Ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή (πληθωρισμός) στην Ελλάδα έχει αυξηθεί σωρευτικά 13,5% τη διετία 2022-2023 και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω κατά 2,8% φέτος. Δηλαδή πάνω από 15% την περίοδο 2022-2024.
Αυτό το διάστημα, πολλοί μισθωτοί έλαβαν ονομαστικές αυξήσεις μισθών που ήταν ίδιες, μεγαλύτερες ή μικρότερες του πληθωρισμού. Οι συνταξιούχοι έλαβαν μικρότερες. Αν και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία, είναι εύλογο να υποθέσει κάποιος ότι η μεγάλη πλειοψηφία πλήρωσε περισσότερους φόρους μόνο και μόνο επειδή βρέθηκε σε υψηλότερο φορολογικό κλιμάκιο.
Αυτό οφείλεται στη μη αναπροσαρμογή των φορολογικών κλιμακίων για τον πληθωρισμό. Αυτός θα έπρεπε να είναι από μόνος του ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους θα πρέπει να υπάρξει εξορθολογισμός της φορολογικής αντιμετώπισης των μισθωτών.
Είναι αλήθεια ότι η κατάργηση της εισφοράς (φόρου) αλληλεγγύης -η οποία υποτίθεται ήταν έκτακτο μέτρο- με μεγάλη καθυστέρηση θα πρέπει να πιστωθεί στη σημερινή κυβέρνηση. Το ίδιο και η σωρευτική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5,5 μονάδες την περίοδο 2019-2024 και μιας επιπλέον μονάδας από τις αρχές του 2025 για εργοδότες και εργαζομένους, που έφερε την Ελλάδα στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ από πολύ ψηλά που ήταν το 2019.
Όμως, πρακτικά και ουσιαστικά, οι μισθωτοί που κυρίως σηκώνουν το βάρος της φορολογίας εισοδήματος δεν έχουν ωφεληθεί. Η κυβέρνηση φέρεται να εξετάζει τρόπους για να τους ελαφρύνει, ποντάροντας κυρίως στα μόνιμα έσοδα από την καταπολέμηση τη φοροδιαφυγής.
Κυβερνητικοί αξιωματούχοι ανεβάζουν τα έσοδα από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής στο 1,8 δισ. ευρώ και ευελπιστούν σε 3 δισ. ευρώ επιπλέον την επόμενη διετία. Η περαιτέρω μείωση του «κενού» στην είσπραξη του ΦΠΑ ώστε να υποχωρήσει στο 9% το 2026 και στο 5% αργότερα, δεν είναι ανέφικτη. Το «κενό» υποδηλώνει τη διαφορά των πραγματικών εσόδων από τα εκτιμώμενα, όταν όλοι οι υπόχρεοι καταβάλλουν τον ΦΠΑ.
Είναι ευκαιρία να εφαρμόσει μία από τις προτάσεις της Έκθεσης Πισσαρίδη (τη θυμάστε;) για εξορθολογισμό της φορολογικής αντιμετώπισης των εισοδημάτων από εργασία. Σ’ εκείνη την έκθεση επισημαίνονταν ότι «η βάση στη φορολογία εισοδήματος είναι περιορισμένη και επικεντρωμένη υπερβολικά στη μισθωτή εργασία», δίνοντας συγκριτικά παραδείγματα.
Αν και αρκετά πράγματα έχουν αλλάξει από τότε, ένα πράγμα δεν έχει αλλάξει. Η ουσιαστική ελάφρυνση των εισοδημάτων από εργασία πέρα από την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης. Αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να συνεχισθεί.
Πέρα από την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος που θα προκαλέσει στους πιο ειλικρινείς κατά τεκμήριο φορολογούμενους, θα έχει επίσης μια ακόμη θετική επίπτωση. Την αύξηση της παραγωγικότητας καθώς ο μέσος εργαζόμενος πολίτης θα αισθάνεται ότι εργάζεται περισσότερο για τον ίδιο και λιγότερο για άλλους.
Υπάρχουν λοιπόν σοβαροί λόγοι για τη φοροελάφρυνση των μισθωτών και κυρίως εκείνων με εισοδήματα από 10 χιλ. ευρώ και άνω, με τροφοδότη τα μόνιμα έσοδα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής από το 2026 καθώς ο προϋπολογισμός του 2025 έχει κλείσει.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.