Αυτή τη φορά δεν θα είναι διαφορετικά 

Στο βιβλίο του 2009 με τίτλο «Αυτή τη φορά είναι διαφορετικά», η C. Reinhart και ο K. Rogoff έδειξαν μέσα από εκατοντάδες κρίσεις χρέους ότι οι υπερχρεωμένες οικονομίες μπορούν να πορεύονται σχετικά σταθερά επί μεγάλο χρονικό διάστημα. Θα πρέπει όμως να συντρέχει μια προϋπόθεση. 

Αυτή τη φορά δεν θα είναι διαφορετικά

Όταν διαφορετικές κυβερνήσεις επαναλαμβάνουν τα ίδια πράγματα και το αποτέλεσμα είναι άσχημο, είναι λογικό να αναρωτιέται κανείς γιατί το επαναλαμβάνουν. Μια τέτοια περίπτωση είναι το υψηλό και αυξανόμενο δημόσιο χρέος. 

Γεννάται λοιπόν το εύλογο ερώτημα γιατί συμβαίνει. Μια εξήγηση είναι γιατί βοηθά στην προσέλκυση ψήφων, στην επανεκλογή τους και στη διατήρηση της εξουσίας. Μια άλλη εξήγηση είναι γιατί πιστεύουν ότι «αυτή τη φορά θα είναι διαφορετικά». Την πιο επικίνδυνη ίσως φράση  που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι. 

Δικαιολογημένα και ομολογουμένως πολύ πετυχημένα η Carmen Reinhrat και ο Ken Rogoff την επέλεξαν για τίτλο του βιβλίου τους, το οποίο εκδόθηκε το 2009 και εξέτασε εκατοντάδες κρίσεις τους τελευταίους 8 αιώνες.

Αν και το βιβλίο επικρίθηκε από αρκετούς για στατιστικά λάθη, η ουσία δεν αλλάζει. Όλες οι κρίσεις χρέους ξεδιπλώθηκαν λίγο-πολύ με τον ίδιο τρόπο και οι οικονομίες κατέρρευσαν για τον ίδιο λόγο. Την απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών και γενικότερα των πολιτών στο μέλλον.  

Σε μια παράγραφο του βιβλίου αναγράφεται: «Οι οικονομίες με υψηλή μόχλευση, ιδιαίτερα εκείνες στις οποίες η συνεχής μετατροπή του βραχυπρόθεσμου χρέους συντηρείται μόνο από την εμπιστοσύνη σε σχετικά μη ρευστοποιήσιμα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία, σπάνια επιβιώνουν για πάντα, ιδιαίτερα εάν η μόχλευση συνεχίζει να αυξάνεται ανεξέλεγκτα».

Και σε ένα άλλο σημείο αναφέρεται: «Ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, η αποτυχία αναγνώρισης της αβεβαιότητας και της ευστάθειας της εμπιστοσύνης -ειδικά σε περιπτώσεις όπου τα μεγάλα βραχυπρόθεσμα χρέη πρέπει να αναχρηματοδοτούνται συνεχώς- είναι ο βασικός παράγοντας που προκαλεί το «αυτή τη φορά είναι διαφορετικό» σύνδρομο. Οι υπερχρεωμένες κυβερνήσεις, τράπεζες ή εταιρείες μπορεί να φαίνεται να κινούνται σαν να μη συμβαίνει τίποτα για μεγάλο χρονικό διάστημα, όταν έρχεται το χτύπημα, η εμπιστοσύνη καταρρέει, οι δανειστές εξαφανίζονται και η κρίση ξεσπάει».

Σύμφωνα με τους ίδιους, οι οικονομολόγοι δεν είναι καθόλου καλοί στην πρόβλεψη των λόγων που προκαλούν τις αλλαγές στην εμπιστοσύνη. 

«Αυτό που βλέπει κανείς, ξανά και ξανά, στην ιστορία των οικονομικών κρίσεων είναι ότι όταν ένα ατύχημα περιμένει να συμβεί, τελικά συμβαίνει. Όταν οι χώρες γίνονται υπερβολικά χρεωμένες, οδηγούνται σε προβλήματα», τονίζουν στο βιβλίο.

Το ελληνικό δημόσιο χρέος ανερχόταν σε 356 δισ. ευρώ και κοντά στο 160% του ΑΕΠ στο τέλος Μαρτίου του 2024. Σ’ αυτό αναμένεται να προστεθούν οι αναβαλλόμενοι φόροι, οπότε θα προσαρμοσθεί ανοδικά στο 170% περίπου, για να αρχίσει την εκ νέου υποχώρησή του.

Ακόμη κι αν ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ υποχωρήσει αισθητά στο 135%-140% μέχρι το 2030, θα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Επιπλέον, το κόστος δανεισμού θα αρχίσει να ανεβαίνει καθώς δάνεια από την αγορά θα αντικαθιστούν σταδιακά θεσμικά δάνεια ενώ η μέση διάρκεια αναχρηματοδότησης θα υποχωρεί, αν και θα παραμείνει υψηλή.

Κι όλα αυτά χωρίς να συνυπολογίσουμε την τροχοπέδη που βάζει στην ανάπτυξη της οικονομίας το δημογραφικό, η χαμηλή παραγωγικότητα και η κλιματική αλλαγή.  

Εκ πρώτης όψεως, δεν φαίνεται να υπάρχει πρόβλημα στο ορατό μέλλον. Όμως, η εμπιστοσύνη στο μέλλον της ελληνικής οικονομίας μπορεί να χαθεί εύκολα σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, αν γίνουν κάποια λάθη ή έχουμε κάποια απρόβλεπτα γεγονότα.   

Αυτός είναι ο κίνδυνος και είναι αρκετός ώστε να μην είναι διαφορετικά αυτή τη φορά.  


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v