Ποιος κυβερνάει την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ); Η συνηθισμένη απάντηση στο ερώτημα είναι «τα μέλη-κράτη της ΕΕ». Μια άλλη απάντηση είναι «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή». Όμως, ο Paul Lever, ο οποίος έχει διατελέσει πρεσβευτής της Βρετανίας στη Γερμανία, είχε δώσει μια άλλη απάντηση στο βιβλίο του με τίτλο «Το Βερολίνο κυβερνάει» (Berlin Rules). Στο ίδιο βιβλίο, ο Level έγραψε ότι «η Σύγχρονη Γερμανία έχει δείξει ότι η πολιτική μπορεί να επιτύχει εκεί που χρειαζόταν πόλεμος.»
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εθνική στρατηγική της Γερμανίας έχει αλλάξει απο το 1871 όταν ενώθηκε για να διαιρεθεί ξανά μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και να επανενωθεί μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Απο τότε, η στρατηγική της Γερμανίας για να διασφαλίσει την ενότητά της είναι η διατήρηση της ευημερίας με αποφυγή όλων των πολεμικών συγκρούσεων που θα απειλούσαν την εδαφική της ακεραιότητα. Η σταθεροποίηση και ισχυροποίηση του ευρωπαϊκού οικονομικού οικοδομήματος εξυπηρετεί την επίτευξη του στόχου της ευημερίας.
Στα πλαίσια αυτή της στρατηγικής, οποιαδήποτε διαμάχη με την Ρωσία θα έπρεπε να επιλυθεί με πολιτικό τρόπο και ιδανικά με την ενσωμάτωση της στο ευρωπαϊκό σύστημα. Όμως, αρκετές χώρες της ΕΕ, όπως της Βαλτικής, της Σκανδιναβίας και ιδιαίτερα η Πολωνία που είχε νιώσει στο πετσί της την ναζιστική κατοχή και μετέπειτα την σοβιετική, διαφωνούσαν. Το ίδιο συνέβαινε με την Βρετανία. Η Ευρώπη ήταν διαιρεμένη για το θέμα της Ρωσίας.
Από την άλλη πλευρά, η εθνική στρατηγική των ΗΠΑ ήταν και είναι απλή. Κι ως συνήθως οι απλές στρατηγικές είναι καλές. Για πάνω απο 100 χρόνια, ο στόχος της αμερικανικής στρατηγικής είναι να μην επιτρέψει σε κάποια δύναμη να κυριαρχήσει στην Ευρώπη.
Οι ΗΠΑ επενέβησαν κατά τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους για να αποτρέψουν την Γερμανική ηγεμονία και κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για να εμποδίσουν την Σοβιετική κυριαρχία επι της Δυτικής Ευρώπης. Αυτή η στρατηγική δεν έχει αλλάξει και ισχύει τόσο για την Ευρώπη, όσο και για την Ασία. Όποιος κι αν είναι πρόεδρος. Επιπλέον, δεν υπάρχουν ιδεολογικοί ή άλλοι φραγμοί. Αν χρειασθεί και υπάρχει ευκαιρία, οι ΗΠΑ θα υπογράψουν συμφωνία με οποιοδήποτε αντίπαλο αν είναι προς το συμφέρον τους.
Επομένως, οι εθνικές στρατηγικές της Γερμανίας και των ΗΠΑ διαφέρουν ριζικά. Αυτό έγινε ορατό κατά την πρόσφατη ετήσια Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου με τις τοποθετήσεις του Αμερικανού Αντιπροέδρου JD Vance και των Γερμανών αξιωματούχων.
Δεν ήταν ασφαλώς η πρώτη φορά. Στην ίδια διάσκεψη το 2019 ήταν η τότε καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο τότε Αμερικανός Αντιπρόεδρος Μάικ Πενς (επι 1ης θητείας Τράμπ) που διαφώνησαν για τον ρόλο του ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ έδωσαν γρήγορα στην Μέρκελ να καταλάβει πως δεν μιλούσε εξ’ ονόματος όλης της Ευρώπης καθώς κάποιες χώρες της ΕΕ συμφωνούσαν με τις ΗΠΑ.
Παρότι οι στρατηγικές διαφέρουν, η Γερμανία γνωρίζει ότι επωφελείται από την αμερικανική προσέγγιση, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, γιατί δεν χρειάζεται να δαπανήσει μεγάλα ποσά για την άμυνα. Το τελευταίο ίσως δεν μείνει το ίδιο αν ο νικητής των χθεσινών εκλογών κ. Μερτς αλλάξει ρότα.
Όμως, ο Χριστιανοδημοκράτης κ. Μερτς θα πρέπει να βρει λύση στο μεγάλο στρατηγικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Γερμανία. Από την μια πλευρά, να κρατήσει μαζί και να ηγηθεί μιας διαιρεμένης Ευρώπης και από την άλλη να μην τα σπάσει με τις ΗΠΑ.
Όμως, κομψή λύση δεν φαίνεται να υπάρχει.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.gr
FOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin