάση να μεταθέτουμε στα δικαστήρια την ευθύνη απόφασης για τα θέματα αφερεγγυότητας. Αυτό δεν είναι ούτε απαραίτητο ούτε προφανές. Π.χ. το Ηνωμένο Βασίλειο έχει αντιμετωπίσει την εξυγίανση των προβληματικών επιχειρήσεων μέσω μιας εταιρικής διαδικασίας, που υλοποιείται από σύμβουλο (συχνά μια από τις μεγάλες ελεγκτικές εταιρείες), χωρίς την παρέμβαση δικαστηρίου, ούτε για τη διευθέτηση αυτή καθ’ αυτή, ούτε για την επικύρωσή της. Ένας από τους λόγους των καθυστερήσεων είναι επομένως και το ότι φορτώνουμε όλα τα σχετικά θέματα στα δικαστήρια.
Δεύτερον, οι διαδικασίες μας είναι υπερβολικά σύνθετες και με πολλές διακλαδώσεις. Τα χαρακτηριστικά αυτά καθιστούν εξαιρετικά χρονοβόρες, τόσο τη λήψη αποφάσεων από τους δικαστές όσο και την ολοκλήρωση των διαδικασιών. Βεβαίως, δεν πρέπει να αγνοήσουμε την περιορισμένη εξειδίκευση των δικαστών, αλλά και την έλλειψη των απαραίτητων τεχνικών μέσων και υποστήριξης για την αντιμετώπιση οικονομικών θεμάτων ιδιαίτερης δυσκολίας. Δεν νομίζω ότι υπάρχει τη στιγμή αυτή πρόβλεψη για δημιουργία εξειδικευμένων δικαστηρίων, αλλά μπορούμε να βοηθήσουμε την επιτάχυνση των διαδικασιών και χωρίς αυτά, κάνοντας τις διαδικασίες απλούστερες, διαυγέστερες, με λιγότερες επιλογές (που τις περισσότερες φορές είναι άχρηστες) και παρέχοντας στους δικαστές καλύτερη τεχνική και συμβουλευτική υποστήριξη και ευκαιρίες επιμόρφωσης για την καλύτερη κατανόηση των σχετικών θεμάτων.
Μπορεί να απλοποιηθεί το πλαίσιο κεφαλαιοποίησης/μετοχοποίησης δανείων και απόκτησης ελέγχου από πιστωτές, ώστε να επιτυγχάνεται ταχύτερη εξυγίανση των υπερδανεισμένων επιχειρήσεων που κρίνονται βιώσιμες;
Το πρόβλημα που εντοπίζετε έχει παρουσιαστεί σε περιπτώσεις, όπου οι πιστωτές είναι διατεθειμένοι να στηρίξουν μια υπερχρεωμένη αλλά βιώσιμη επιχείρηση, υπό την προϋπόθεση ότι θα αλλάξει το πρόσωπο του ιδιοκτήτη. Αντίθετα, ο ιδιοκτήτης (συμπεριλαμβανομένης και της διοίκησης, που συνήθως υλοποιεί τις επιθυμίες της ιδιοκτησίας) στις περιπτώσεις αυτές δεν είναι διατεθειμένος να χάσει τον έλεγχο της επιχείρησης, ακόμη και ενώπιον του κινδύνου παύσης πληρωμών. Μια πτυχή του προβλήματος είναι ότι η ενωσιακή εταιρική νομοθεσία επιβάλλει οι αποφάσεις περί αυξήσεων κεφαλαίου να λαμβάνονται αποκλειστικά από την γενική συνέλευση του νομικού προσώπου, άρα από τους μετόχους και όχι, π.χ. τους πιστωτές ή το δημόσιο. Η βαθύτερη δυσκολία, όμως, είναι ότι σε μια εταιρία που δεν έχει ακόμα φτάσει σε οριστική αφερεγγυότητα ενδέχεται να υπάρχει ακόμα κεφαλαιακή αξία -και η κεφαλαιοποίηση χωρίς τη συναίνεση των μετόχων μπορεί να ισοδυναμεί με απαλλοτρίωση αξίας. Ήδη, η πρόσφατη Οδηγία για θέματα εξυγίανσης και δεύτερης ευκαιρίας μάς κατευθύνει προς τη διευκόλυνση της εξυγίανσης, μέσω κεφαλαιοποίησης χρεών, και θεωρώ ότι πρέπει να αναζητήσουμε λειτουργικές λύσεις και σε αυτό το θέμα.
