Ό,τι μπορεί να παράξει η «τοπική» γη, παράγει και εμπορεύεται και μάλιστα με επιτυχία η επιχείρηση «Αλέξανδρος Γκουσιάρης» στον Ηλιά Καρδίτσας. Αξιοποιώντας μια εμπειρία πολλών χρόνων και με έμφαση στα γηγενή προϊόντα, η επιχείρηση που ιδρύθηκε το 1996 δραστηριοποιείται στην καθετοποιημένη παραγωγή προϊόντων μελιού, βιολογικών σαλτσών τομάτας, οσπρίων και έτοιμων γευμάτων σε βάζο.
Η παρουσία της στην ελληνική αγορά είναι μικρή, καθώς η περιορισμένη παραγωγή «φεύγει» αμέσως για το εξωτερικό, με βασικότερη αγορά αυτή της Μεγάλης Βρετανίας.
Για την επιχείρηση, τους στόχους και τις προοπτικές της, μιλά στο Euro2day.gr ο συνιδρυτής Αλέξανδρος Γκουσιάρης. Κάνοντας μια αναδρομή στον χρόνο και τον τόπο ίδρυσης, ο κ. Γκουσιάρης εξηγεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της επιχείρησης, την οικογενειακή παράδοση, αλλά και για το πλήθος προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι γεωργικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Μιλά επίσης για την πρωτοβουλία Growth in Agrifood της Εθνικής Τράπεζας, στην οποία εντάχθηκε το 2018 και αποκαλύπτει το «διαβατήριο» της επιχείρησης για τις αγορές του κόσμου.
Ποιο είναι το αντικείμενο της επιχείρησής σας;
Η καθετοποιημένη παραγωγή προϊόντων μελιού, βιολογικών σαλτσών τομάτας, οσπρίων και έτοιμων γευμάτων σε βάζο. Στον κάμπο, η μονοκαλλιέργεια άφησε πίσω της πληγές μεγάλες, οπότε η ενασχόλησή μας με διαφορετικές "καλλιέργειες" μας δίνει ένα ισχυρό πλεονέκτημα έναντι του αστάθμητου παράγοντα, του καιρού, που είναι καθοριστικός στη γεωργία. Η δε καθετοποίηση της παραγωγής μάς δίνει το πλεονέκτημα του ελέγχου της πώλησης και της εύκολης προσαρμογής στις αλλαγές που προκύπτουν. Δεν πουλάμε όπου μας τύχει, καλλιεργούμε ό,τι αποφασίσουμε και μας το επιτρέπει η γη μας.
Πότε και πού ιδρύθηκε;
Ιδρύθηκε από τη σύζυγό μου, Σοφία Δαϊσπύρου και εμένα το 1996 σε ένα πολύ μικρό χωριό 30 κατοίκων, τον Ηλιά Καρδίτσας. Το 2000 η καθοριστική συνεργασία με τα ξαδέρφια Όλγα Λωρίδα και Χρήστο Τάκα έφερε τα προϊόντα τομάτας και οσπρίων. Ο σπόρος που χρησιμοποιήθηκε τότε και που συνεχίζουμε να χρησιμοποιούμε έως σήμερα καλλιεργείται ανελλιπώς από τις αρχές του 1900 στην ευρύτερη οικογένειά μας και ο τρόπος παστερίωσης παραμένει ίδιος με αυτόν που εφαρμοζόταν από την εποχή του μεσοπολέμου.
Πότε άρχισε η εξαγωγική σας δραστηριότητα;
Η εξαγωγική μας δραστηριότητα άρχισε το 1997, με τη βοήθεια της εταιρείας Odysea Ltd, η οποία συνεχίζεται έως σήμερα.
Σε ποιες αγορές έχετε παρουσία;
Αρχίσαμε με την αγορά της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία και απορροφά μεγάλο τμήμα της παραγωγής μας. Στην Ευρώπη, κινούμαστε μεταξύ Ιταλίας, Αυστρίας, Ελβετίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Δανίας και Σουηδίας. Εκτός Ευρώπης, μικρή αλλά σταθερή παρουσία έχουμε στις ΗΠΑ, στην Κόστα Ρίκα και στην Κίνα (Χονγκ Κονγκ).
