«Η κύρωση της συμφωνίας CETA μπορεί να αλλάξει ριζικά τον χάρτη των ελληνοκαναδικών οικονομικών σχέσεων», υποστηρίζει ο πρόεδρος του Ελληνοκαναδικού Επιμελητήριου κ. Κων/νος Κατσιγιάννης, συμπληρώνοντας πως θα διευκολυνθούν τόσο οι ελληνικές εξαγωγές, όσο και η προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων από τη φίλη χώρα.
Ειδικότερα, ο κ. Κατσιγιάννης περιγράφει τη νέα αυτή συμφωνία, παραθέτοντας πρακτικά παραδείγματα για το πώς αυτή θα μπορούσε να ευνοήσει την ελληνική οικονομία.
Κύριε Κατσιγιάννη, τι αλλάζει με τη συμφωνία CETA (Comprehensive Economic Trade Agreement) μεταξύ Καναδά και Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Οι αλλαγές θα αφορούν όλες τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρα συνεπώς και την Ελλάδα. Ειδικότερα, μεταβολές θα έχουμε στη διακίνηση εμπορευμάτων, στην παροχή υπηρεσιών, στις επενδύσεις, αλλά και την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων.
Μπορείτε να μας δώσετε συγκεκριμένα παραδείγματα αλλαγών που θα προκύψουν;
Είναι πάρα πολλά. Για παράδειγμα, ένας Έλληνας μηχανικός θα μπορεί να ασκήσει ελεύθερα τις υπηρεσίες του σε καναδικό έδαφος, κάτι που μέχρι σήμερα δεν είναι εφικτό. Επίσης, πριν τη συμφωνία, η νόμιμη δυνατότητα μιας ελληνικής εταιρείας να δραστηριοποιηθεί στον Καναδά συναντούσε συνεχώς προσκόμματα και έτσι για να ξεπερασθούν τα εμπόδια, εμείς στο Επιμελητήριο, εκτός των άλλων, προσπαθούσαμε να «βάλουμε πλάτη».
Η εφαρμογή της CETA τι θα μπορούσε να σημάνει για τις ελληνικές επιχειρήσεις του γεωργικού αλλά και ευρύτερου μεταποιητικού τομέα;
Μπορεί να σημάνει σημαντική αύξηση των εξαγωγών, καθώς δεν θα υπάρχουν οι ποσοστώσεις, οι δασμοί αλλά και άλλοι περιορισμοί που ισχύουν έως σήμερα. Οφέλη θα έχουν και οι παραγωγοί φέτας. Μέχρι σήμερα ένας Καναδός παραγωγός μπορεί να παράγει ελληνική φέτα. Στο εξής, αυτό θα απαγορεύεται και η διακίνηση θα γίνεται μόνον από Έλληνες παραγωγούς που έχουν κατοχυρώσει την ελληνική φέτα ως Προϊόν Ονομασίας Προέλευσης. Οι υπόλοιποι θα μπορούν να παράγουν προϊόντα «τύπου φέτας». Σημαντικές επίσης εξελίξεις θα έχουμε και στη σύγκλιση των τεχνικών προδιαγραφών και των προτύπων αυθεντικότητας των προϊόντων που αποτελούν και το αντικείμενο του διμερούς εμπορίου. Έτσι, για να δώσω ένα παράδειγμα, τα ηλεκτρικά προϊόντα και οι συσκευές που παράγονται στην Ελλάδα θα μπορούν, ελεύθερα πλέον, να είναι στη διάθεση και των Καναδών καταναλωτών.
Θα επηρεαστούν οι τομείς της παροχής υπηρεσιών και της υλοποίησης επενδύσεων;
Σίγουρα ναι. Μια ελληνική κατασκευαστική εταιρεία θα μπορεί να συμμετάσχει χωρίς περιορισμούς σε ομοσπονδιακούς και δημοτικούς διαγωνισμούς για την υλοποίηση κατασκευαστικών έργων. Επιπλέον, μια εξειδικευμένη καναδική εταιρεία λογισμικού θα μπορεί να παράγει τεχνογνωσία στη χώρα μας, χρησιμοποιώντας το εξειδικευμένο και ιδιαίτερα ανταγωνιστικό εργατικό δυναμικό μας.
Επίσης, στον τομέα των ελληνοκαναδικών επενδύσεων, θα δημιουργηθεί σύντομα ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο προστασίας, ενώ σε πανευρωπαϊκό επίπεδο θα θεσπισθεί ένα Ειδικό Δικαστήριο που θα είναι δεκαπενταμελές και θα ρυθμίζει τις διαφορές που θα ανακύπτουν από την υλοποίηση (και) των ελληνοκαναδικών επενδύσεων.
Ο θεσμός αυτός θα επιταχύνει την απονομή της δικαιοσύνης και θα προστατέψει τους επενδυτές από χρόνιες αγκυλώσεις και προσκόμματα που δημιουργούν ένα σχεδόν μόνιμα εχθρικό περιβάλλον στην υλοποίηση ξένων (και συνεπώς και καναδικών) επενδύσεων στην ελληνική επικράτεια.
Για τις τελευταίες άλλωστε είναι σημαντικό να πούμε ότι η πλειοψηφία των ξένων επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν στη χώρα την περίοδο της ύφεσης (2010-2016) είναι καναδικών συμφερόντων.
Ποια είναι τα θεσμικά βήματα που απομένουν για την υλοποίηση της CETA;
Η συμφωνία πρέπει να εγκριθεί πρώτα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στη συνέχεια από όλα τα εθνικά κοινοβούλια των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και όλα αυτά θα πρέπει να γίνουν πριν το τέλος του 2016. Στη συνέχεια, θα καταρτισθεί το Ειδικό Δικαστήριο που θα καταρτίζεται από πέντε Ευρωπαίους, πέντε Καναδούς και πέντε δικαστές από τρίτες χώρες. Ο καταλύτης αυτός εκτιμώ ότι θα λειτουργήσει ευεργετικά ως προς την υλοποίηση καναδικών επενδύσεων στη χώρα μας αφού το πρόσφατα παρελθόν μας στη μεταχείριση Καναδών επενδυτών μόνον ευνοϊκό δεν είναι.