Υπάρχουν περιθώρια βελτιώσεων στο νόμο Δένδια περί Ειδικής Διαχείρισης; Για ποιους λόγους καταστρατηγούνται οι χρόνοι έκδοσης αποφάσεων από τα δικαστήρια;
Η ειδική διαχείριση εισήχθη από τον νόμο Δένδια ως διαδικασία συμπληρωματική της ειδικής εκκαθάρισης (που τότε αποτελούσε μέρος του Πτωχευτικού Κώδικα). Σε μία από τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις των πτωχευτικών διατάξεων η ειδική εκκαθάριση καταργήθηκε. Αυτό και μόνο έχει δημιουργήσει την ανάγκη κάποιων προσαρμογών στην ειδική διαχείριση. Επίσης, η εφαρμογή της ειδικής διαχείρισης έχει αναδείξει κάποια προβλήματα που χρειάζονται επειγόντως αντιμετώπιση. Για τις καθυστερήσεις που έχουν παρατηρηθεί στην έκδοση κάποιων σχετικών αποφάσεων, δεν έχω εξήγηση. Μου φαίνεται ότι η απόφαση για την αποδοχή της αίτησης υπαγωγής σε ειδική διαχείριση είναι σχετικά απλή, καθώς εξαρτάται από την απάντηση πολύ συγκεκριμένων ερωτημάτων. Πιστεύω ότι δεν θα ήταν παράλογο αυτού του είδους οι αποφάσεις να εκδίδονται επί της έδρας -σίγουρα είναι παράδοξο να καθυστερούν ακόμα και ένα χρόνο.
Με αφορμή την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του σχεδίου «Ηρακλής», άνοιξε και πάλι η συζήτηση για τις ολιστικές λύσεις που απαιτούνται, ώστε να υποβοηθηθεί η ταχύτερη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Μήπως για άλλη μια φορά αναπτύσσονται υπερβολικές προσδοκίες για λύσεις-πανάκεια;
Εχω την άποψη ότι το σχέδιο Ηρακλής θα αποδειχθεί χρήσιμο για τις τράπεζες και θα επιτρέψει τη μεταφορά και ανάπτυξη τεχνογνωσίας για την ανάκτηση της αξίας των κόκκινων δανείων. Είναι επομένως μια σημαντική και θετική εξέλιξη που έρχεται ως επιβράβευση προσπαθειών που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα από διάφορους συντελεστές. Όμως, δεν αφορά την βελτίωση του νομικού οπλοστασίου, π.χ. ως προς αναγκαστική εκτέλεση, τις εξωδικαστικές ρυθμίσεις και συμβιβασμούς, τις παρα-πτωχευτικές διαδικασίες ή την πτώχευση. Αν δεν βελτιώσουμε ριζικά αυτά τα μέσα και δεν άρουμε τα προβλήματα που οφείλονται στην έλλειψη εναρμόνισης και συντονισμού των διαφόρων διαδικασιών, την υπερβολική εκζήτηση και πολυπλοκότητά τους και τις ευκαιρίες που προσφέρονται από την δομή και διάρθρωση των διαδικασιών για κατάχρηση (χαρακτηριστικό παράδειγμα νόμου που χρησιμοποιείται πρωτίστως καταχρηστικά είναι ο Νόμος Κατσέλη), δεν θα οδηγηθούμε σε λύση του προβλήματος των κόκκινων δανείων. Θα ήταν πολύ δυσάρεστο αν η έγκριση του σχεδίου Ηρακλής μάς οδηγούσε σε εφησυχασμό.