Σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ, το ελληνικό δικαστικό σύστημα είναι αργό και δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της οικονομίας. Γι’ αυτό ο οργανισμός ζητά απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών και ενημέρωση για τους εναλλακτικούς μηχανισμούς επίλυσης διαφορών.
Η διαπίστωση της έκθεσης που είδε χθες το φως της δημοσιότητας είναι σωστή. Όμως, υπάρχουν πολλοί μεσάζοντες και διάφοροι άλλοι οι οποίοι κερδίζουν από αυτό το σύστημα και δεν θέλουν να αλλάξει. Επομένως, στην καλύτερη περίπτωση, θα υπάρξουν καθυστερήσεις και στη χειρότερη, αδιέξοδο. Αυτό υπαγορεύει η λογική.
Χθες έγινε επίσης γνωστό ότι με απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου επανέρχονται οι συντάξεις των απόμαχων δικαστών στα προ του 2012 επίπεδα. Επομένως, οι συντάξεις πρέπει να προσδιοριστούν σε επίπεδα άνω του 60% των αποδοχών των ενεργεία δικαστικών, όπως έχει αποφανθεί το Μισθοδικείο.
Οι αποδοχές των εν ενεργεία δικαστικών έχουν αποκατασταθεί μετά από άλλες αποφάσεις του Μισθοδικείου που έκριναν παράνομες τις μνημονιακές περικοπές. Αυτό μεταφράζεται σε μεγάλες αυξήσεις συντάξεων.
Σε κάποιους έφερε στο νου τη μεγάλη αύξηση μισθών και συντάξεων που πέτυχαν οι δικαστικοί το 2006-2007. Τότε ζήτησαν να ευθυγραμμισθεί ο μισθός του προέδρου του Αρείου Πάγου με εκείνον του προέδρου της ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων), που ήταν υψηλότερος από το 2000-2001, αν θυμόμαστε καλά. Το ποσό που μοιράσθηκαν έφθασε ή και ξεπέρασε το 1 δισ. ευρώ.
Αναμφίβολα, θα υπάρξει δημοσιονομική επιβάρυνση από τις αυξήσεις στις συντάξεις, που θα πληρώσουν οι υπόλοιποι φορολογούμενοι. Ακόμη και αν είναι λίγοι εκείνοι που θα πληρωθούν αναδρομικά. Όμως, το δημοσιονομικό κόστος, όσο σημαντικό κι αν είναι, θα ήταν το λιγότερο που θα έπρεπε να απασχολήσει όσους πολιτικούς και μη διάβαζαν τα πολυάριθμα σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Σχόλια του τύπου «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει» και άλλα ακόμη πιο επιθετικά δείχνουν έλλειψη σεβασμού στη δικαστική εξουσία. Δείχνουν επίσης ότι πολύς κόσμος θεωρεί ότι η Ελλάδα δεν είναι μια ευνομούμενη χώρα και δεν υπάρχει ισονομία. Αυτή η εικόνα έχει ενδεχομένως ενισχυθεί από άλλα γεγονότα και περιστατικά. Αυτό δεν είναι μόνο λυπηρό. Είναι επίσης επικίνδυνο, γιατί ευνοεί την απείθεια και άλλες ανεπιθύμητες κοινωνικές συμπεριφορές. Υπονομεύει επίσης την πίστη του κόσμου στο κράτος δικαίου.
Πρέπει λοιπόν να γίνουν κάποιες δραστικές κινήσεις από την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία, για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη τους.
Αν ήταν να κάνουμε δυο προτάσεις, αυτές θα ήταν οι ακόλουθες. Πρώτον, να διερευνηθεί τρόπος ώστε να μην μπορούν οι δικαστές να αποφασίζουν για τους μισθούς και τις συντάξεις τους. Ακόμη κι αν αυτό συνεπάγεται αναθεώρηση άρθρων του Συντάγματος. Ενδεχομένως, ενέχει πολιτικό κόστος για το κόμμα που θα πάρει αυτή την πρωτοβουλία. Όμως, ίσως θα μπορούσε να κληθεί να απαντήσει ο λαός μέσω δημοψηφίσματος, με δεδομένη τη σοβαρότητα του θέματος. Δεύτερον, να υπάρξει ίδια φορολογική αντιμετώπιση των εισοδημάτων των πολιτικών και των δικαστών με τους μισθωτούς. Είναι θέμα ισονομίας.
Δεν είμαστε ασφαλώς αισιόδοξοι ότι αυτό μπορεί να γίνει σ’ ένα πελατειακό κράτος. Αν όμως κάποιος πολιτικός ή κόμμα τα υιοθετήσει, θα έχει πετύχει μ’ ένα σμπάρο, δυο τρυγόνια. Θα έχει ενισχύσει το αίσθημα της ισονομίας στους πολίτες και θα έχει βελτιώσει τη δική του εικόνα ως προάγων το Κράτος Δικαίου.
Δυστυχώς, η πραγματικότητα πίσω από την ελληνική βιτρίνα των υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης και μειωμένου δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ δεν είναι φανταχτερή.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.