Σε γενικές γραμμές, όσο χαμηλότερο είναι το κατά κεφαλήν εισόδημα μιας χώρας τόσο περισσότερο δουλεύουν οι κάτοικοί της κατά μέσο όρο. Μια ματιά στα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat για τις εβδομαδιαίες ώρες εργασίας το επιβεβαιώνουν.
Οι εργαζόμενοι ηλικίας 20-64 ετών στην Ελλάδα εργάσθηκαν στην κύρια εργασία τους κατά μέσο όρο 39,8 ώρες την εβδομάδα το 2023, σύμφωνα με τη Eurostat. Κοντά τους βρίσκονται οι εργαζόμενοι της Ρουμανίας με 39,5 ώρες, της Πολωνίας με 39,3 ώρες και της Βουλγαρίας με 39 ώρες.
Φυσικά, υπάρχουν άλλες χώρες στις οποίες οι εργαζόμενοι δουλεύουν ακόμη περισσότερες ώρες. Στην Τουρκία δουλεύουν 44 ώρες την εβδομάδα και στη Σερβία 42 ώρες περίπου.
Από την άλλη πλευρά, τις λιγότερες ώρες δουλεύουν εβδομαδιαίως οι εργαζόμενοι στην Ολλανδία με 32,2 ώρες κατά μέσο όρο, στην Αυστρία με 33,6 ώρες και στη Γερμανία 34 ώρες.
Όσον αφορά την Ελλάδα, η εμπειρία διδάσκει ότι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα δουλεύουν περισσότερες ώρες στην κύρια δουλειά τους σε σύγκριση με εκείνους του δημόσιου τομέα.
Πόσα όμως παράγουμε με όλες αυτές τις ώρες που δουλεύουμε; Λίγα, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και όχι μόνο, είναι η απάντηση. Με άλλα λόγια, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα είναι σχετικά χαμηλή.
Υπέπεσαν πρόσφατα στην αντίληψή μας τα στοιχεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) για την παραγωγικότητα εργασίας σε 189 χώρες την προηγούμενη χρονιά. Δεν περιμένουμε σημαντικές αλλαγές μέσα σε μια χρονιά, δηλαδή από το 2023 στο 2024, και γι’ αυτό την επικαλούμαστε. Η παραγωγικότητα εργασίας αναφέρεται εδώ στην παραγωγή (ΑΕΠ) ανά εργαζόμενο ανά ώρα εργασίας.
Για λόγους σύγκρισης, η παραγωγικότητα εργασίας υπολογίζεται σε «διεθνή» δολάρια, ένα υποθετικό νόμισμα που συγκρίνει την αγοραστική δύναμη διαφορετικών χωρών, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στις τιμές τους.
Σύμφωνα λοιπόν με την ILO, το Λουξεμβούργο κατέγραψε την υψηλότερη παραγωγικότητα εργασίας με 144 διεθνή δολάρια. Η Ιρλανδία ήλθε δεύτερη με 143 δολάρια και η Νορβηγία ακολούθησε με 93 δολάρια. Την πρώτη πεντάδα συμπλήρωσαν η Ολλανδία με 80 δολάρια και η Δανία με 78 διεθνή δολάρια.
Στην πρώτη δεκάδα βρέθηκαν επίσης η Ελβετία με 76 διεθνή δολάρια, το Βέλγιο με 75 δολάρια, η Αυστρία και η Σιγκαπούρη με 74 δολάρια και οι ΗΠΑ, Σουηδία και Γουϊάνα με 70 δολάρια.
Η Ελλάδα βρέθηκε πολύ πιο κάτω, με 42 διεθνή δολάρια, αλλά είχε εντυπωσιακή παρέα. Την Ιαπωνία, τη Ν. Κορέα και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με 42 διεθνή δολάρια.
Για την ιστορία, η Τουρκία είχε λίγο μικρότερη παραγωγικότητα εργασίας με 40 δολάρια, η Ρουμανία 38 δολάρια, τα Σκόπια 23 δολάρια, η Βοσνία 22 δολάρια και η Σερβία 21 διεθνή δολάρια.
Είναι παρηγορητικό ότι η παραγωγικότητα εργασίας στην Ελλάδα είναι αρκετά πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο των 26 διεθνών δολαρίων. Από την άλλη πλευρά, είναι απογοητευτικό ότι έχει τόσο χαμηλό σκορ σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Προφανώς, αυτό δεν μπορεί να αλλάξει από τη μια χρονιά στην άλλη. Χρειάζονται σημαντικές επενδύσεις αλλά και άλλες αλλαγές σε θεσμούς και επίπεδο επιχειρήσεων για να αυξηθεί σημαντικά η παραγωγικότητα εργασίας, ώστε να υποστηρίξει πραγματικές αυξήσεις μισθών σε μόνιμη βάση.
Κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονται, όταν ερωτώνται κατ’ ιδίαν, ότι έχει ληφθεί υπόψη η αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας όταν προαναγγέλλουν κατώτατο μισθό στα 950 ευρώ σε 14μηνη βάση το 2027 και μέσο μισθό στα 1.500 ευρώ.
Μακάρι να είναι έτσι και οι μισθοί να αυξηθούν ακόμη περισσότερο. Αν όμως πέσουν έξω στις εκτιμήσεις τους, οι αυξήσεις μισθών θα εξανεμισθούν. Για να μη συμβεί αυτό, καλό θα ήταν να αξιολογήσουν καλύτερα αν εκεί που πάνε πολλά από τα λεφτά του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ θα πιάσουν τόπο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.