Ως γνωστόν, το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου των ελληνικών νοικοκυριών είναι τοποθετημένο σε ακίνητα και καταθέσεις. Είναι μια κατάσταση που θα μπορούσε να εξηγηθεί με επίκληση εθνικών, οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών και άλλων ιστορικών δεδομένων, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Η άνοδος του πληθωρισμού και οι συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων παρέμβασης της ΕΚΤ από το περασμένο καλοκαίρι έχουν αλλάξει ριζικά το τοπίο. Αυτό σε συνδυασμό με την πολιτική των εμπορικών τραπεζών, προεξαρχουσών των ελληνικών, να περνούν πολύ μικρό μέρος των αυξήσεων στα επιτόκια καταθέσεων αλλά σχεδόν ολόκληρες στα επιτόκια χορηγήσεων, έχουν δημιουργήσει κερδισμένους και χαμένους.
Τα πιστωτικά ιδρύματα σε χώρες της ευρωζώνης που έχουν μεγαλύτερα μερίδια δανείων με κυμαινόμενα επιτόκια, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία, και βασίζονται περισσότερο στις καταθέσεις για την χρηματοδότησή τους, ανήκουν στους κερδισμένους. Κι αυτό γιατί διευρύνουν τα επιτοκιακά τους περιθώρια, συμβάλλοντας στη σημαντική αύξηση της κερδοφορίας τους. Αντίθετα, οι καταθέτες ανήκουν στους χαμένους, καθώς τα επιτόκια καταθέσεων υπολείπονται κατά πολύ του πληθωρισμού. Παρ’ όλα αυτά, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα ανήλθαν σε 185,5 δισ. ευρώ τον Μάρτιο, αυξημένες κατά 2,3 δισ. σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, αντιστρέφοντας την πτωτική πορεία του πρώτου διμήνου, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΤτΕ. Πλέον, οι καταθέσεις αντιστοιχούν στο 97% του ΑΕΠ στα τέλη του 2022.
Φυσικά, η ανωτέρω εξέλιξη μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από την αύξηση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα τον ίδιο μήνα, καθώς τα δάνεια γίνονται καταθέσεις και εν μέρει από άλλους παράγοντες, τεχνικούς και μη. Με τις συγκλίνουσες εκτιμήσεις στην αγορά να θέλουν την ΕΚΤ να αυξάνει εκ νέου τα βασικά της επιτόκια κατά 0,25 της μονάδας σήμερα στο 3,25% για τις καταθέσεις μιας νύχτας (overnight) από τράπεζες και στο 3,75% για το σταθερό επιτόκιο αναχρηματοδοτήσεων, η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει.
Με τον ετήσιο εναρμονισμένο πληθωρισμό στην ευρωζώνη στο 7% τον Απρίλιο, αν και πολύ χαμηλότερα στο 4,5% στην Ελλάδα, οι καταθέτες θα συνεχίσουν να χάνουν λεφτά σε αγοραστική δύναμη. Αυτό ίσως είναι μια καλή αφορμή για να αναθεωρήσουν πολλοί τις απόψεις τους για τον ρόλο που παίζουν οι καταθέσεις. Είναι μια μορφή επένδυσης ή μήπως είναι τα λεφτά που διατηρείς σ’ έναν τραπεζικό λογαριασμό για ασφάλεια, για να κάνεις αγορές, πληρωμές κ.λπ.
Η αλήθεια είναι ότι ο βασικός λόγος ύπαρξης των καταθέσεων είναι ο δεύτερος. Αν λοιπόν κάποιος θέλει να μεγιστοποιήσει την αξία των χρημάτων του, επιδιώκοντας μια ικανοποιητική προσδοκώμενη απόδοση για κάποιο επίπεδο ρίσκου, θα πρέπει να επενδύσει τα λεφτά του αλλού και όχι να τα αφήσει στον καταθετικό λογαριασμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα επιτόκια καταθέσεων θα έπρεπε να είναι σε τόσο χαμηλά επίπεδα. Όμως, το τελευταίο αντικατοπτρίζει το επίπεδο του ανταγωνισμού στον τραπεζικό κλάδο κάθε χώρας, εκτός των άλλων.
Φυσικά, οι επενδύσεις ενέχουν ρίσκο, είτε μιλάμε για μετοχές, ομόλογα, εμπορεύματα είτε για κάτι πιο εξωτικό. Γι’ αυτό τον λόγο υπάρχουν χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι εντός ή εκτός τραπεζών, που μπορούν να βοηθήσουν. Είναι προφανές ότι δεν είναι εύκολο να αλλάξει κάποιος μυαλά, όπως λέμε. Η κατανόηση ότι η κατάθεση δεν είναι επένδυση και καλό θα ήταν να αρχίσει κάποιος να επενδύει, έστω μικρά ποσά, από νέος ίσως είναι δύσκολη υπόθεση για πολλούς. Όμως, δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Όσο γρηγορότερα κατανοηθεί τόσο το καλύτερο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.