Πότε ενταχθήκατε στην πρωτοβουλία Growth in Agrifood της Eθνικής Τράπεζας; Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας;
Ενταχθήκαμε το 2018. Πρόκειται για μια σημαντική πρωτοβουλία προστιθέμενης αξίας, που προωθεί τόσο τη δικτύωση όσο και την προβολή των εταιρειών που συμμετέχουν σε αυτήν και προσφέρει ευκαιρίες ανάπτυξης συνεργασιών για τη διάθεση των προϊόντων μας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Πέρα από τις B2B συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Μικρό Χρηματιστήριο, παράλληλα οργανώθηκε ημερίδα στο Παλιό Χρηματιστήριο (15.10.2018), κατά την οποία δόθηκε η ευκαιρία να αναγνωριστεί η δυναμική των ελληνικών προϊόντων και η αξία τους, σε ένα πολυπληθές ακροατήριο Ελλήνων και ξένων συμμετεχόντων. Μέσα από τις ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ομιλίες και τις συζητήσεις που έγιναν στο πάνελ αναδείχθηκαν πολλά θέματα και ακούστηκαν ενδιαφέρουσες απόψεις.
Έχετε κάποιο σχέδιο για την επέκταση της επιχείρησής σας;
Θα θέλαμε πολύ τα προϊόντα μας να φτάνουν σε όσο δυνατόν περισσότερα νοικοκυριά. Δυστυχώς όμως οι ποσότητές μας είναι περιορισμένες, λόγω της φύσεως της παραγωγής μας, όπου πρώτο λόγο έχει η ποιότητα. Προσπαθούμε, προσπαθούμε, προσπαθούμε.
Ποιο είναι το επίπεδο του ανταγωνισμού στον τομέα που δραστηριοποιείστε;
Όσον αφορά στον ανταγωνισμό, σε επίπεδο ποιότητας, δεν αντιμετωπίζουμε κάποιο πρόβλημα. Για παράδειγμα αυτή τη στιγμή πολύ λίγα προϊόντα τομάτας μπορούν να ανταγωνιστούν τα δικά μας, για δύο πολύ συγκεκριμένους και αντικειμενικούς λόγους. Ο πρώτος λόγος, είναι η ποικιλία τομάτας που χρησιμοποιούμε. Μια παλιά ποικιλία, με σαφή μοναδική αναφορά στη γεύση. Από αυτές τις ξεχασμένες "παραδοσιακές" ποικιλίες, που όμως ανασύρουν γευστικές μνήμες, και που πολύ δύσκολα μπορεί να βρει κανείς στα ράφια. Ο δεύτερος λόγος είναι η ήπια διαδικασία επεξεργασίας, με την ελάχιστη θερμική παρέμβαση στο προϊόν, που φέρνει τον ωμό πολτό μιας φρέσκιας κόκκινης τομάτας να φιλοξενείται σε ένα βάζο λίγες μόνο ώρες μετά τη συγκομιδή της. Αυτή η φρεσκάδα που αναδύεται στο άνοιγμα του βάζου είναι το διαβατήριό της στις αγορές του κόσμου.
Από τη σύσταση της επιχείρησης, έχετε υλοποιήσει κάποιο επενδυτικό πρόγραμμα;
Έχουμε υλοποιήσει τρία επενδυτικά σχέδια, μέσω προγραμμάτων του υπουργείου Γεωργίας (σχέδια βελτίωσης, Leader).
Πώς ανταπεξήλθατε στα χρόνια της κρίσης;
Αντιληφθήκαμε την παγκόσμια κρίση το 2008. Η ελληνική πραγματικότητα δεν επηρέασε τα νούμερά μας ουσιαστικά, λόγω της εξαγωγικής μας δραστηριότητας, αλλά συναισθηματικά μας επηρέασε πολύ.
