Πρώτα, ένα flash back στο παρελθόν.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, η Ελλάδα ξεκίνησε να υιοθετεί τις τιτλοποιήσεις, ακολουθώντας με καθυστέρηση το παράδειγμα άλλων χωρών της ευρωζώνης όπως η Ιταλία. Όμως, η απόφαση της Eurostat να εγγράφονται τα ποσά των τιτλοποιήσεων στο χρέος έβαλε τέλος στην ευρεία χρήση τους.
Η Eurostat έκανε εκ νέου αισθητή την παρουσία της στην Ελλάδα το 2004, μετά την απόφαση της νεοεκλεγείσας κυβέρνησης της ΝΔ να προχωρήσει σε δημοσιονομική απογραφή. Η απογραφή έβγαλε το έλλειμμα του προϋπολογισμού στο 3,07% του ΑΕΠ, κυρίως λόγω της αλλαγής του τρόπου εγγραφής των στρατιωτικών δαπανών.
Μέχρι το 2004, οι ανωτέρω δαπάνες εγγράφονταν στον προϋπολογισμό όταν γινόταν η παραλαβή του στρατιωτικού εξοπλισμού, όπως δηλ. γίνεται και σήμερα. Με την αλλαγή στον τρόπο εγγραφής, οι δαπάνες καταγράφονταν όταν υπογράφονταν τα συμβόλαια. Ετσι, το έλλειμμα του 1999 ξεπέρασε το 3% του ΑΕΠ και έμεινε η ρετσινιά στην Ελλάδα ότι μπήκε στον ΟΝΕ με τα Greek statistics.
Μικρή λεπτομέρεια ότι η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και το Λουξεμβούργο είχαν μπει δυο χρόνια νωρίτερα στην ευρωζώνη με έλλειμμα προϋπολογισμού πάνω από 3% του ΑΕΠ, με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία για το 1997. Για εκείνες δεν υπήρχαν French ή Spanish Statistics, γιατί απλά δεν έβγαλαν οι ίδιες τα μάτια τους αργότερα.
Ας έλθουμε τώρα στο 2024. Πρόσφατα, στην έκθεση με τίτλο «Debt Sustainability Monitor 2023», η Κομισιόν ανέφερε ότι η Ελλάδα θα αποπληρώσει τους αναβαλλόμενους τόκους για το δάνειο που είχε λάβει από τον ESM/EFSF στο πλαίσιο του 2ου Μνημονίου με ένα γραμμικό προφίλ πληρωμών, δηλ. ένα ποσό κάθε χρόνο για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ποιο θα είναι το ύψος των αναβαλλόμενων τόκων στο τέλος του 2032 που λήγει η περίοδος χάριτος, δεν είναι γνωστό αυτή τη στιγμή. Γνωρίζουμε ότι ήταν κοντά στα 12 δισ. ευρώ στο τέλος του 2023 και εκτιμάται ότι μπορεί να ανέλθει στα 24-25 δισ. ευρώ το 2032. Οι ανωτέρω τόκοι καταγράφονται μεν στον κρατικό προϋπολογισμό κάθε χρόνο αλλά δεν εγγράφονται στο χρέος. Αν ολόκληρο το ποσό επιβάρυνε εφάπαξ το χρέος το 2033, ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ θα αυξανόταν 10 μονάδες βάσης και πλέον.
Έρχεται λοιπόν η Κομισιόν κατόπιν συνεννόησης με τον ESM και μας λέει ότι η αποπληρωμή του ποσού, π.χ. 25 δισ. ευρώ, θα γίνει γραμμικά σε βάθος χρόνου. Αυτό που δεν εξηγεί, είναι γιατί επιλέχθηκε η ανωτέρω μέθοδος. Η απάντηση είναι απλή. Για να «πακεταριστεί» και να δοθεί το ποσό των 24-25 δισ. ευρώ ως νέο δάνειο από τον ESM, η Ελλάδα θα πρέπει να είναι σε πρόγραμμα προσαρμογής. Δεν είναι και δεν προβλέπεται, οπότε βρέθηκε η λύση την οποία περιγράφει η Κομισιόν.
Όμως, στον όμορφο κόσμο της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, τίποτε δεν είναι αυτονόητο. Έρχεται λοιπόν η Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή, η Eurostat, και αναφέρει ότι ωραία όλα αυτά με τη γραμμική αποπληρωμή και την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους (DSA) αλλά εγώ, ως ανεξάρτητη αρχή, θέλω το ποσό των αναβαλλόμενων τόκων να εγγραφεί στο δημόσιο χρέος της Ελλάδας για «στατιστικούς λόγους» όπως μαθαίνουμε.
Ποιες μπορεί να είναι οι επιπτώσεις στην πορεία της πιστοληπτικής διαβάθμισης της Ελλάδας από τους οίκους αξιολόγησης όπως η Moody’s, δεν την απασχολούν. Ούτε τις ενδεχόμενες επιπτώσεις στην ήδη βεβαρημένη φήμη της Ελλάδας με τα Greek Statistics παλαιότερα. Τι θα γίνει τελικά; Θα εξαρτηθεί από τις επαφές του ESM και της Κομισιόν με τη Eurostat για το θέμα και παραμένει ανοικτό απ' όσο κατανοούμε.
Όλα αυτά εξηγούν τη σημερινή αναφορά μας στη Eurostat από το παρελθόν μέχρι σήμερα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.