Πόσους εργαζόμενους απασχολείτε;
Εποχικά, γύρω στα 15 άτομα
Ποια θεωρείτε τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει μια γεωργική επιχείρηση στην Ελλάδα;
Θα μπορούσα να αναφέρω πολλά, προσπαθώντας να απαντήσω στην ερώτηση. Συνοπτικά θα επικεντρωνόμουν σε τρία.
1. Παντελής έλλειψη σχεδιασμού. Δεν υπήρξε ποτέ ένα σχέδιο δράσης για την ελληνική γεωργία. Ποτέ και από κανέναν. Φυσικά δεν εννοώ τα βραχυπρόθεσμα και αναποτελεσματικά μέτρα λείανσης και απόσβεσης των χρόνιων προβλημάτων της ελληνικής γεωργίας, έναντι στις αναποτελεσματικές "παραδοσιακές" αντιδράσεις από πλευράς γεωργών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του ισχυρισμού αυτού: από το 1974 έως σήμερα, οι ηγεσίες του υπουργείου Γεωργίας έχουν αλλάξει 34 φορές. Δηλαδή στα 44 χρόνια κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και κοινωνικής ηρεμίας, κάθε 15 μήνες άλλαζε όλη η ηγεσία του υπουργείου. Ποιος σχεδιασμός;
2. Γραφειοκρατία και απουσία γεωργικής εκπαίδευσης. Μέχρι ενός σημείου, τα πάλαι ποτέ Κέντρα Γεωργικής Εκπαίδευσης (ΚΕΓΕ) έπαιζαν κεντρικό ρόλο στην εκπαίδευση των γεωργών. Υπήρχαν στελεχωμένα σε κάθε νομό της χώρας και πραγματικά έφεραν γνώση στον Ελληνα γεωργό. Σήμερα, που η γνώση μεταφέρεται με το πάτημα ενός πλήκτρου, τα περισσότερα ΚΕΓΕ είναι υπό κατάρρευση κτιριακά και υπό διάλυση στελεχιακά.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του ισχυρισμού αυτού: Υπάρχει ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα ενίσχυσης της μελισσοκομίας, από το 1997, το οποίο περιλαμβάνει μια δράση εκπαίδευσης των μελισσοκόμων, με μορφή τριήμερων σεμιναρίων. Τα σεμινάρια λοιπόν αυτά γίνονται τα τελευταία 20 χρόνια τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο. Τότε δηλαδή που οι μελισσοκόμοι τρέχουν πανικόβλητοι στα βουνά και στους κάμπους με τα μελίσσια τους.
Στο εικοσαετές και πλέον αίτημα ολόκληρου του κλάδου της ελληνικής μελισσοκομίας, να πραγματοποιούνται τα σεμινάρια αυτά τους χειμερινούς μήνες, που οι μελισσοκόμοι έχουν ελεύθερο χρόνο, η "απάντηση" του 2018 ήταν τα σεμινάρια να περιοριστούν μόνο τον μήνα Ιούνιο, ενώ το 2017 να μην πραγματοποιηθούν καθόλου. Εκπληκτικό. 11 μήνες γραφειοκρατικής προετοιμασίας για 1 μήνα εκπαίδευσης. Ποια εκπαίδευση;
3. Η χρηματοδότηση των μικρών γεωργικών παραγωγικών επιχειρήσεων είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα που ακρωτηριάζει τις ελληνικές εταιρείες, εμποδίζοντας την επέκτασή τους στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον της αγοράς τροφίμων, ενώ η εγχώρια αγορά κατακλύζεται από φτηνά προϊόντα, καλύπτοντας τις αδυναμίες των ελληνικών νοικοκυριών να συμμετέχουν σε ένα κύκλο ποιοτικής τροφής. Το κόστος χρήματος στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλό (τουλάχιστον κατά 5 μονάδες υψηλότερο, από αυτό των Ευρωπαίων γεωργών). Το κόστος παραγωγής επίσης υψηλό, λόγω ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του γεωργικού κλήρου, λόγω της ανυπαρξίας εγχώριων εταιριών που παράγουν αγροχημικά, αλλά και λόγω της αδυναμίας υγιούς ίδρυσης και λειτουργίας συνεργατικών οργανώσεων.